Με το βλέμμα στη Νέα Εποχή. Της Μαριζέτας Αντωνοπούλου
Οι ευρωεκλογές του Ιουνίου ήταν το σημείο που είχε τεθεί από κομματικά μέλη και φίλους ως το χρονικό όριο για την επίτευξη των στόχων των ηγεσιών ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ. Θα μπορούσε να γίνει μια ξεχωριστή κριτική μόνο πάνω σε αυτήν την συλλογιστική, εντούτοις ο καταιγισμός γεγονότων από τον Ιούνιο μέχρι και σήμερα, την καθιστά τουλάχιστον ετεροχρονισμένη. Ας κρατήσουμε το κύριο, η ευρύτερη Αριστερά και το μεταρρυθμιστικό Κέντρο βρίσκεται σε αναζήτηση εναλλακτικής πρότασης εξουσίας. Αυτή είναι η κινητήριος δύναμη πίσω από τις εξελίξεις και το κεντρικό διακύβευμα όλων των εντάσεων εντός των δυο κομμάτων του χώρου. Ο πρωταρχικός στόχος είναι φυσικά η νίκη επί της ΝΔ του Κ. Μητσοτάκη στις εθνικές εκλογές του 2027. Γεγονός που φαντάζει πολύ μακρινό, προς ώρας, όχι μόνο γιατί η διαφορά πρώτου και δεύτερου ξεπερνά τις 10 μονάδες αλλά κυρίως γιατί τα ποσοστά του δεύτερου είναι τέτοια που δεν καθιστούν δύσκολο για την κοινωνία να πειστεί, ότι το απαιτούμενο άλμα είναι εφικτό.
Η πολιτική ωστόσο είναι η τέχνη του εφικτού, αρκεί ο δρόμος προς αυτό να πατάει σε στέρεες βάσεις και να μπορεί να θέσει και να απαντήσει στα σωστά -για την εκάστοτε εποχή- ερωτήματα. Και είναι, αυτή τελικά, η πιο μεγάλη αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ. 15 χρόνια μετά το ξέσπασμα της πιο βίαιης οικονομικής κρίσης που έζησε η χώρα μετά τον Μεσοπόλεμο, η ελληνική κοινωνία φαίνεται ότι αρχίζει δειλά δειλά να αισθάνεται ότι δεν προχωράει πάνω σε διαρκώς τρεμάμενο έδαφος. Εντούτοις, οφείλουμε να μην ξεχνάμε τι έχει προηγηθεί και πως φτάσαμε από μια χώρα στην καρδιά των πιο ισχυρών της Ευρώπης να ζούμε σε μια χώρα ουραγό στις οικονομικές και κοινωνικές επιδόσεις, η οποία κινείται καθημερινά πάνω στα κουφάρια μιας εποχής που πέρασε και δύσκολα φανταζόμαστε με ποιόν τρόπο θα επιστρέψει. Το δυστύχημα στα Τέμπη, η κατάρρευση του ΕΣΥ αποτυπώνουν αυτήν ακριβώς την πραγματικότητα. Υποδομές και θεσμοί που εγκαταλείφθηκαν στην τύχη τους, μετά την υποβάθμιση τους στα χρόνια των μνημονίων, εντός ενός κρατικού μηχανισμού που δεν μπορεί να λειτουργήσει συγκροτημένα και ουδέτερα, με κυβερνήσεις που δεν έχουν την βούληση και την οικονομική πυγμή να προχωρήσουν με άλματα και αποφάσεις υπέρ την μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας.
Στις εκλογές του 2019 και του 2023, οι περισσότεροι πολίτες φαίνεται να ψήφισαν με κύριο γνώμονα το αίσθημα ασφάλειας, με το βλέμμα στραμμένο στις διαρκείς κρίσης και την μνήμη της χρεοκοπίας και της μακρόχρονης πολιτικής αστάθειας. Το πρώτο στοίχημα για τον χώρο των Αριστερών και του Κέντρου είναι η ανακατάληψη της ατζέντας, η ανάκτηση του ερωτήματος και του οράματος για το μέλλον. Το πρώτιστο που οφείλουν να απαντήσουν, λοιπόν, οι υποψήφιοι/ες πρόεδροι του ΠΑΣΟΚ είναι ποιο είναι για αυτούς το μεγάλο διακύβευμα στο οποίο μπορεί να συμπυκνωθούν τα συνθήματα για ελπίδα. Ποια είναι η κεντρική διαχωριστική γραμμή με την ΝΔ του Κ.Μητσοτάκη; Τα συμφέροντα πέριξ του Μαξίμου και ο σοβαρός τραυματισμός του κράτους δικαίου, ο θεσμικός εκφυλισμός με άλλα λόγια ή η γραμμή φθάνει πιο βαθιά; Θα τολμήσουμε να μιλήσουμε με παραδείγματα και πράξεις για έναν άλλο τρόπο παραγωγής και αύξησης του ΑΕΠ, θα αμφισβητήσουμε τα γερασμένα και τεθνηόντα ορθόδοξα οικονομικά, προτάσσοντας την ανάγκη επαναχάραξης των δημόσιων οικονομικών, ώστε να γίνει ένα συνολικό restart στην ελληνική οικονομία με τις κοινωνικές υποδομές ως μοχλό ανάπτυξης και όχι ως συμπλήρωμα για τους αποκλεισμένους; Θα τολμήσουμε να συζητήσουμε για την αύξηση της παραγωγής με επίκεντρο τις τεχνολογίες αιχμής και την βελτίωση της ποιότητας ή θα προτάξουμε μια καλύτερη και πιο χρηστή διαχείριση;
Τα συνθήματα που οδήγησαν τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση το 2015 (και τις δυο φορές) εμπεριείχαν την ελπίδα για το τέλος της φτωχοποίησης, για το τέλος της βίαιης υποτίμησης της εργασίας και του βιοτικού επιπέδου. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν φαντάστηκε την κοινωνική κινητικότητα, απαιτούσε ασφάλεια για τους -πολλούς- χαμένους της κρίσης, και γρήγορα απέτυχε. Οι προοδευτικοί πολίτες και κυρίως όσοι θέλουν να ελπίσουν και πάλι, δεν αναζητούν έναν ακόμα γυαλιστερό και άφθαρτο πρόσωπο, ούτε μια ακόμα ετερόκλητη παρέα που θέλει -απλά- να κυβερνήσει. Το ΠΑΣΟΚ του 2027 οφείλει να σταθεί με την πρέπουσα σοβαρότητα -όπως συνηθίζει άλλωστε – απέναντι στην ιστορία και να απαιτήσει την συνολική αλλαγή εποχής. Η ανάκτηση της αυτοπεποίθησης της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας περνάει μέσα από την ευθύνη της γνώσης της ιστορίας, των αρνητικών στιγμών, των χρόνιων παθογενειών, και το τέλος των μεγάλων υποσχέσεων. Το ΠΑΣΟΚ οφείλει να συνδιαμορφώσει με την κοινωνία, με τον χειραφετημένο πολίτη του 2027 ένα πρόγραμμα ριζικών θεσμικών μεταρρυθμίσεων, ένα πρόγραμμα επανεκκίνησης όλης της περιφέρειας, παραγωγικά και κοινωνικά, ένα πρόγραμμα που θα επιτρέψει την αναδιανομή του πλούτου. Το ΠΑΣΟΚ του 2027, οφείλει να μιλήσει για την οικονομία με ταξικό πρόσημο, για τους εργαζόμενους και τους μικρομεσαίους. Το ΠΑΣΟΚ του 2027 οφείλει πρώτα εντός του να έχει κατακτήσει την θεσμική σοβαρότητα και αξιοπιστία, με καθαρές λύσεις και προτάσεις μακριά από συμφέροντα ολιγαρχών, που αλλάζουν καπελάκι ανάλογα πως τους βολεύει για την διατήρηση των αιώνιων προνομίων τους. Το ΠΑΣΟΚ του 2027 οφείλει να λειτουργήσει ως φυτώριο νέων ιδεών, με τις οργανωτική δομή ενός κόμματος που θέλει να πολλαπλασιάσει τις φυλλωσιές του γύρω από τον στιβαρό κορμό του.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα κυριακάτικη Kontra