Η κρίση μέσα στην κρίση. Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΚΑΡΚΑΤΣΟΥΛΗ

Ενώ, κατά τις προηγούμενες τρεις δεκαετίες, βρισκόταν σε εξέλιξη μια παγκόσμια συζήτηση για την κρίση του παραγωγικού μοντέλου της εποχής μας, με βασικά χαρακτηριστικά του την υπερ-εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, την κλιματική αλλαγή και τις διευρυνόμενες ανισότητες μεταξύ πλουσίων και πτωχών, εμφανίστηκε η μεγάλη χρηματοπιστωτική και δημοσιονομική (για την Ελλάδα) κρίση. Και πριν, καλά καλά, συνέλθουμε από την κρίση αυτή, μας προέκυψε μια άλλη κρίση, εκείνη του κορονοϊού. Μάλιστα, φαίνεται ως εάν αυτή η δεύτερη κρίση προήλθε από την πρώτη, δηλαδή, από μια ευρύτερη κρίση του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού.

Εάν συνδυάσει κανείς αυτές τις δύο μεγα-κρίσεις με κάποιες άλλες, τοπικού η ειδικότερου χαρακτήρα, βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα φαινόμενο πολλαπλασιασμού και  μιας αέναης επιστροφής κρίσεων: Η μια κρίση γεννάει μια άλλη και αυτές μαζί τροφοδοτούν κάποιες άλλες. Η διακυβέρνηση προσλαμβάνει, πλέον, έναν χαρακτήρα διοίκησης λαθών, σφαλμάτων μεγάλων ή μικρών (αφού η κρίση θεωρείται ότι οφείλεται σε σφάλματα και παραλείψεις) χωρίς, ωστόσο, να μπορεί να διασφαλίσει την επιστροφή σε μια προτεραία κατάσταση. Μάλιστα, παρατηρούμε σε κάποιες περιπτώσεις κι ενός  είδους συμφιλίωση με τα τρομακτικά αποτελέσματα των κρίσεων. Η Κρίση γίνεται ενδημική.

Για παράδειγμα, το γεγονός ότι η πανδημία του κορονοϊού έχει προκαλέσει την μεγαλύτερη ύφεση στις δυτικές οικονομίες από το 2008 και την μεγαλύτερη ανθρωπιστική καταστροφή από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και μετά, έχει ως συνέπεια ότι η ανάκαμψη για επιστροφή στην προτεραία κατάσταση θα απαιτήσει δεκαετίες (εάν, οψέποτε, συντελεστεί).  Η οικονομία της ΕΕ μάλλον δεν θα επιστρέψει ποτέ στην προ κρίσεως κατάσταση και, αντί γι’ αυτό, θα αναπτυχθούν προγράμματα και δράσεις που δεν υπήρχαν στην προηγούμενη περίοδο. Υπό την έννοια αυτή, η κρίση έχει την ικανότητα να αποκαλύπτει εκείνα που θα έπρεπε να είχαν γίνει και δεν έγιναν ούτε ειπώθηκαν. Έτσι η κρίση προσλαμβάνει τον χαρακτήρα ενός   αφηγήματος αλήθειας. Μάλιστα, πολλοί που εντρυφούν στη σχετική βιβλιογραφία της κρίσης που είναι αρκετά εκτεταμένη, την θεωρούν ως «αρχή μιας νέας τάξης πραγμάτων». Εάν η κρίση είναι εμβρυουλκός μιας νέας τάξης πραγμάτων, αυτό σημαίνει ότι η ίδια δεν χρήζει ερμηνείας αλλά αποκαλύπτεται ως τμήμα της αλήθειας.

Ο Habermas, μάλιστα, δέχεται ότι η κρίση αποκαλύπτει την άρρητη, την ατυπική πλευρά του βιόκοσμου και, υπό την έννοια αυτή, μας βοηθάει να αντιληφθούμε με πιο ολοκληρωμένο τρόπο πως συντελείται η ανθρώπινη επικοινωνία.

Για να φωτίσουμε τα προηγούμενα μ’ ένα παράδειγμα: Στην ελληνική περίπτωση, η υγειονομική κρίση ανέδειξε τα ελλείμματα του εθνικού συστήματος υγείας, την ανεπαρκή του διοίκηση και το έλλειμμα στρατηγικής του. Αυτά τα ελλείμματα παραπέμπουν, με τη σειρά τους, στα ελλείμματα του συγκεντρωτικού μοντέλου διοίκησης και διακυβέρνησης και στην πάγια αδυναμία στρατηγικού και επιχειρησιακού σχεδιασμού για την εφαρμογή των δημόσιων πολιτικών. Και τα τελευταία, παραπέμπουν σε μια μείζονα δυσλειτουργία του πολιτικού συστήματος που προκαλείται από την πελατειακή του δομή και λειτουργία, η οποία αντιτίθεται στις  μεταρρυθμίσεις και καθιστά ιδιαίτερα επώδυνες ακόμη και σημειακές αλλαγές.

Η κυβέρνηση της ΝΔ όχι μόνον δεν μπόρεσε να διαβάσει σωστά την πολυ-επίπεδη κρίση αλλά έκανε κι όλους τους εσφαλμένους χειρισμούς. Ακολούθησε την πεπατημένη της υπερ-συγκέντρωσης των αρμοδιοτήτων στο κέντρο και προσπάθησε να υποκαταστήσει την ανύπαρκτη πρωτοβάθμια φροντίδα με τα νοσοκομεία, των οποίων την διοίκηση ελέγχει. Έλαβε, αδικαιολόγητα σκληρά, οριζόντια μέτρα που απέτυχαν και κατακρήμνισε την οικονομία μ’ ένα συνεχές «άνοιξε-κλείσε».

Η αντιμετώπιση των κρίσεων δεν μπορεί να γίνει παρά μόνον μ’ έναν αξιόπιστο στρατηγικό σχεδιασμό και την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που αφορούν την οριζόντια οργάνωση και λειτουργία του κράτους. Οι ειδικότερες μεταρρυθμίσεις που αφορούν, επί παραδείγματι, την δημόσια υγεία η την πολιτική προστασία μπορεί να ακολουθήσουν. Η αντίστροφη πορεία που ακολουθεί η κυβέρνηση της ΝΔ δεν οδηγεί σε βιώσιμες μεταρρυθμίσεις αλλά σε  «μερεμέτια».

Επείγει, συνεπώς, η αλλαγή στον τρόπο αντιμετώπισης των κρίσεων. Κι αυτό δεν είναι μόνον ένα πρόβλημα γνωσιοθεωρητικό αλλά, κατ’ εξοχήν, πολιτικό.

Δημοσίευση από “the caller.gr”