Πολιτικές και κομματικές μετακινήσεις. Του ΘΟΔΩΡΟΥ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ

Μπορεί κάποιος ή κάποια να αλλάζει κόμμα ή πολιτική επιλογή; Φυσικά μπορεί! Η αλλαγή απόψεων δεν είναι κακό πράγμα. Ο δογματισμός είναι κάτι πολύ χειρότερο. Μπορεί ένα κομματικό στέλεχος, ακόμα και ένας βουλευτής, να αλλάζει κομματική επιλογή; Φυσικά μπορεί! Τα κόμματα δεν είναι στρατόπεδα. Δεν είναι οι άνθρωποι όμηροι των κομματικών συνόρων. Αυτό όμως που δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό είναι η υποκρισία. Ειδικά όταν μία πολιτική μετακίνηση αφορά κυβερνητικό πόστο. Ας σκεφτούμε λογικά. Η έκφραση διαφωνίας μέσα σε ένα κόμμα πρέπει να είναι ορατή για να δικαιολογεί την αποχώρηση. Να έχει αποτυπώματα και δημόσιο λόγο. Να συγκροτεί πραγματική εναλλακτική τοποθέτηση. Να την έχει καταλάβει δηλαδή ο πολίτης. Ακόμα πιο σημαντικό είναι όταν μία εσωκομματική ρήξη έχει όρους συλλογικότητας, όπως είναι οι τάσεις. Τότε ΝΑΙ μια πολιτική μετακίνηση, μία νέα κομματική επιλογή είναι θεμιτή και σεβαστή. Αντίθετα μια εικόνα σιωπής για ένα στέλεχος που σε χρόνο μηδέν κλείνει την πόρτα ενός κόμματος και ανοίγει μία άλλη είναι μία σκοτεινή εικόνα. Ταυτίζεται με το προσωπικό όφελος και όχι με ιδέες και πολιτική διαφωνία. Μοιάζει με αλλαγή επαγγελματικής στέγης για έναν επαγγελματία. Όμως αυτό δεν μπορεί να ισχύει για τα κόμματα. Δεν είναι- δεν πρέπει να είναι- κάτι σαν τις εταιρείες και τις επιχειρήσεις. Πολύ περισσότερο μάλιστα αν  η μετακίνηση γίνεται προς ένα κόμμα κυβερνητικής εξουσίας. Με απλά λόγια, αν κάποιος έχει δει έναν ή μία πολιτικό να διαφωνεί με το κόμμα του θα καταλάβει το δικαίωμα μίας άλλης επιλογής. Αν δεν φαίνεται, τότε κάτι βρωμάει.

Ας έρθουμε τώρα πιο αναλυτικά στην περίπτωση του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ όπου έχουν πυκνότερη εμφάνιση αυτά τα περιστατικά. Η σχηματικά ενδιάμεση θέση του χώρου αντικειμενικά ευνοεί αυτές τις περιπτώσεις. Η μακρά κυβερνητική διαδρομή του ΠΑΣΟΚ διαμόρφωσε μαζί με πολλές επιτυχίες και τις αρνητικές συνέπειες του κυβερνητισμού. Μια ορισμένη εκδοχή πολιτικής απολύτως προσηλωμένη στους κυβερνητικούς ρόλους, στα παιχνίδια εξουσίας. Σε απόσταση από τις προτεραιότητες για πολιτικά και ιδεολογικά επίδικα αλλά περίπου ως μοναδικό αυτοσκοπό. Μόνο έτσι μπορούμε να ερμηνεύσουμε τις μετακινήσεις στελεχών από το ΠΑΣΟΚ προς τον ΣΥΡΙΖΑ όταν αυτός ήταν σε τροχιά εξουσίας και τώρα προς την ΝΔ η οποία είναι σε θέση εξουσίας.

Υπάρχει βέβαια και μια ακόμα διάσταση. Πιο επίκαιρη. Το ΠΑΣΟΚ κλήθηκε σε συνθήκες χρεοκοπίας να βάλει πλάτη για την σωτήρια της χώρας. Και το έκανε! Με λάθη αλλά και με αυτοθυσία. Και όταν χρειάστηκε προχώρησε και σε συνεργασίες με τον ιστορικό του αντίπαλο, την ΝΔ. Αυτό όμως που έγινε σε έκτακτες συνθήκες παρερμηνεύτηκε – σκόπιμα ή μη- ως ένα είδος παραίτησης από τις ιστορικές διαχωριστικές γραμμές Αριστεράς και Δεξιάς, προοδευτικής και συντηρητικής τοποθέτησης. Με πρόσχημα την υπέρβαση των διαχωριστικών γραμμών φτάσαμε σε έναν χυλό όπου όλοι περίπου μοιάζουν και όλα μπορούν να γίνουν. Χωρίς πολιτικό πρόσημο και κοινωνικές αναφορές. Και μάλιστα σαν ένα είδος νομιμοποίησης για μετακινήσεις χωρίς εξηγήσεις, χωρίς αφήγημα, χωρίς αυτοκριτική για προηγούμενες πολιτικές τοποθετήσεις. Κάτι σαν ποδοσφαιρικές μετακομίσεις. Και όλως τυχαίως για προσωπικούς ρόλους σε ένα κόμμα εξουσίας. Με δύναμη και πελατειακά δίκτυα. Κάπου εδώ όλοι τα καταλαβαίνουν όλα!

Αναδημοσίευση από “ΤΑ ΝΕΑ”