Ορθολογισμός αντί πελατειασμού στις προσλήψεις. Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΚΑΡΚΑΤΣΟΥΛΗ
Ο προγραμματισμός των προσλήψεων αποτελεί μια από τις πολλές ορθολογικές ενέργειες και διαδικασίες που καταλήγουν στην πρόσληψη προσωπικού στο δημόσιο.
Προηγούνται και έπονται άλλες διαδικασίες και ενέργειες, προκειμένου να ολοκληρωθεί όχι απλώς η πρόσληψη αλλά η πρόσληψη των ικανότερων και αξιότερων.
Βεβαίως, μια δημόσια διοίκηση κι ένα πολιτικό σύστημα που έχουν ενσωματώσει μια πελατειακή κουλτούρα, αντιμάχονται τους ορθολογικούς σχεδιασμούς για την κατοχύρωση της αξιότητας όχι μόνον στις προσλήψεις αλλά και στο σύνολο των ενεργειών που απαρτίζουν την διοίκηση του ανθρώπινου δυναμικού.
Η ένταση αυτή σοβεί χρόνια και παρά τις ήττες του πελατειασμού, αυτός εξακολουθεί να απαντάται και να επικρατεί, όπου δεν υπάρχουν ορθολογικές διαδικασίες και άνθρωποι με το κατάλληλο ήθος και τις γνώσεις για να τον αντιμετωπίσουν.
Τούτων δοθέντων, ο προγραμματισμός των προσλήψεων μπορεί να αποτελέσει ένα θετικό μέτρο για τον εξορθολογισμό των προσλήψεων, εάν προηγηθεί μια αξιόπιστη διάγνωση αναγκών σε ανθρώπινο δυναμικό. Αξιόπιστη, βεβαίως, είναι εκείνη η διάγνωση που συναρτάται προς τις πραγματικές και όχι τις εικαζόμενες ανάγκες της δημόσιας οργάνωσης.
Η εκτίμηση των αναγκών δεν μπορεί να συνεχίσει να γίνεται με βάση τα διαπιστωμένα κενά στις υπηρεσίες αλλά με βάση τις τεκμηριωμένες κοινωνικές και οικονομικές ανάγκες που επιτάσσουν την παρέμβαση του κράτους.
Η εναρμόνιση των πραγματικών αναγκών με τις γραφειοκρατικές ανάγκες σπανίως, όμως, επιτυγχάνεται. Η ύπαρξη ενός μεγάλου ποσοστού (40%) του προσωπικού που υπηρετεί σε θέσεις διοικητικής υποστήριξης θέτει επί τάπητος το ζήτημα της επιτελικότητας και της ικανότητας του Δημοσίου να σχεδιάζει, εφαρμόζει και αξιολογεί δημόσιες πολιτικές που έχουν αναπτυξιακό χαρακτήρα και είναι φιλικές προς τον πολίτη.
Επείγει, λοιπόν, η καταγραφή των αναγκών σε επιτελικά στελέχη του Δημοσίου προκειμένου να ανατραπεί η σημερινή κατάσταση, όπου το Δημόσιο επιβαρύνεται με κόστος μισθοδοσίας των υπαλλήλων ενώ, ταυτόχρονα, αγοράζει υπηρεσίες από τον ιδιωτικό τομέα σε κρίσιμους τομείς με αιτιολογία την ανυπαρξία εξειδικευμένου προσωπικού!
Επείγει, επίσης, η καθοδήγηση και υποβοήθηση των Υπουργείων προκειμένου να ορίσουν τις πραγματικές ανάγκες τους, διότι άλλα μπορούν να το κάνουν έγκαιρα κι άλλα όχι. Θα εξοικονομούσαμε σημαντικούς πόρους και θα βελτιώναμε την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα των δημοσίων οργανώσεων, εάν θα μπορούσε να υπάρξει ένας οργανωμένος προγραμματισμός αναγκών χωρίς σημαντικές εξαιρέσεις. Το φαινόμενο των εκτάκτων, ο αριθμός των οποίων δεν είναι καθόλου αμελητέος, είναι συνέπεια και της αδυναμίας προγραμματισμού των προσλήψεων.
Εάν ο προγραμματισμός είναι ένα σημαντικό βήμα στον εξορθολογισμό της διοίκησης του ανθρώπινου δυναμικού, η διαφάνεια στην τήρηση των διαδικασιών πρόσληψης είναι εξ ίσου σημαντική. Η ύπαρξη του ΑΣΕΠ, της Ανεξάρτητης Αρχής για τις προσλήψεις αποτελεί, σήμερα την ισχυρότερη εγγύηση την επίτευξή του.
Μένουν, όμως, ακόμη πολλά να γίνουν, ώστε η Ελλάδα να αφήσει πίσω της την παράδοση του πελατειασμού και της αναξιοκρατίας. Η δρομολόγηση των αλλαγών και μεταρρυθμίσεων πρέπει να είναι συνεχής, εις πείσμα, μάλιστα, των αλλεπάλληλων κρίσεων. Ίσως, κιόλας, οι κρίσεις να αποτελούν έναν επιταχυντικό παράγοντα στη δρομολόγησή τους. Μόνον έτσι θα μπορέσουμε να ανασχέσουμε τις συνέπειες των πολλαπλών απειλών και καταστροφών.
Επομένως, η λήψη αποφάσεων και η εφαρμογή μιας σειράς διοικητικών μεταρρυθμίσεων που παραμένουν «παγωμένες», εδώ και χρόνια, επείγει. Όσο κι αν τα μικρά βήματα και οι ψηφιακές εφαρμογές βοηθούν στην ελάφρυνση του γραφειοκρατικού φόρτου δεν οδηγούν στην ριζική αλλαγή της δημόσιας διοίκησης. Οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να γίνουν!
Αναδημοσίευση από “ΤΑ ΝΕΑ”