Μας αφορά η κλιματική κρίση; Του ΚΩΣΤΑ ΚΑΛΛΙΤΣΗ
Το πρόβλημα της κλιματικής κρίσης είναι οικουμενικό: Τα τελευταία οκτώ χρόνια ήταν τα θερμότερα που έχουν καταγραφεί από το 1850, πέρυσι η άνοδος της στάθμης της θάλασσας και η υπερθέρμανση των ωκεανών έφθασαν σε νέα υψηλά επίπεδα, ενώ νέο ρεκόρ σημείωσαν οι συγκεντρώσεις ρύπων στην ατμόσφαιρα.
Είναι και δικό μας πρόβλημα: Η Ελλάδα βρίσκεται μέσα στην κόκκινη ζώνη. Για «θερμοκρασίες Σουδάν», αν δεν αναστρέψουμε την πορεία, μιλούσε προχθές ο Χρ. Ζερεφός στον ΣΚΑΪ, για καύσωνες διαρκείας (χωρίς να αποκλείσει 50άρια), με ό,τι συνεπάγονται για την ανθρώπινη ζωή και την υγεία, τα δάση, τα νερά και τις καλλιέργειες, μιλούσε στην ΕΡΤ ο Κ. Λαγουβάρδος, διευθυντής Ερευνών του Αστεροσκοπείου.
Λίγα χιλιόμετρα μακρύτερα, στην Πειραιώς, στο Ιδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, ο Κυριάκος Μητσοτάκης παρουσίαζε το κυβερνητικό πρόγραμμα της Ν.Δ.
Το πρόγραμμα περιείχε πολλές υποσχέσεις, κυρίως για θέματα οικονομίας. Πολύ περισσότερες από όσες θα περίμενε κανείς να δίνει μια κυβέρνηση που, χωρίς να αγγίξει κρίσιμα για την ανάπτυξη πεδία ή να αποπειραθεί να κάνει τις κρίσιμες μεταρρυθμίσεις στρατηγικής σημασίας, αύξησε το δημόσιο χρέος κατά 45 δισ. ευρώ και δαπάνησε πάνω από 55 δισ. (τόσα όσα είχαμε γλιτώσει με το κούρεμα του χρέους το 2012…) σε –εν μέρει άνευ κριτηρίων δικαιοσύνης και ανάπτυξης– επιδοτήσεις, με αποτέλεσμα να ανακτηθούν οι απώλειες ΑΕΠ από την κρίση COVID-19. Αυτό που αποκαλεί «ανάπτυξη».
Θα μπορούσε το πρόγραμμα να διεκδικεί ορισμένη πειστικότητα, αν επιχειρούσε μια τεκμηριωμένη κοστολόγηση των παροχών. Αν, επίσης, επεξηγούσε ορισμένες ακραίες ασάφειες – πώς, για παράδειγμα, θα υποχρεώσει τον ιδιωτικό τομέα να αυξήσει τους μισθούς (που μειώθηκαν 7,4% πέρυσι) πάνω από 25% στην 4ετία; Αν, επίσης, συνόδευε κρίσιμες υποσχέσεις με ένα δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα, πότε/μέχρι πότε θα κάνει τι (αντί για ρητορείες όπως «επιτάχυνση χρόνου απονομής δικαιοσύνης» ή «συστήνεται υπηρεσία –κι άλλη;– για την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου» κ.ά.). Αν, τέλος, η απερχόμενη κυβέρνηση έκανε κάτι που να δείχνει διάθεση ειλικρίνειας. Πόση πειστικότητα έχουν υποσχέσεις περί θεσμών, διαφάνειας και κράτους δικαίου όταν υπάρχει στο δωμάτιο ο ελέφαντας που λέγεται σκάνδαλο υποκλοπών και –ίσως το πιο μεγάλο…– η συγκάλυψή του; Ή, για να αλλάξουμε πεδίο, πόσο λογικό και δίκαιο είναι να τάζεις νέες αυξήσεις 3,4% στις συντάξεις (πλέον του προεκλογικού 7,8%) που «εδώ και τώρα» τις πληρώνουν οι μισθοί των 500 ευρώ μεικτά που παίρνουν όσοι νέοι έως 25 ετών έχουν (την τύχη να έχουν) μια ευκαιριακή δουλειά, των 800 ευρώ που παίρνουν οι νέοι 25-34 ετών και οι φορολογούμενοι; Ή, πάλι, ποιος θα πιστέψει τα περί αξιοποίησης του Ταμείου Ανάκαμψης για κοινωνικούς στόχους, όταν –για παράδειγμα– σε αυτό έχει ενταχθεί μόλις ένα πρόγραμμα ανακαίνισης 100 κατοικιών, ενώ οι Ιταλοί έχουν εντάξει κοινωνικά προγράμματα κατασκευής 11.000, οι Ισπανοί 20.000 κι οι Πορτογάλοι 25.000 κατοικιών;
Αλλά αυτό που μου κάνει εντύπωση δεν είναι τόσο τα οικονομικά του προγράμματος. Αυτό που μου κάνει εντύπωση είναι τα κενά στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Απουσιάζουν η έμπρακτη έγνοια για τις υποδομές, που θα πρέπει να καταστούν ανθεκτικές στα ακραία καιρικά φαινόμενα των επόμενων ετών, και η γνήσια αγωνία για τη μείωση των εκπομπών ρύπων. Διότι ένας οικονομικός εκτροχιασμός διορθώνεται – έστω με βαρύτατο τίμημα. Ομως ο περιβαλλοντικός εκτροχιασμός είναι μη αναστρέψιμος.
Αναδημοσίευση από “Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ”