Μήπως Σύμφωνο Μη Επίθεσης με Τουρκία; Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΙΩΑΚΕΙΜΙΔΗ

«Ό,τι απειλείται δεν αποστρατιωτικοποιείται». Ορθόν. Αυτό είναι το  πολιτικό επιχείρημα  για τη στρατιωτικοποίηση των νησιών του Αν. Αιγαίου, στρατιωτικοποίηση που νομιμοποιείται (και) από τον καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ (δικαίωμα αυτοάμυνας). 

Από την πλευρά της, η Τουρκία επικαλείται σειρά από νομικά επιχειρήματα για την αποστρατιωτικοποίηση ενώ αρνείται την ύπαρξη απειλής , έστω κι αν υπάρχει το casus belli και οι στρατιωτικές δυνάμεις στις Μικρασιατικές ακτές. Αλλά όσο έγκυρα κι αν είναι τα ελληνικά επιχειρήματα δεν οδηγούν βέβαια σε κάποιο συγκεκριμένο πρακτικό αποτέλεσμα. Τα διαβάζουν όσοι τα διαβάζουν. Και η Τουρκία συνεχίζει την πολιτική  και  επιχειρηματολογία της όπως η ίδια την διαβάζει στις Συνθήκες . Το ερώτημα είναι εάν μπορούμε στο ζήτημα αυτό να κάνουμε κάτι πιο δραστικό που εάν τουλάχιστον δεν φέρει πρακτικά αποτελέσματα, να φέρει την Τουρκία σε δύσκολη θέση. Γιατί το επιχείρημα λ.χ. ότι η Συνθήκη των Παρισίων (1947 – Δωδεκάνησα) είναι Res inter alios acta είναι μεν έγκυρο είναι ωστόσο βέβαιο ότι δεν  συγκινεί την Τουρκία ή κατανοείται από κάποιους άλλους. 

Εάν στο ζήτημα της (απο)στρατιωτικοποίησης η μεν Ελλάδα εκτιμά ότι τα νησιά απειλούνται, η δε Τουρκία ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει από πλευράς της απειλή (ανεξάρτητα από τα casus belli, κλπ.), τότε μήπως θα πρέπει να επιστρέψουμε στην ιδέα – πρόταση του Κ. Καραμανλή του 1976;  Μήπως, παρά τις  αυτονόητες σημερινές   δυσκολίες,   θα πρέπει να προτείνουμε στην Τουρκία τη σύναψη συμφώνου μη επίθεσης όπως έκανε ο Καραμανλής τον Απρίλιο  1976; Ο οποίος είχε τότε προτείνει στην Άγκυρα «δια συμφωνίας να θέσωμεν τέρμα εις τον ανταγωνισμόν των εξοπολισμών που γίνεται εις βάρος της ευημερίας των λαών μας. Και δεύτερον, να συνάψωμεν σύμφωνον μη επιθέσεως και να επιδιώξωμεν την διευθέτησιν των διαφορών μας με ειρηνικάς διαδικασίας».  Η Ελλάδα (ΥΠΕΞ) είχε μάλιστα ετοιμάσει σχέδια των σχετικών συμφωνιών αλλά η πρωτοβουλία δεν καρποφόρησε καθώς απορρίφθηκε από την Άγκυρα. Βεβαίως η ιδέα σύναψης συμφώνου μη επίθεσης για δύο χώρες μέλη της ίδιας συμμαχίας, ΝΑΤΟ εμφανίζεται ως  οξύμωρη ενώ και η έννοια  του συμφώνου  έχει κάπως απαξιωθεί από την ιστορική εμπειρία. Ωστόσο στη συγκεκριμένη περίπτωση ίσως να συνιστά μια λύση. Αν και το πιθανότερο είναι ότι η Άγκυρα θα (ξανα)απορρίψει την ιδέα. Αλλά τότε θα είναι βαθύτατα εκτεθειμένη στη διεθνή κοινότητα και η Ελλάδα πλήρως δικαιολογημένη στη στρατιωτικοποίηση.

 Ένα σύμφωνο μη επίθεσης θα πρέπει να συνοδεύεται από κάποιο μηχανισμό ελέγχου των εξοπλισμών. Έλεγχος που είναι άλλωστε απόλυτα αναγκαίος. Ελλάδα και Τουρκία ως Μεσογειακές χώρες αντιμετωπίζουν ως ήμερα  άλλες απειλές και κινδύνους, κάτι που το υπογραμμίζουν με τραγικό τρόπο οι τελευταίες καταστροφικές πυρκαγιές. Και για την αντιμετώπιση των απειλών αυτών ούτε τα Ραφάλ ούτε τα γερμανικά υποβρύχια είναι τα κατάλληλα μέσα. Η κοινή λογική θα πρέπει να πρυτανεύσει. Δεν είναι δυνατόν οι δύο χώρες να έχουν τις υψηλότερες στρατιωτικές δαπάνες αλλά να μην έχουν τα επαρκή σύγχρονα  μέσα για την κατάσβεση των πυρκαγιών. 

Ο Χ. Κίσσιγκερ μιλώντας πρόσφατα για την ένταση στις σχέσεις ΗΠΑ – Κίνας τόνισε ότι η αφετηρία για την αποκλιμάκωση θα πρέπει να είναι μια συμφωνία για την αποφυγή του πολέμου. Ένα σύμφωνο μη επίθεσης θα έκανε ακριβώς αυτό (έστω στα χαρτιά) για Ελλάδα – Τουρκία

Α, ο Χ. Κίσσιγκερ είχε πει και κάτι άλλο παλαιότερα. Ότι οι επικίνδυνα δύσκολα καταστάσεις ξεπερνιούνται με τολμηρές ιδέες…

Δημοσίευση από “ΤΑ ΝΕΑ”