Κρίσιμες παραδοχές. Του Θόδωρου Μαργαρίτη
Η συζήτηση για τον χώρο της Κεντροαριστεράς έχει ορισμένες βασικές παραδοχές-κάτι ως προαπαιτούμενα -ώστε να βγάλουμε άκρη πέρα από τα μεγάλα λόγια.
Παραδοχή πρώτη. Οι δυνάμεις της Κεντροαριστεράς δεν αξιοποιούν την σοβαρή πτώση της ΝΔ και την κοινωνική αμφισβήτηση. Η αποχή και η ψήφος διαμαρτυρίας παρουσιάζουν πιο αυξημένες καταγραφές στις δημοσκοπήσεις. Η Κεντροαριστερά κινείται στα όρια της «εκλογικής φτώχειας». Το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ παρά τις δυο διασπάσεις του ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σε στασιμότητα. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει γίνει πια ένα μικρό κόμμα ενώ η Νέα Αριστερά δεν περνά το κατώφλι εισόδου στην βουλή. Επομένως η όποια ωραιοποίηση της εικόνας δεν αποτελεί βάση συζήτησης.
Παραδοχή δεύτερη. Αν ενισχύονται η Πλεύση Ελευθερίας και το άθροισμα της Ακροδεξιάς διαμαρτυρίας αυτό δεν σημαίνει ότι ο κόσμος τρελάθηκε αλλά κάτι δεν κάνουν σωστά τα λεγόμενα «συστημικά» κόμματα. Η εμπειρία διακυβέρνησης αντί να θεωρείται προσόν διαχειριστικής ικανότητας τείνει να μετρηθεί ως μειονέκτημα. Η υπόθεση του ελληνικού σιδηροδρόμου ενοχοποιεί απολύτως την ΝΔ αλλά στο κάδρο μπαίνουν και οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Η οικονομική κατάσταση θυμίζει την λιτότητα στην περίοδο των μνημονίων. Κατά συνέπεια η κυβέρνηση αντιμετωπίζεται ως «εχθρός του λαού». Τα Προοδευτικά κόμματα δεν κερδίζουν τις λαϊκές τάξεις.
Παραδοχή τρίτη. Οι πολίτες αντιλαμβάνονται τον θεμιτό ανταγωνισμό των κομμάτων της Δημοκρατικής αντιπολίτευσης. Οι διαφορές στα προγράμματα, ο στόχος για αλλαγή συσχετισμών με βάση τις προτεραιότητες του κάθε κόμματος είναι στο προσκήνιο. Για εμάς- στο ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ- είναι λογική η προσπάθεια να εδραιωθεί στην κοινωνία το πρόγραμμα της Σοσιαλδημοκρατίας μέσα από μία αυτόνομη στρατηγική. Το ίδιο ισχύει και για τα άλλα προοδευτικά κόμματα. Οι πολίτες όμως στην ποιοτική στάθμιση των δημοσκοπήσεων δεν θέλουν έναν ασταμάτητο καυγά ανάμεσα στις δυνάμεις της Δημοκρατικής αντιπολίτευσης. Δεν θέλουν να διευκολύνεται η κυριαρχία της κυβερνητικής εξουσίας. Επομένως ο κοινός βηματισμός στο αντιπολιτευτικό πεδίο, η συνεννόηση στην βουλή, στα συνδικάτα, στα μαζικά κινήματα είναι χρήσιμες επιλογές.
Η συμφωνία για αυτές τις διαπιστώσεις αποτελεί το πιο σημαντικό ζήτημα στον διάλογο για το μέλλον της Κεντροαριστεράς. Οι διαφωνίες σε αυτές τις εκτιμήσεις αποτελούν- κατά την γνώμη μου- υπεκφυγή για ρεαλιστικές απαντήσεις. Η επίκληση για τις άγριες διαμάχες από το παρελθόν έχει περισσότερη σχέση με την διαχείριση τραύματος στο ψυχαναλυτικό επίπεδο. Είναι σεβαστό. Αλλά δεν συγκροτεί ρεαλιστική πολιτική για την ανατροπή της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Για όσους την θέλουν!
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ