Η έκκεντρη πορεία του Κέντρου Διακυβέρνησης. Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΚΑΡΚΑΤΣΟΥΛΗ

Η ύπαρξη του Κέντρου Διακυβέρνησης έχει αποτελέσει ένα διαχρονικό αιτούμενο όλων των Ελλήνων και ξένων ειδικών για τα θέματα οργάνωσης και λειτουργίας της Κυβέρνησης. Επαναλαμβάνεται, για περισσότερο από 15 χρόνια, από τον ΟΟΣΑ, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τους διοικητικούς επιστήμονες, Έλληνες και ξένους, που θεωρούν ότι η έλλειψη συντονισμού των δημοσίων υπηρεσιών (που αποτελεί το μείζον πρόβλημα της δημόσιας διοίκησης της χώρας) δεν μπορεί να θεραπευτεί παρά μόνον με την ύπαρξη ενός Κέντρου Συντονισμού, ενός Κέντρου Διακυβέρνησης.

Η πρόταση για την δημιουργία μιας δομής που θα αναλάμβανε την εκπόνηση της Στρατηγικής για την διοίκηση του κράτους και την παρακολούθηση της εφαρμογής των δημοσίων πολιτικών προσέκρουσε, όμως, στην άρνηση είτε ολιγωρία των πρωθυπουργών στους οποίους απευθυνόταν. Αρχής γενομένης από τον Κ. Καραμανλή ο οποίος δεν ενστερνίστηκε τις βασικές λειτουργίες του Κέντρου Διακυβέρνησης ως λειτουργίες του δικού του Κράτους-Στρατηγείου. Εάν το Κέντρο Διακυβέρνησης εμπλεκόταν στην άσκηση των δημόσιων πολιτικών, αυτομάτως, ο πρωθυπουργός θα έπρεπε να αναλάβει μέρος της ευθύνης από πιθανά σφάλματα ή αποτυχίες. Και ο συγκεκριμένος πρωθυπουργός δεν ήθελε να την αναλάβει.

Οπότε, το αίτημα δημιουργίας του Κέντρου Διακυβέρνησης μεταφέρθηκε στον επόμενο: Ο Γ. Παπανδρέου, γνώστης και θιασώτης των συστημάτων διακυβέρνησης των αγγλοσαξωνικών χωρών ενστερνίστηκε την ιδέα του “Cabinet Office” πιστεύοντας ότι θα μπορούσε να ευδοκιμήσει παρ’ ημίν. Δεν πρόλαβε να την εφαρμόσει, πλην όμως ο σπόρος είχε φυτρώσει. Ο Α. Σαμαράς αποδέχτηκε, υπό την πίεση της της Τροϊκας, την δημιουργία της Γενικής Γραμματείας Συντονισμού η οποία συνέχισε να λειτουργεί και υπό τον Α. Τσίπρα. Ενώ, όμως, η δομή της ήταν επιτελική, η λειτουργία της κάθε άλλο παρά επιτελική ήταν. Ουσιαστικά λειτουργούσε ως ενδιάμεσος για να λύνει συγκρούσεις χαμηλού επιπέδου με όπλο την ιδιότητά της ως μέρος του «πρωθυπουργικού γραφείου».

Ο νόμος 4622 της παρούσας διακυβέρνησης, δημιούργησε την Προεδρία της Κυβέρνησης που υπάγεται στον πρωθυπουργό και που στεγάζει επιμέρους Γραμματείες με σκοπό την δημιουργία ενός «επιτελικού κράτους». Μια απ’ αυτές που έχει ειδικό βάρος είναι η Γενική Γραμματεία Πρωθυπουργού. Με μια, αδόκιμη τουλάχιστον, τροπολογία η Γραμματεία αυτή υπήχθη σε Υφυπουργό. Για τους μυημένους στα της δημόσιας διοίκησης αυτή ήταν η ληξιαρχική πράξη θανάτου και αυτού του Κέντρου Διακυβέρνησης. Ο πρωθυπουργός, εφεξής, θα είναι αμέτοχος των ευθυνών, λαθών η παραλείψεων για κάποια δημόσια πολιτική, αφού τις έχουν ήδη αναλάβει οι υπουργοί και οι υφυπουργοί του.

Όπισθεν ολοταχώς, λοιπόν.

Τελικά μήπως φταίει το Κέντρο Διακυβέρνησης ως μεταρρύθμιση; Η, μήπως, την ακύρωσε η ελληνική κουτοπονηριά που την αποκένωσε από το ουσιαστικό της περιεχόμενο, δείχνοντάς μας μια δομή χωρίς την πρέπουσα λειτουργία της; Η στρατηγική και ο συντονισμός είναι λειτουργίες ενός μοντέλου οργάνωσης που διακρίνει αυστηρά, τις επιτελικές από τις εκτελεστικές αρμοδιότητες, δημιουργώντας μια δομή πολύ-επίπεδης διακυβέρνησης για την εφαρμογή τους. Αντίθετα, η ροπή προς την εκτελεστότητα και η εμπλοκή του υψηλότερου επιπέδου στην λειτουργία των κατώτερων, είναι στοιχεία του πελατειασμού και της συγκεντρωτικής διακυβέρνησης. Δεν μπορούμε, όμως, να συνεχίσουμε να πορευόμαστε με το πελατειακό μοντέλο οργάνωσης και διοίκησης του κράτους, αποδεχόμενοι την αδυναμία των πολιτικών ηγεσιών να διοικήσουν τη χώρα μ’ ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό τρόπο. Δεν μπορούμε και δεν πρέπει να δεχτούμε, μοιρολατρικά, την αδυναμία προώθησης μεγάλων οριζόντιων μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η χώρα. Χρειάζεται εργασία και σοβαρότητα γι’ αυτές. Πάνω απ’ όλα, όμως, χρειάζεται μια διακυβέρνηση που να κατανοεί και να εννοεί την αναγκαιότητα των μεταρρυθμίσεων στο σύστημα διακυβέρνησης

Αναδημοσίευση από “ΤΑ ΝΕΑ”