Ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα: Η λειτουργία ενός δείκτη είναι να εστιάσουμε στα προβλήματα. Της ΕΦΗΣ ΣΤΕΦΟΠΟΥΛΟΥ

Δημοσιεύτηκε ο δείκτης για την ελευθερία του τύπου ο οποίος κατατάσσει την Ελλάδα στην χειρότερη θέση στην ΕΕ, και καταδεικνύει μια πρωτοφανή πτώση της χώρας μας την τελευταία χρονιά.

Ακολούθησε μια σκληρή κριτική στον δείκτη. Το ενδιαφέρον είναι ότι ο δείκτης δεν είναι καινούριος: καταγράφεται τα τελευταία 20 χρόνια κι έχει γίνει παγκόσμια αποδεκτός με τις όποιες αντιρρήσεις εγείρει συνήθως ένας σύνθετος δείκτης που προσπαθεί να αποτυπώσει ένα περίπλοκο κοινωνικό φαινόμενο (όπως πχ και ο δείκτης της διεθνούς αμνηστίας για την διαφθορά).

Ειδικά στη χώρα μας, ο ίδιος δείκτης είχε τύχει μιας τελείως διαφορετικής υποδοχής από τα, τότε, αντιπολιτευόμενα μέσα, το 2016, 2017 και 2018. Εκείνες της χρονιές, η έκδοση του ίδιου δείκτη είχε συνοδευτεί από ουκ ολίγα δημοσιεύματα με τίτλους όπως «Στα τάρταρα η Ελλάδα για την ελευθερία του τύπου το 2015» (iefimerida), «Η Ελλάδα 88η στην ελευθερία του τύπου» (Protagon), «Η ασύμμετρη ελευθερία του τύπου στην Ελλάδα» (Liberal) κ.λπ.

Οι σύνθετοι δείκτες, όπως ο συγκεκριμένος, συγκρίνουν τις επιδόσεις των χωρών σε έναν τομέα, συμπυκνώνοντας πολύπλοκες και ενίοτε δυσνόητες έννοιες, σε κάποιες επιλεγμένες παραμέτρους.

Επειδή είναι αδύνατο να τηρούνται διαχρονικά πρωτογενή πανομοιότυπα δεδομένα για ένα φαινόμενο σε όλες τις χώρες, οι σύνθετοι δείκτες συχνά βασίζονται σε ερωτηματολόγια που αποστέλλονται σε ομάδες ειδικών σε κάθε χώρα.

Έτσι, για παράδειγμα, ο δείκτης για την ευκολία στο επιχειρείν «Doing business» της Παγκόσμιας Τράπεζας χρησιμοποιεί ένα δίκτυο δικηγορικών γραφείων σε κάθε χώρα, τα οποία απαντούν το ερωτηματολόγιο, ο δείκτης για την ελευθερία του τύπου ένα δίκτυο δημοσιογράφων κ.ο.κ.

Εκείνο, όμως, που έχει σημασία, όπως, άλλωστε αναφέρει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο εγχειρίδιό της για την διαμόρφωση σύνθετων δεικτών, είναι ότι οι δείκτες αυτοί πρέπει να θεωρούνται ως μέσο για την έναρξη συζητήσεων και την τόνωση του δημόσιου ενδιαφέροντος για ένα θέμα. Όχι ως μεζούρα κομπασμού για το ποια χώρα είναι καλύτερη ή χειρότερη.

Η ουσία είναι, όμως, ότι δεν καταφέραμε να ανοίξουμε τη συζήτηση για την ανεξαρτησία του τύπου στην Ελλάδα. Μια συζήτηση για την ερευνητική δημοσιογραφία και το κατά πόσο αυτή είναι εφικτή και δεν ορθώνονται οικονομικά, δικονομικά, τρολικά κλπ εμπόδια στο δρόμο της

Τα περιστατικά, που όλοι θυμόμαστε, ειδικά το διάστημα της πανδημίας, δεν είναι αμελητέα. Για παράδειγμα, η έγκυρη δημοσιογράφος επί δεκαετίες σε σοβαρά έντυπα Δήμητρα Κρουστάλλη εξαναγκάστηκε σε παραίτηση από το ΒΗΜΑ όταν δημοσίευσε την έρευνά της για την ανεπάρκεια του ΕΟΔΥ, καταγγέλλοντας «ασφυκτική πίεση από το μέγαρο Μαξίμου».Η ΕΡΤ Ορεστιάδας είχε εκδώσει ανακοίνωση που έλεγε ότι «… από σήμερα, δυστυχώς, διακόπτεται -όχι από επιλογή μας- η ανάρτηση και μετάδοση από τις συχνότητες της ΕΡΤ Ορεστιάδας του ημερήσιου ρεπορτάζ με τα στοιχεία από το νοσοκομείο αναφοράς της Αλεξανδρούπολης».

Την ίδια περίοδο πολλοί διοικητές νοσοκομείων – οι οποίοι σημειωτέο ήταν κομματικές επιλογές της παρούσας κυβέρνησης – κατήγγειλαν ότι τους ασκούνταν bullying για να μην μιλάνε δημόσια για την κατάσταση των νοσοκομείων τους επί covid. Είκοσι εκατομμύρια ευρώ μοιράστηκαν χωρίς κριτήρια και απόλυτη αδιαφάνεια σε ΜΜΕ. Ένα ελληνικό watchdog – η ΜΚΟ vouliwatch είχε ρωτήσει επανειλημμένα την Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης και την Εθνική Αρχή Διαφάνειας σχετικά με τα κριτήρια με τα οποία διανεμήθηκαν τα λεφτά της λίστας Πέτσα, χωρίς να πάρει απάντηση.

Στη συνέχεια το vouliwatch προσέφυγε για το θέμα στη Δικαιοσύνη, και τον Φεβρουάριο το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών εξέδωσε απόφαση που το δικαιώνει και «διατάσσει να αναπεμφθεί η υπόθεση στη Διοίκηση», που σημαίνει ότι τη στέλνει πίσω στη Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης για να πράξει τα δέοντα και να συμμορφωθεί, ενώ παράλληλα καταλογίζει σε βάρος της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας τα δικαστικά έξοδα του Vouliwatch.

Επίσης, στον νόμο για το επιτελικό κράτος (Ν4622/2019) αυξήθηκαν οι θέσεις δημοσιογράφων που μπορούν να απασχολούνται σε υπουργικά γραφεία: ένα «τυράκι» του στυλ «αν είσαι καλό παιδί, μπορεί να υπάρξει μια θεσούλα και για σένα» για τους δημοσιογράφους που σε μια περίοδο κρίσης και ακρίβειας πληρώνονται με το κομμάτι ψίχουλα από ιστοσελίδες και έντυπα. Αυτή είναι μια μικρή μόνο σταχυολόγηση περιστατικών που θα έπρεπε να μας έχουν ενεργοποιήσει σχετικά με τον τύπο στην Ελλάδα.Όχι, λοιπόν, δεν είναι όλα ρόδινα και ανθηρά σε ό,τι αφορά την ελευθερία του τύπου στην Ελλάδα. Αν αποτύπωσε καλύτερη ή χειρότερα ο δείκτης την κατάσταση είναι δευτερεύουσας σημασίας.

Πρωτεύει να συνειδητοποιήσουμε ότι η ελευθερία του τύπου βρίσκεται στον πυρήνα της σύγχρονης Δημοκρατίας και δεν είναι κάτι απόμακρο, χωρίς πρακτικές συνέπειες. Η σχέση μεταξύ δημοκρατίας, ελευθερίας του Τύπου και ανάπτυξης έχει τεκμηριωθεί επαρκώς από πολλές μελέτες: Όσο μεγαλύτερη ελευθερία έχουν οι δημοσιογράφοι, τόσο μεγαλύτερος είναι ο έλεγχος της διαφθοράς, και, κατά συνέπεια, τόσο μεγαλύτερη είναι η εστίαση των διαθέσιμων πόρων σε θέματα αναπτυξιακής προτεραιότητας.

Ο ρόλος του πολίτη στις Δημοκρατίες δεν είναι κληρονομικό μας δικαίωμα: Οφείλουμε να εκτιμήσουμε και να τιμήσουμε το γεγονός ότι έχουμε δικαίωμα σε μη χειραγωγούμενη ενημέρωση. Αυτό το δικαίωμα πρέπει να υπερασπιστούμε, γιατί όπως δείχνει η προϊούσα έκπτωση τέτοιων δικαιωμάτων σε δημοκρατικές χώρες που διολισθαίνουν επικίνδυνα σε αυταρχικές και νέο-συντηρητικές λογικές, κανένα δικαίωμα δεν είναι παντοτινό, αν δεν τον φροντίζεις και δεν είσαι σε εγρήγορση ως πολίτης, γι’ αυτό.

Δημοσίευση από “thecaller.gr”