Δ. ΨΑΡΡΑΣ (στην ananeotikiaristera.gr): «Εξαιρετικά σημαντικό γεγονός που οι ακραίες θέσεις του Τραμπ δοκιμάστηκαν και ηττήθηκαν».

Του Κώστα Πανδή

Ο δημοσιογράφος της «Εφημερίδας των Συντακτών» Δημήτρης Ψαρράς μιλά στην «ananeotikiaristera.gr» και αναφέρεται στον κάθετο διαχωρισμό των πολιτών στις ΗΠΑ με βαθιές πολιτικές αντιθέσεις που έχουν πλέον και πολιτισμικά χαρακτηριστικά, στον οποίο στηρίχτηκε ο Τραμπ και με την όξυνση του κέρδισε τις εκλογές του2016. Μας θυμίζει ότι ο Τραμπ αν και δεν ξεκίνησε τη διεκδίκηση του προεδρικού χρίσματος το 2016 ως εκπρόσωπος του ρεπουμπλικανικού κόμματος, στη συνέχεια επέβαλε στο κόμμα αυτό θέσεις της σύγχρονης Αμερικανικής  Ακροδεξιάς και, στην προσπάθεια του να ηγηθεί του χώρου αυτού, προχωρούσε σε σοκαριστικές δηλώσεις κάνοντας φανερή την έμπρακτη αμφισβήτηση όχι μόνο της πολιτικής ορθότητας αλλά και του  στοιχειώδους πλαισίου νομιμότητας, θυμίζοντας πρακτικές της Χρυσής Αυγής. Γι΄ αυτό θεωρεί πολύ σημαντικό ότι με την ήττα του Τραμπ αυτές οι ακραίες θέσεις δοκιμάστηκαν και ηττήθηκαν.

Αναφέρει ότι μέσω της εκλογής του Τραμπ, αρκετά κόμματα και κυβερνήσεις στην Ευρώπη επιχείρησαν να δημιουργήσουν μια αντίρροπη δύναμη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αφού για πρώτη φορά είχαμε εκτός του οικονομικού ανταγωνισμού ΗΠΑ-ΕΕ και ανταγωνισμό με πολιτικά χαρακτηριστικά. Τονίζει  ότι με την εκλογή Τραμπ και κάτω από τις ευλογίες του κατέστη δυνατή η σύγκλιση κομμάτων και οργανώσεων της εθνικιστικής Ακροδεξιάς στην Ευρώπη και ότι οι προθέσεις του Τραμπ για αναθέρμανση των σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας ήρθαν να επισφραγίσουν τις ήδη υπάρχουσες σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς με στελέχη της κυβέρνησης Πούτιν. Καταλήγει ότι υπήρξε παράλληλη διαπλοκή οργανωμένων οπαδών του Τραμπ με ακροδεξιά ευρωπαϊκά σχήματα, αναφέροντας και παράδειγμα από την χώρα μας.

Η συνέντευξη

Πως σχολιάζετε το αποτέλεσμα των εκλογών στην Αμερική;

Το πρώτο συμπέρασμα από τις εκλογές στις ΗΠΑ είναι νομίζω αυτός ο κάθετος διαχωρισμός των πολιτών, μια βαθιά πολιτική αντίθεση που έχει αποκτήσει έντονα πολιτισμικά χαρακτηριστικά. Ασφαλώς οι βασικές αντιθέσεις υπήρχαν και είχαν κυρίως κοινωνική διάσταση, αλλά ο Τραμπ ήταν εκείνος ο οποίος στηρίχθηκε σ’ αυτόν τον διαχωρισμό για πρώτη φορά και επιδίωξε μεθοδικά να τον οξύνει, προκειμένου να εισαγάγει στο πολιτικό παιχνίδι ομάδες του πληθυσμού που έως τις παραμονές των εκλογών του 2016 παρέμεναν αδιάφορες για την κεντρική πολιτική σκηνή. Σε μεγάλο βαθμό το πέτυχε και χάρη σ’ αυτή την κοινωνική στήριξη κατόρθωσε να κυβερνήσει με αυταρχικό τρόπο και εκμηδενίζοντας τους πολιτικούς του αντιπάλους.

Ως γνωστόν ο Τραμπ δεν ξεκίνησε τη διεκδίκηση του προεδρικού χρίσματος ως εκπρόσωπος του Ρεπουμπλικανικού κόμματος, αλλά στην πορεία επέβαλε στο κόμμα τις δικές του ακραίες προτεραιότητες. Σε μεγάλο βαθμό το πέτυχε, αναδεικνύοντας σε πιο πιστό του ακόλουθο το ρεύμα της «alt-right», της σύγχρονης αμερικανικής Ακροδεξιάς που τρέφεται σε πρωτοφανή βαθμό από την ανάπτυξη των συνωμοσιολογικών τηλεοπτικών δικτύων και των νέων μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Είναι εκείνοι που επιχείρησαν να επέμβουν στις εκλογές του 2016, όταν φαινόταν ότι δεν επικρατεί ο εκλεκτός τους και φυσικά οι ίδιοι είναι που πόζαραν την προηγούμενη βδομάδα με βαρύ οπλισμό έξω από τα κέντρα διαλογής ψήφων στις Πολιτείες που δεν είχε κριθεί ακόμα το αποτέλεσμα.

Προκειμένου να αναδειχτεί σε ηγέτη αυτού του ρεύματος ο Τραμπ είχε φροντίσει να σοκάρει τους πάντες με δηλώσεις όπως εκείνη που έκανε τον Ιανουάριο του 2016, ότι θα μπορούσε να σταθεί στην Πέμπτη Λεωφόρο και να πυροβολήσει κάποιον κι αυτό το γεγονός δεν πρόκειται να του στερήσει ψήφους. Αυτή η έμπρακτη αμφισβήτηση όχι απλά της πολιτικής ορθότητας αλλά του ίδιου του πιο στοιχειώδους πλαισίου νομιμότητας είναι πολύ γνωστή και στους καθ’ ημάς φασίστες. Είναι γνωστές οι δηλώσεις Μιχαλολιάκου μετά από την επίθεση Κασιδιάρη στη Λιάνα Κανέλλη, ότι «η Χρυσή Αυγή ανέβηκε δύο ολόκληρες μονάδες στις κρυφές δημοσκοπήσεις μετά το επεισόδιο αυτό».

Ο Τραμπ αποδείχτηκε ότι είχε δίκιο με τις εκλογές του 2016 και ο Μιχαλολιάκος με τις εκλογές του 2012. Η σημερινή αποτυχία λοιπόν του Τραμπ είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό γεγονός, επειδή συνέβη μετά από έναν σκληρό προεκλογικό αγώνα που όλοι αυτές οι ακραίες θέσεις δοκιμάστηκαν και ηττήθηκαν.

Το φαινόμενο Τραμπ είναι απειλή και για την Ευρώπη;

Μπορεί ο Τραμπ να ακολούθησε μια πολιτική εθνικής «περιχαράκωσης», αλλά από την πρώτη στιγμή έστρεψε το ενδιαφέρον σε ομοϊδεάτες του από την Ευρώπη. Ο πρώτος Ευρωπαίος ηγέτης που συναντήθηκε μαζί του μετά την εκλογή του το 2016 ήταν ο Βρετανός Νάιτζελ Φάρατζ, γνωστός για τον ρόλο του στο Brexit, αλλά και για τις ακραίες εθνικιστικές και ρατσιστικές απόψεις.

Μέσω της εκλογής του Τραμπ επιχειρήθηκε από διάφορα κόμματα και κυβερνήσεις στην Ευρώπη να δημιουργηθεί μια αντίρροπη δύναμη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Φυσικά ο οικονομικός ανταγωνισμός ΗΠΑ-ΕΕ δεν είναι κάτι καινούριο. Όμως για πρώτη φορά κατά την προεδρία του Τραμπ φάνηκε ότι αυτός ο ανταγωνισμός μπορεί να πάρει και έντονα πολιτικά χαρακτηριστικά. Μέχρι σήμερα στην Ευρώπη είχε επιχειρηθεί κάτι παρόμοιο μόνο από ακραίες κομματικές διακρατικές συνεργασίες, όπως ήταν η «μαύρη διεθνής» που δοκίμασε να συγκροτήσει ο Ζαν Μαρί Λεπέν (1994-1995) και στη συνέχεια ο Βλάντιμιρ Ζιρινόφσκι (1996, Πατριωτική Διεθνής, Patrintern).

Με την εκλογή Τραμπ κατέστη δυνατή η σύγκλιση κομμάτων και οργανώσεων της εθνικιστικής Ακροδεξιάς στην Ευρώπη, εφόσον κάτω από την ευλογία του νέου πλανητάρχη επισπεύστηκαν διαδικασίες που μέχρι τότε σκόνταφταν στη διεκδίκηση της πρωτοκαθεδρίας και στον ανταγωνισμό των ποικίλων εθνικισμών. Και βέβαια η διακηρυγμένη πρόθεση του Τραμπ να αναθερμάνει τις σχέσεις των ΗΠΑ με τη Ρωσία ήρθε να επισφραγίσει τις ήδη υπαρκτές υπόγειες διασυνδέσεις μεταξύ των σχημάτων της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς και στελεχών της κυβέρνησης του Βλάντιμιρ Πούτιν. Ακόμα και η Χρυσή Αυγή διατηρούσε στενές σχέσεις με το περιβάλλον του προέδρου Πούτιν μέσω του εξέχοντος συμβούλου του Αλεξάντερ Ντούγκιν.

Οι προσπάθειες του Τραμπ να επηρεάσει τους πολιτικούς συσχετισμούς στην ΕΕ δεν περιορίζονταν σε συναντήσεις κορυφής. Υπήρξε μια παράλληλη διαπλοκή οργανωμένων οπαδών του με ακροδεξιά ευρωπαϊκά σχήματα. Ενδεικτική είναι η περίπτωση του Μάθιου Χάιμπαχ του «Traditionalist Youth Network», ο οποίος χαρακτηρίστηκε διάδοχος του Ντέιβιντ Ντιουκ, του περιβόητου ηγέτη της Κου Κλουξ Κλαν και πρωτοστατούσε στο κίνημα υπέρ του Τραμπ, διαλαλώντας ότι όσα κάνει τα έμαθε σε επισκέψεις του στην Ελλάδα και επαφές του με τον Μιχαλολιάκο!