Γ. ΓΕΩΡΓΑΤΟΣ (για ελληνοτουρκικά στην ananeotikiaristera.gr): «ΑΝΟΙΧΤΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΑ ΚΑΝΑΛΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΜΟΝΗ ΣΤΗΝ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑ»

 Του Κώστα Πανδή

Ο φιλόλογος, Αναπληρωτής Γραμματέας Ευρωπαϊκής Πολιτικής του Κινήματος Αλλαγής και μέλος της Γραμματείας της πολιτικής κίνησης «Ανανεωτική Αριστερά» Γεράσιμος Γεωργάτος μιλά στην «ananeotikiaristera.gr» για τις Τουρκοκυπριακές εκλογές και τις εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις των δύο υποψηφίων, Ακιντζί και Τατάρ, με τον πρώτο να υποστηρίζει ότι η επιβίωση των Τουρκοκυπρίων εξασφαλίζεται μέσω της επίλυσης, και τον δεύτερο μέσω της Τουρκικής παρέμβασης. Θεωρεί ότι η νίκη του Τατάρ ήρθε μετά την παρέμβαση της Άγκυρας, της οποίας εξυπηρετεί εξ’ ολοκλήρου τα σχέδια. Περιγράφει με γλαφυρό τρόπο και τα λάθη της Ελληνοκυπριακής πλευράς, τόσο με την απόρριψη του σχεδίου Αννάν το 2004 όσο και με την κατάρρευση των συνομιλιών στο Κραν Μοντανά το 2017 με την αποχώρηση Αναστασιάδη από τις συνομιλίες. Εκτιμά ότι το Κυπριακό μπαίνει σε μια περίοδο υψηλής αβεβαιότητας , με την ομοσπονδιακή λύση να μπαίνει, όπως λέει χαρακτηριστικά, «στην κατάψυξη», και η αφετηρία οποιασδήποτε επανεκκίνησης να ξεκινάει κάτω από το μηδέν.

Για τα Ελληνοτουρκικά υποστηρίζει ότι η τουρκική πολιτική των ευρύτερων γεωπολιτικών επιδιώξεων στην Αν. Μεσόγειο, στο πλαίσιο του δόγματος της «Γαλάζιας Πατρίδας», πραγματοποιείται με τη μεγάλη επένδυση που γίνεται  στο ναυτικό της, που εξυπηρετείται από την στήριξη του Ερντογάν, στα πλαίσια του συνδυασμού του κεμαλικού εθνικισμού με τον ισλαμισμό – αυτό που συνήθως αποκαλείται «νεοοθωμανισμός». Αναφέρεται στις συγκρουόμενες ελληνοτουρκικές διεκδικήσεις για τα χωρικά ύδατα, την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ, τονίζοντας την υστέρηση της χώρας μας σε κάποιες περιπτώσεις στη σαφήνεια και τη σταθερότητα της Ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, θεωρώντας μάλιστα όσους βάζουν, τη συγκεκριμένη στιγμή και συγκυρία, το ζήτημα των 12 μιλίων, ότι λαϊκίζουν εθνοπατριωτικά και ανέξοδα σε μια κοινή γνώμη εθισμένη στον εθνικισμό. Μια τέτοια γραμμή, εκτιμά, ότι μπορεί να οδηγήσει μέχρι και σε πολεμική σύρραξη. Προτάσσει αφ’ ενός την ανάγκη για διατήρηση της ψυχραιμίας και αποφυγή με κάθε τρόπο ενός θερμού επεισοδίου, και, αφ’ ετέρου, ανοιχτά διπλωματικά κανάλια και αξιοποίηση του Ευρωπαϊκού παράγοντα, ώστε να φτάσουμε χωρίς επεισόδια μέχρι την προσφυγή στη Χάγη.

Η συνέντευξη

1.Τι σηματοδοτούν τα αποτελέσματα των τουρκοκυπριακών εκλογών για το μέλλον του Κυπριακού;

Μουσταφά Ακιντζί, Κόμμα Ειρήνης και Δημοκρατίας – Ερσίν Τατάρ, Κόμμα Εθνικής Ενότητας. Από μόνοι τους οι τίτλοι των κομμάτων δείχνουν την διαμετρικά αντίθετη οπτική των δύο ανδρών σε σχέση με το κυπριακό. Για τον Ακιντζί η επιβίωση των Τ/Κ θα εξασφαλιζόταν μέσω της επίλυσης, για τον Τατάρ μέσω της παρουσίας της Τουρκίας. Ο Ακιντζί δεν εξυπηρετούσε τα σχέδια της Τουρκίας η οποία, σύμφωνα με κυπριακές πηγές, προχώρησε σε πρωτοφανείς παρεμβάσεις τα τρία τελευταία χρόνια, με την πολιτογράφηση 30.000 νέων εποίκων και με ισχυρή χρηματοδότηση του Τατάρ, επηρεάζοντας έτσι υπέρ του το εκλογικό αποτέλεσμα. Παρόλα αυτά, η διαφορά κινήθηκε μόλις στους 5000 ψήφους. Ο Τατάρ έχει τοποθετηθεί ευθέως και ανοιχτά υπέρ της λύσης των δύο κρατών, η Μόρφου έχει καιρό τώρα εποικιστεί, υπάρχει εκεί Πανεπιστήμιο και πραγματοποιούνται πολλές επενδύσεις, ενώ έχει πλέον ανοίξει και η Αμμόχωστος από τους Τ/Κ. Αυτό είναι αυτή τη στιγμή το σκηνικό.

Εκτός όμως από την τουρκική πολιτική, υπάρχουν και οι διαχρονικές και διακομματικές ευθύνες της Ε/Κ πλευράς της οποίας η στάση θα μπορούσε να περιγραφεί πολύ καλά από τον Θουκυδίδη με το περίφημο «λόγω μεν, έργω δε». Λόγω μεν ομοσπονδιακή λύση, έργω δε απόρριψη του σχεδίου Ανάν, το 2004, και κατάρρευση των συνομιλιών στο Γκραν Μοντανά, το 2017, με την αποχώρηση του Αναστασιάδη από τις συνομιλίες. Ακόμα ηχεί στα αυτιά μου το απίθανο σύνθημα του πρώην Προέδρου Χριστόφια για το σχέδιο Ανάν: «Λέγομεν ΟΧΙ για να τσιμεντώσομεν το ΝΑΙ». Ούτε ο Φώτης Κουβέλης επί ΔΗΜΑΡ δεν θα μπορούσε να το εφεύρει.

Ένας πρόσθετος παράγοντας είναι ότι από το 1974 και την τουρκική εισβολή και κατοχή στο βόρειο τμήμα του νησιού κοντεύουν πενήντα χρόνια. Οι νεότερες γενιές δεν έχουν πλέον βιωματική σχέση με τα γεγονότα. Το πολιτικό τους ενδιαφέρον έχει αμβλυνθεί και συνεχίζουν τις business as usual. Δεν είναι τυχαίο ότι σημαντική μερίδα του πληθυσμού εξέφραζε την άποψη, «τι Τατάρ, τι Ακιντζί, τίποτα δεν πρόκειται να γίνει». Κάπως σαν το τι Πλαστήρας, τι Παπάγος, στο πιο κουρασμένο και αδιάφορο.

Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, έχω την εντύπωση ότι η ομοσπονδιακή λύση αν δεν μπαίνει οριστικά στο περιθώριο, σίγουρα μπαίνει για καιρό στην κατάψυξη. Οι Ε/Κ και ο ΟΗΕ θα συνεχίσουν ασφαλώς να επικαλούνται τις αποφάσεις περί Διζωνικής – Δικοινοτικής Ομοσπονδίας και κάποια στιγμή ίσως αρχίσουν τα πήγαινε – έλα και οι ειδικοί διαμεσολαβητές. Το προφανές είναι ότι το κυπριακό εισέρχεται σε μια περίοδο υψηλής αβεβαιότητας και η αφετηρία οποιασδήποτε επανεκκίνησης θα είναι κάτω από το μηδέν.  

2.Μετά τις τελευταίες εξελίξεις, ποια πρέπει να είναι η πολιτική μας στα ελληνοτουρκικά στους επόμενους μήνες;

Όσα συμβαίνουν στην Κύπρο, δεν είναι άσχετα με τις ευρύτερες επεκτατικές γεωπολιτικές επιδιώξεις της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Στο πλαίσιο του δόγματος της «Γαλάζιας Πατρίδας» που διατυπώθηκε περίπου το 2006 από τον απόστρατο ναύαρχο Τζεμ Γκουρντενίζ, η Τουρκία έχει υιοθετήσει την πολιτική του Περικλή για την εδραίωση της αθηναϊκής ηγεμονίας: «Μέγα το της θαλάσσης κράτος». Γι` αυτό και επενδύει στρατιωτικά περισσότερο στο ναυτικό παρά στον στρατό ξηράς ή στην αεροπορία. Η πολιτική αυτή εξυπηρετείται από τον Ταγίπ Ερντογάν και το κόμμα του, το ΑΚΡ, με τον συνδυασμό του κεμαλικού εθνικισμού με τον ισλαμισμό, αυτό που εμείς εδώ αποκαλούμε συνήθως «νεοοθωμανισμό».

Στο χώρο του Αιγαίου, ως υποσυνόλου του ευρύτερου ανατολικομεσογειακού χώρου, οι βασικές τουρκικές αιτιάσεις και διεκδικήσεις είναι ταυτόσημες και συγκρουόμενες με τις ελληνικές: χωρικά ύδατα – υφαλοκρηπίδα – ΑΟΖ. Τα υπόλοιπα λέγονται για να εξυπηρετήσουν αυτά τα τρία. Στην εξωτερική πολιτική και όχι μόνο, η σαφήνεια και η σταθερότητα έχουν πολύ μεγάλη σημασία. Και εδώ η Ελλάδα υστερεί. Το μόνο σαφές είναι τα χωρικά ύδατα στα 6 μίλια. Είναι μάλιστα γνωστή η αναντιστοιχία τους με τον εναέριο χώρο που τον έχουμε επεκτείνει στα 10 μίλια, αφήνοντας έτσι από μόνοι μας μια γκρίζα ζώνη 4 μιλίων για ημινόμιμες – ημιπαράνομες τουρκικές αεροπορικές παραβιάσεις. Όσο για τα δώδεκα μίλια χωρικών υδάτων, αποτελεί δυνητικό κυριαρχικό δικαίωμα που δεν το έχουμε ασκήσει. Συνεπώς, από μόνοι μας το έχουμε αφήσει ανοιχτό σε διαπραγμάτευση, όπως και το ζήτημα της ΑΟΖ στον στενό χώρο του Αιγαίου.

Όσοι λοιπόν θέτουν την κόκκινη γραμμή στα δώδεκα μίλια αυτή τη στιγμή και σε αυτή τη συγκυρία, λαϊκίζουν εθνοπατριωτικά και ανέξοδα προς μια κοινή γνώμη εθισμένη στον εθνικισμό. Αποτέλεσμα μιας τέτοιας γραμμής δεν είναι παρά η άμεση πολεμική σύρραξη. Θέλει κανείς κάτι τέτοιο; Ας ειπωθεί ευθέως. Είναι βέβαιο ότι ούτε η Τουρκία επιθυμεί μια πολεμική σύρραξη. Οι προκλήσεις και οι πιέσεις που ασκεί είναι για να διαμορφώσει και να επιβάλει μια ευνοϊκή δική της ατζέντα στις συζητήσεις και τις διαπραγματεύσεις που αναπόφευκτα κάποια στιγμή θα ακολουθήσουν. Πιθανόν μετά τις αμερικανικές εκλογές. Γνωρίζει πολύ καλά η Τουρκία ότι ένα θερμό επεισόδιο ή μια πολεμική σύρραξη είναι ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος. Ούτε win – win, ούτε καζάν – καζάν, επί το τουρκικότερον.

Σε αυτό λοιπόν το παιχνίδι, όπου ο Γιάννης φοβάται το θεριό και το θεριό τον Γιάννη, το συμφέρον της ελληνικής πλευράς είναι η διατήρηση της ψυχραιμίας και της ψυχολογικής ανθεκτικότητας και η αποφυγή με κάθε τρόπο ενός θερμού επεισοδίου που ούτε η απέναντι πλευρά το επιθυμεί. Θα μπορούσε να το προκαλέσει οποιαδήποτε στιγμή.  Ανοιχτά διπλωματικά κανάλια λοιπόν, επιμονή στην αξιοποίηση του ευρωπαϊκού παράγοντα όπου θα κερδίζουμε όσο η Τουρκία αποδυτικοποιείται και αποατλαντικοποιείται και μέτρα αποτροπής επεισοδίων σε αέρα και θάλασσα, μέχρι την προσφυγή στη Χάγη.