Χ. ΔΟΥΚΑΣ (στην ananeotikiarister.gr): «ΕΠΙΣΠΕΥΣΗ ΤΩΝ ΑΝΑΓΚΑΙΩΝ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΩΝ ΠΡΟΣ ΕΝΑ ΒΙΩΣΙΜΟ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ»
Του Κώστα Πανδή
Ο Αναπληρωτής Καθηγητής του Ε.Μ.Π. και Γραμματέας του Τομέα Ενέργειας του Κινήματος Αλλαγής, Χάρης Δούκας, μιλά στη «ananeotikiaristera.gr» και αναφέρει ότι η πανδημία πέρα από την ύφεση που προκάλεσε σε όλες τις χώρες του πλανήτη με συνέπεια την πολύ έντονη απώλεια θέσεων εργασίας, ανέδειξε και τις δομικές στρεβλώσεις του παραγωγικού μοντέλου, όπως τις σχέσεις οικονομίας-ενέργειας-φυσικών πόρων. Περιγράφει τα όσα προκάλεσε η μείωση ζήτησης στα ενεργειακά προϊόντα στην χώρα μας, αποδεικνύοντας ότι οι ΑΠΕ στην Ελλάδα πέρα από το περιβάλλον μπορεί να είναι εξαιρετικά ωφέλιμες και για την εθνική οικονομία.
Θεωρεί ότι οι αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας είναι βαθιά συνδεδεμένες με το βιώσιμο ενεργειακό μετασχηματισμό της. Στους πόρους από Ταμείο Ανάκαμψης βλέπει μια μοναδική ευκαιρία για αλλαγή κατεύθυνσης της οικονομίας με νέες προοπτικές, ώστε, μέσα από ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, να οδηγηθεί σε ένα βιώσιμο δρόμο. Για τον κρίσιμο τομέα της ενέργειας, προτείνει την χρηματοδότηση δράσεων που να στηρίζουν την αποκεντρωμένη παραγωγή ενέργειας από τον πολίτη, τον αγρότη, τον επιχειρηματία, ο οποίος θα μετατρέπεται από καταναλωτής σε αυτοπαραγωγός πράσινης ενέργειας και βασικός συν-διαμορφωτής της – τόσο χρήσιμης για τους αναγκαίους μετασχηματισμούς της επόμενης δεκαετίας – ενεργειακής αλλαγής.
Η συνέντευξη
Ποια είναι τα μείζονα οικονομικά προβλήματα που αναδείχθηκαν στην χώρα μας στην εποχή της πανδημίας;
Η πανδημία οδήγησε για μεγάλο διάστημα σε πρωτόγνωρα μέτρα εγκλεισμού σε όλη την υφήλιο και σε εκτεταμένη αναστολή οικονομικών δραστηριοτήτων. Χώρες όπως η Ελλάδα, που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τον τουρισμό, αντιμετωπίζουν επιπρόσθετη, μεγάλη μείωση της οικονομικής δραστηριότητας, λόγω κατάρρευσης των τουριστικών ροών. Αλλά και χώρες με ιστορική βιομηχανική βάση και σημαντικές εξαγωγές, όπως η Γερμανία και η Ιαπωνία, αντιμετώπισαν και αυτές ισχυρή ύφεση, με την απώλεια θέσεων εργασίας να είναι πολύ έντονη.
Η πανδημία όμως έθεσε επί τάπητος και δομικές στρεβλώσεις του παραγωγικού μοντέλου, όπως τις σχέσεις οικονομίας – ενέργειας – φυσικών πόρων. Λόγω του περιορισμού των μετακινήσεων και της βιομηχανικής και επιχειρηματικής δραστηριότητας, η πανδημία οδήγησε σε μείωση της ζήτησης για ενεργειακά προϊόντα. Αυτό πρακτικά σημαίνει λιγότερες πωλήσεις πετρελαίου και βενζίνης και μικρότερη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας. Η δε μειωμένη ηλεκτρική ζήτηση οδήγησε σε πολύ μεγάλη μείωση της παραγωγής από τις λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ. Αυτό διότι ο ελληνικός λιγνίτης – και λόγω της υψηλής τιμής των δικαιωμάτων εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα – είναι πια ακριβός. Έτσι σε ένα περιβάλλον μειωμένης ζήτησης, η περικοπή της προσφοράς ξεκίνησε από τις ακριβότερες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής, που στην ηπειρωτική Ελλάδα είναι οι λιγνιτικές. Υπήρξαν μέρες τον Ιούνιο που για οικονομικούς λόγους, δεν λειτούργησε κανένας λιγνιτικός σταθμός, για πρώτη φορά εδώ και 60 χρόνια. Η ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) συνεχίστηκε στη χώρα μας. Η πτώση του κόστους για τα αιολικά και τα φωτοβολταϊκά πάρκα έχει οδηγήσει σε μείωση των μακροχρόνια εξασφαλισμένων τιμών που ζητούν οι επενδυτές στις δημοπρασίες. Τα πρόσφατα αποτελέσματα των δημοπρασιών είναι μάλιστα χαμηλότερα από το κόστος παραγωγής των λιγνιτικών μονάδων. Αποδεικνύοντας έτσι ότι οι ΑΠΕ στην Ελλάδα πέρα από το περιβάλλον μπορεί να είναι εξαιρετικά ωφέλιμες και για τα νοικοκυριά, τις επιχειρήσεις και την εθνική οικονομία, προσφέροντας ρεύμα σε χαμηλότερη τιμή. Βέβαια, ο δρόμος είναι ακόμα μακρύς, έως ότου πετύχουμε τα επίπεδα τιμών άλλων αντίστοιχων ευρωπαϊκών χωρών, όπως της Πορτογαλίας.
Οι προοπτικές της χώρας μας μετά την απόφαση της Ε.Ε. για το ταμείο ανάκαμψης
Οι αναπτυξιακές μας προοπτικές είναι βαθιά συνδεδεμένες με τον βιώσιμο ενεργειακό μας μετασχηματισμό. Το μοντέλο ανάπτυξης μέχρι σήμερα είχε συγκεντρωτικό χαρακτήρα, με τον έλεγχο να βασίζεται στα ορυκτά καύσιμα. Βασικό στόχο είχε την ικανοποίηση της ζήτησης για ενεργειακά προϊόντα, αγνοώντας όμως κοινωνικά κόστη και περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Οι απαισιόδοξες προοπτικές είναι πως τα μέτρα ανάκαμψης θα συνεχίζουν να στηρίζουν αυτό το μοντέλο ανάπτυξης, με βραχυπρόθεσμους στόχους, χωρίς δομικές αλλαγές που είναι απαραίτητες για τη βιωσιμότητα της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας. Αυτό το απαισιόδοξο αφήγημα προβλέπει μία βιασύνη για ανάπτυξη με οποιοδήποτε κόστος. Περιλαμβάνει επίσης μια χωρίς προτεραιότητες συσσώρευση προτάσεων, απλά για να «γεμίσει» το εθνικό σχέδιο για το Ταμείο Ανάκαμψης. Η αισιόδοξη προοπτική είναι το νέο χρηματοδοτικό πακέτο που συμφωνήθηκε στην Ευρώπη για την ανάκαμψη από την πανδημία, να αποτελέσει μία μοναδική ευκαιρία για αλλαγή κατεύθυνσης, αλλάζοντας τις προοπτικές της χώρας. Μέσα από ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, να οδηγήσουμε την οικονομία μας σε ένα βιώσιμο δρόμο. Που στον κρίσιμο τομέα της ενέργειας θα εμβαθύνει την ενεργειακή δημοκρατία, τη συνεργασία των τοπικών κοινοτήτων και των επενδυτών στις ΑΠΕ και θα στοχεύει να καταστήσει την παραγωγή και κατανάλωση καθαρής ενέργειας υπόθεση όλων των πολιτών και όχι μόνο λίγων μεγάλων εταιριών. Το Ταμείο Ανάκαμψης μπορεί να χρηματοδοτήσει δράσεις που να στηρίζουν την αποκεντρωμένη παραγωγή ενέργειας από τον απλό πολίτη, τον αγρότη και τον τοπικό επιχειρηματία, ο οποίος θα μετατρέπεται από καταναλωτής σε αυτοπαραγωγός πράσινης ενέργειας και βασικός συν-διαμορφωτής της ενεργειακής αλλαγής. Αυτό το μοντέλο της συνιδιοκτησίας μπορεί να δώσει το βάθος και την ένταση που χρειαζόμαστε για τους αναγκαίους μετασχηματισμούς την επόμενη κρίσιμη δεκαετία. Τόσο τα αισιόδοξα όσο και τα απαισιόδοξα αφηγήματα θα παραμείνουν στο τραπέζι για κάποιο διάστημα. Ας προσπαθήσουμε το πλήγμα από την κρίση της πανδημίας να οδηγήσει τελικά στην επίσπευση των αναγκαίων μετασχηματισμών, προς ένα βιώσιμο και κλιματικά προστατευτικό μοντέλο ανάπτυξης.