Το Συμβούλιο Υπουργών αποφάσισε – Ο Κανονισμός Δουβλίνο δεν καταργείται, εκσυγχρονίζεται. Του ΒΑΣΙΛΗ ΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟΥ
Πριν μερικές ημέρες, το Συμβούλιο Υπουργών της ΕΕ κατάφερε να φτάσει σε συμφωνία για βασικά κείμενα του νέου Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο. Χρειάστηκαν περίπου 2,5 χρόνια για να φτάσουμε σε αυτή τη συμφωνία, η έλλειψη της οποίας καθυστερούσε τη συνέχιση της νομοθετικής διαδικασίας για το νέο Σύμφωνο.
Για την επίτευξη της συμφωνίας απαιτείτο η ειδική πλειοψηφία της παρ. 4 του άρθρου 16 της Συνθήκης της Λισαβόνας. Θετική ψήφος σε ποσοστό τουλάχιστον 55% των μελών του Συμβουλίου, το οποίο αντιπροσωπεύει ποσοστό τουλάχιστον 65% του πληθυσμού της Ένωσης.
Ουγγαρία και Πολωνία καταψήφισαν την πρόταση. Βουλγαρία, Λιθουανία, Μάλτα και Σλοβακία απείχαν από την ψηφοφορία.
Τα τελικά κείμενα είναι προϊόν συμβιβασμού που προέκυψε μετά από επίπονες διαπραγματεύσεις. Από την εξέλιξη των κειμένων φαίνεται πως οι διαπραγματεύσεις δεν αφορούσαν τόσο το περιεχόμενο του προτεινόμενου Συμφώνου. Ήταν ασκήσεις ισχύος και επιβολής.
Στα πρώτα δημοσιεύματα, μετά την επίτευξη της συμφωνίας, προστέθηκε ο επιθετικός προσδιορισμός «ιστορική». Ακριβώς μετά, τα εμπλεκόμενα κράτη μέλη, ειδικά αυτά που υπερψήφισαν, άρχισαν να μετρούν κέρδη και όχι ζημιές. Η δική μας κυβέρνηση, όχι και τόσο υπηρεσιακή, βρήκε μόνο θετικά.
Η συζήτηση για την αλλαγή της νομοθεσίας για τη μετανάστευση και το άσυλο ξεκίνησε επειδή όλοι συμφωνούσαν πως το σύστημα του Κανονισμού Δουβλίνο είχε αποτύχει.
Θυμίζω, πως οι διάφορες εκδοχές του Κανονισμού Δουβλίνο επιβάλλουν στη συντριπτικά μεγάλη πλειονότητα των νεοεισερχόμενων αιτούντων άσυλο να παραμένουν στις χώρες εισόδου. Αυτές οι χώρες, μεταξύ αυτών και η δική μας, υποχρεούνται να εξετάσουν τις αιτήσεις ασύλου, να απελάσουν όσες και όσους απορρίπτονται και να εντάξουν στην κοινωνία τους δικαιούχους διεθνούς προστασίας. Αν κάποιος προσπαθεί να εγκατασταθεί σε άλλο κράτος μέλος, αυτό έχει τη δυνατότητα να τον επιστρέψει στη χώρα πρώτης εισόδου.
Αυτό δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Η χώρα μας δεν είχε καν σοβαρές υπηρεσίες ασύλου μέχρι να τις νομοθετήσει το 2011 το ΠΑΣΟΚ. Ακόμα και τώρα Η χώρα μας συνεχίζει να αποτελεί χώρα διέλευσης και όχι προορισμού. Βάσει του Κανονισμού Δουβλίνο επιστράφηκαν ελάχιστοι.
Η ανακοίνωση της συμφωνίας δημιούργησε αισθήματα ικανοποίησης στις κυβερνήσεις των χωρών τελικού προορισμού των προσφύγων και μεταναστών. Ο Κανονισμός Δουβλίνο δεν καταργήθηκε. Ανακαινίστηκε και εκσυγχρονίστηκε. Το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης παρέμεινε στις χώρες πρώτης εισόδου. Χιλιάδες άνθρωποι επιθυμούν να φτάσουν στις πλουσιότερες χώρες της Ευρώπης και οι χώρες των συνόρων, φτωχότερες οι περισσότερες πρέπει να τις σταματήσουν. Είναι η πρώτη ευθύνη που αναλαμβάνουν χωρίς να τους αναλογεί.
Όταν υπάρξουν οι παράτυπες είσοδοι, ο Νότος της Ευρώπης βρίσκεται μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης. Αν εφαρμοστεί το Δουβλίνο θα έχει έναν μεταναστευτικό πληθυσμό που δεν θα μπορεί να διαχειριστεί. Η μη εφαρμογή του Κανονισμού, τον καθιστά σημείο διέλευσης και παράνομης διακίνησης. Το κόστος αυτής της πραγματικότητας, που κάνουμε ότι δεν γνωρίζουμε, στην κοινωνική συνοχή είναι τεράστιο.
Στο πλαίσιο της γενικής επικοινωνιακής ευδαιμονίας όσων συμφώνησαν, χαρούμενη δήλωσε και η Ιταλία της Μελόνι. Κατάφερε, σύμφωνα με τον Υπουργό Matteo Piantedosi, το εξής κοσμοϊστορικό. Να μην εισπράττει η χώρα εισόδου, για λόγους εθνικής αξιοπρέπειας ( ! ) την αποζημίωση των 20.000 ευρώ από τις χώρες που δεν συμμετέχουν στη μετεγκατάσταση. Αντί για αυτό, τα χρήματα θα κατατίθενται σε ένα ταμείο που θα χρηματοδοτεί αδιευκρίνιστου περιεχόμενου προγράμματα σε τρίτες χώρες. Τέτοια σημαντική επιτυχία. Η Ελλάδα, όλα τα προηγούμενα χρόνια έχει δεχτεί τέτοιου είδους «αποζημιώσεις» χωρίς παράπονο. Από κοντέινερ και παροχή τεχνογνωσίας μέχρι μανουάλια για εκκλησίες,
Το άλλο που «κατάφερε» η Ιταλία ήταν και ελληνικό αίτημα. Σαν να λέμε «μέτωπο Μητσοτάκη – Μελόνι». Διαφωνήσαμε με την πρόταση της Επιτροπής να χαρακτηρίζονται τρίτες χώρες ως ασφαλείς, αποκλειστικά με κεντρική απόφαση της ΕΕ. Σε αυτό υπήρξε υποχώρηση και διατηρήθηκε, παράλληλα το δικαίωμα χαρακτηρισμού και σε εθνικό επίπεδο. Ο Ιταλός Piantedosi, έχοντας στο μυαλό του μια μελλοντική συμφωνία με την Τυνησία που θα περιλαμβάνει επιστροφές αιτούντων άσυλο, απευθύνεται στο εθνολαϊκιστικό ακροατήριο που τον εξέλεξε. Του λέει, μέσες άκρες πως η Ιταλία έχει ίση ισχύ με την ΕΕ και θα κάνει πιο αποτελεσματική διαπραγμάτευση με την Τυνησία χωρίς να υπολογίζει τις βαρετές αρχές και αξίες της ΕΕ. Παρά την υπερβολή, αυτό παραμένει πιο ορθολογικό από αυτό που συμβαίνει με τη δική μας χώρα.
Η κυβέρνηση της ΝΔ χαρακτήρισε την Τουρκία ασφαλή τρίτη χώρα για κάμποσες εθνικότητες χωρίς να συμφωνήσει με αυτήν για τις επιστροφές. Έτσι, η Τουρκία θεωρείται μεν ασφαλής αλλά δεν έχει δεχτεί την επιστροφή ουδενός και ουδεμιάς.
Η Επιτροπή δέχτηκε το αίτημα Ελλήνων και Ιταλών. Δεν είναι η μόνη τέτοια προσθήκη. Στα τελικά κείμενα που θα προωθηθούν στον τρίλογο έχουν προστεθεί κι άλλα σημεία που προδίδουν εθνικά αιτήματα. Χωρίς ιδιαίτερη σημασία, ειρμό και λογική. Μοιάζουν σαν να προστέθηκαν για να αποτελέσουν αντικείμενο πανηγυρισμού, συγκρατημένου ή όχι, στις ανακοινώσεις των επιμέρους κυβερνήσεων. Η απορία ευνόητη. Δυόμισι χρόνια περιμέναμε για τέτοιες μικροδιευθετήσεις;
Τα πραγματικά σημαντικά σημεία των κειμένων που συμφωνήθηκαν είναι δυο.
Το πρώτο αφορά τον μηχανισμό αλληλεγγύης. Μηχανισμός σίγουρα, αλληλεγγύης όχι ιδιαίτερα. Είναι σχετικά πάγιος, είναι αναλογικός αλλά δεν είναι δίκαιος. Αναλογικά μοιράζει πολύ λίγους και η κύρια ευθύνη παραμένει στο κράτος υποδοχής.
Το δεύτερο αφορά τις διαδικασίες των συνόρων.
Την πρώτη φορά που η ΕΕ αποπειράθηκε να οργανώσει σύστημα διαχείρισης των αιτούντων άσυλο στα σύνορα, τα αποτελέσματα δεν ήταν θετικά. Το φαινόμενο «Μόρια» δεν προέκυψε τυχαία.
Σε κάθε περίπτωση, το μοντέλο αυτό εξυπηρετεί τα κράτη μέλη που αποτελούν προορισμό των αιτούντων άσυλο και γι αυτό δίνουν μια ευκαιρία ακόμη. Για τα κράτη μέλη που βρίσκονται στην είσοδο της ΕΕ η εγκαθίδρυση του νέου συστήματος προκαλεί ανησυχίες. Προτείνεται η αύξηση της μέγιστης διαμονής στις δομές των συνόρων από 25 ημέρες στις 12 εβδομάδες που μπορεί να γίνουν και 16. Το διάστημα αυτό της μέγιστης διαμονής δεν θα αφορά το σύνολο των νεοεισερχομένων (αυτό είναι θετικό) αλλά κάποιες κατηγορίες από αυτούς. Έτσι, σε αυτή τη διαδικασία θα υπάγονται, κατ αρχάς, όσα άτομα προέρχονται από χώρες με ποσοστά αναγνώρισης ασύλου κάτω του 20%. Αυτό, στην ελληνική περίπτωση αφορά ένα μικρό ποσοστό των εισερχόμενων κατ έτος. Οι περισσότεροι εισερχόμενοι προέρχονται από χώρες με υψηλό ποσοστό αναγνώρισης. Εδώ όμως υπάγεται και η κατηγορία όσων διήλθαν από ασφαλή τρίτη χώρα. Έτσι, τελικά στην ελληνική περίπτωση, οι αριθμοί εκτινάσσονται. Η τύχη των υπαγόμενων στις ρυθμίσεις, όσο η Τουρκία δεν συνεργάζεται, άγνωστη.
Όταν πρωτοπαρουσιάστηκαν τα κείμενα του νέου Συμφώνου υπήρξε ένας προβληματισμός ή/ και έντονες αντιδράσεις για λεκτικές διατυπώσεις που περιέγραφαν τις περιοχές των συνόρων, περίπου, ως ουδέτερες ζώνες. Τέτοιου τύπου διατυπώσεις έχουν παραμείνει και στα κείμενα που συμφωνήθηκαν από το Συμβούλιο. Σαν αυτή του άρθρου 41ζ: « Οι υπήκοοι τρίτων χωρών και οι ανιθαγενείς των οποίων η αίτηση απορρίπτεται στο πλαίσιο της διαδικασίας που αναφέρεται στα άρθρα 41-41στ δεν επιτρέπεται να εισέρχονται στο έδαφος του κράτους μέλους». Η διατύπωση είναι προφανώς προβληματική,
Η κατηγορία αυτή, των υπό απέλαση αλλοδαπών, φαίνεται να είναι αυτή που δημιουργεί τα μεγαλύτερα ζητήματα. Αυτό είναι, άλλωστε, το πιο δυσεπίλυτο θέμα για την ολόκληρη την ΕΕ όλα τα προηγούμενα χρόνια. Οι υπό απέλαση αλλοδαποί, μετά τις αρχικές πρώτες δώδεκα εβδομάδες, θα παραμένουν άλλες δώδεκα και κάποιοι θα κρατούνται. Ο ισχυρισμός του υπηρεσιακού υπουργού για θέσπιση διαρκούς αποσυμφόρησης στα σύνορα δεν είναι ακριβής, ιδιαίτερα αν συγκριθεί με τις πρακτικές που ακολουθούνται μέχρι σήμερα, πρακτικές σιωπηρής αποχώρησης όλων όσων περνούν από τις δομές ανεξάρτητα από την έκβαση του αιτήματος τους. Με το προτεινόμενο σχέδιο ο εγκλωβισμός θα είναι σίγουρος, πολύμηνος και ίσως πολυετής, Αν ζούσα στον Έβρο ή στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου δεν θα με καθησύχαζαν οι προτεινόμενες πολιτικές. Σίγουρα, το κόμμα της ΝΔ δεν θέλει να δώσει συγκεκριμένες απαντήσεις προεκλογικά.
Ο όγκος των προτεινόμενων κειμένων, οι περίπλοκες οργανωτικές λεπτομέρειες αλλά και οι παραπομπές σε άλλα νομοθετήματα της ΕΕ, η έγκριση των οποίων εκκρεμεί, καθιστά σχεδόν αδύνατη την πλήρη κατανόηση του συστήματος που σχεδιάζεται. Καθιστά επισφαλή κάθε σχολιασμό που προσπαθεί να δει σε βάθος και λεπτομέρεια. Έτσι κι αλλιώς, αφού δεν πρόκειται για τελικά κείμενα το ζήτημα παραμένει ζήτημα πολιτικών επιλογών και διεκδικήσεων.
Η πολυπλοκότητα του σχεδιαζόμενου συστήματος έχει στόχο να ρυθμίσει όλα τα πιθανά ζητήματα που προκύπτουν με δεσμευτικό για τα κράτη μέλη τρόπο. Γι αυτό επιλέγεται η θέσπιση Κανονισμών και όχι Οδηγιών. Πιστεύεται, πως όσο λιγότερη διακριτική ευχέρεια έχουν τα κράτη μέλη, τόσο πιο εύκολα, οι «Βρυξέλλες» θα εφαρμόσουν το νέο σύστημα. Αυτό, ως σύλληψη, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και προκαλεί τις αντιδράσεις των κρατών μελών, όπως η Ουγγαρία, που παρασιτούν στο σώμα της Ένωσης.
Παρά τα μεγάλα λόγια, τα ταξίδια στο εξωτερικό, τις διασκέψεις και παραδιασκέψεις η διαπραγμάτευση της ΝΔ δεν έφερε αποτελέσματα. Η Λιθουανία, με την οποία συνδιοργανώσαμε τη διαδικασία του Βίλνιους, η Μάλτα που συμμετέχει στη MED5 και η Βουλγαρία στην οποία ταξίδεψε πρόσφατα ο κ.Μηταράκης ως διαμεσολαβητής, απείχαν από την ψηφοφορία. Στα ξένα μέσα αναδεικνύεται ο πρωταγωνιστικός ρόλος της Ιταλίας, η Ελλάδα σαν να μην υπήρξε. Ο Κανονισμός Δουβλίνο ζει, βασιλεύει και «φρεσκάρεται», στις προτάσεις του Συμβουλίου Υπουργών της ΕΕ.
Τα επόμενα βήματα, η έναρξη του τριλόγου, έχουν πολύ μεγαλύτερη σημασία. Στην πραγματικότητα, σε αυτήν τη φάση μπορεί να προκύψουν ιστορικές αποφάσεις ή και ιστορικές συγκρούσεις, πολιτικές αλλά και «περιφερειακές». Οι προοδευτικές δυνάμεις του Ευρωκοινοβουλίου, πάντως, δείχνουν να μην επηρεάζονται από την εντυπωσιοθηρία κάποιων εθνικών κυβερνήσεων. Παραμένουν, παρά τα εμπόδια, προσηλωμένες στις ιδρυτικές αρχές και αξίες της Ένωσης, τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ουσιαστική αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών.
Υπάρχουν κάποια τελευταία ζητήματα που μπορεί να ανατρέψουν τις τελικές επιλογές της ΕΕ, όποιες κι αν είναι αυτές. Το «φρεσκαρισμένο» Δουβλίνο μπορεί να είναι σχεδιασμένο καλύτερα από το ισχύον αλλά παραμένει μια άσκηση επί χάρτου. Τίποτα δεν εγγυάται, ακόμη τουλάχιστον, πως είναι σημαντικά πιο εφαρμόσιμο. Αν, στα χαρτιά, γίνεται μια υποχώρηση στα ατομικά δικαιώματα τίποτα δεν αποκλείει να «διορθωθεί» από τα εθνικά ή τα ευρωπαϊκά δικαστήρια. Από την αντίθετη πλευρά, η Πολωνία ήδη εξήγγειλε τον «ανένδοτο» για να μην εφαρμοστεί ενώ πολλές πολιτικές παρατάξεις στην ΕΕ έχουν αποδείξει πως δεν θα διστάσουν να λαϊκίσουν στο πεδίο της μετανάστευσης. Το πιο σημαντικό πρόβλημα, όμως, είναι οι ανισότητες εντός της ΕΕ. Ένας μοντέρνος αλγόριθμος μπορεί να αποφασίσει που θα παραπεμφθεί κάθε πρόσφυγας αλλά η συντριπτική πλειονότητα τους θα συνεχίσει, εύλογα, να θέλει να φτάσει στην Ιθάκη, στις «Γερμανίες» της ΕΕ, όπου εύρωστες οικονομίες δίνουν ευκαιρίες εκπαίδευσης και απασχόλησης ενώ στηρίζουν το κοινωνικό κράτος χωρίς διακρίσεις.
Αναδημοσίευση από “ieidiseis.gr”