Το αποϊδεολογικοποιημένο «επιτελικό» κράτος. Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗ

Η εντελώς αποτυχημένη προσπάθεια του κ. Τσίπρα να καταθέσει έστω δείγματα σοβαρής και τεκμηριωμένης αντιπολίτευσης, πέραν από προσωπικές επιθέσεις, δεν απαλλάσσει την κυβέρνηση από τις ολιγωρίες και τις λανθασμένες επιλογές της κατά το τριήμερο της χιονοθύελλας. Μια ακόμη χωρίς κόστος συγγνώμη της κυβέρνησης, όπως και η καθυστερημένη μισοσυγγνώμη για το Μάτι και η καθόλου συγγνώμη για τη Μάνδρα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛΛ, επιβεβαιώνουν πως το μόνο που έχει σημασία είναι η παραμονή ή η εναλλαγή στην εξουσία. Η αξιωματική και το τρίτο κόμμα της αντιπολίτευσης δεν προτείναν άλλο μοντέλο για τη διακυβέρνηση της χώρας, αλλά τ’ ότι θα έκαναν καλύτερα τα ίδια πράγματα. Δεν πρότειναν εναλλακτικές ιδέες στην ιδεολογία του «επιτελικού» κράτους, αλλά ότι το δικό τους θα είναι πραγματικά επιτελικό. Για την προτεραιότητα του επιτελικού έναντι του κοινωνικού κράτους λίγοι διαφωνούν.

Η παραμονή ή η εναλλαγή στην εξουσία επενδύουν στην αποϊδεολογικοποιημένη άποψη πως η πολιτική είναι «διαχείριση κρίσεων». Μια τέτοια αποιδεολογικοποιημένη άποψη μετατρέπει επεισόδια σαν αυτό του Πολάκη με τον Άδωνη σε μείζονα ζητήματα. Δεν πάει να «κτυπιέται» ο Τομά Πικετί (Κεφάλαιο και Ιδεολογία, Πατάκη, μετάφραση Σώτη Τριανταφύλλου) ισχυριζόμενος πως οι ανισότητες ανέκαθεν στηρίζονταν στον πρακτικό διαχωρισμό των κυριαρχικών λειτουργιών του κράτους από την ιδεολογική τεκμηρίωση του δικαιώματος στην ιδιοκτησία; Οι ανισότητες, ισχυρίζονται, δεν οφείλονται σε ιδέες αλλά σε αποτυχημένες διαχειρίσεις. Οι κυβερνήσεις κατηγορούνται για τη διαχείριση τους όχι για τις ιδέες τους. Όλοι το ίδιο πιστεύουμε, άλλο πως το υλοποιούμε. Κυριαρχεί η απαξίωση του δημόσιου τομέα (κράτος) και η τοποθέτηση του ιδιωτικού (Αττική Οδός) στο απυρόβλητο. Κάθε κριτική αυτού του «απυρόβλητου» κατηγορείται πως θέλει όλα να ξαναγίνουν δημόσια και όχι πως αποτελεί την αντιπρόταση στην επιστροφή στις λογικές του «ελάχιστου» ή του «κράτους νυχτοφύλακα». 

Στην υποδειγματική από πλευράς λειτουργικής κριτικής αντιπολιτευτική ομιλία του στη Βουλή ο Ανδρέας Λοβέρδος τόνισε πως το «αποδέχομαι την πολιτική ευθύνη σημαίνει παραίτηση». Να υποθέσω, όχι μόνο του Υπουργού, αλλά και της Κυβέρνησης και του Πρωθυπουργού; Αυτή η κριτική όμως χρειάζεται και ιδεολογική τεκμηρίωση, αλλιώς πολλοί θα σπεύσουν να ισχυριστούν πως κάτι τέτοιο σημαίνει εκλογές. Στις δημοκρατίες από τις αρχές του 20ου αιώνα η παραίτηση αλλά και η καταψήφιση μιας κυβέρνησης, εφόσον υπάρχουν οι διερευνητικές, δεν σημαίνει αυτομάτως εκλογές. Μπορεί να οδηγεί και σε  σχηματισμό κυβέρνησης στην ίδια Βουλή, από την ίδια ή άλλη κυβερνητική πλειοψηφία. Σε μια πιο ώριμη δημοκρατία δεν θα χρειαζόταν να διευκρινίσει ο κ. Νίκος Ανδρουλάκης πως η υπερψήφιση της μομφής δεν σημαίνει αυτομάτως και αίτημα για εκλογές. Θα χρειαζόταν όμως να καταθέσει εναλλακτικές ιδέες για τις πολιτικές και ιδεολογικές προτεραιότητές του. 

Όπως τόνισε και με μια εξόχως ιδεολογική παρέμβασή του ο Ευάγγελος Βενιζέλος η πρόταση δυσπιστίας αποτελεί «κοινοβουλευτικό συμβολισμό…μέγιστη αντιπολιτευτική πράξη». Υπάρχουν άλλες συνταγματικές συντεταγμένες που ορίζουν το αν θα γίνουν εκλογές, πριν τη λήξη της θητείας της εκλεγμένης Βουλής και όχι της ψηφισμένης κυβέρνησης. Η θητεία της Βουλής διαφέρει από τη θητεία της όποιας κυβέρνησης. Το αν θα προκύψει νέα κυβέρνηση ή θα γίνουν έκτακτες εκλογές το αποφασίζει η πλειοψηφία της Βουλής που έχει εκλέξει η λαϊκή ψήφος και όχι  όπως λαϊκίστικα ακούστηκε «ο λαός». Κάτι που λέγαμε παλιά περί αντιπροσωπευτικής; Η συμβολική καταψήφιση μιας κυβέρνησης από την αντιπολίτευση, πρέπει να συνοδεύεται είτε από μια ιδεολογική πρόταση για το είδος κυβερνησιμότητας από την παλιά ή από μια νέα πλειοψηφία είτε από ιδεολογικά τεκμηριωμένη πρόταση για νέες εκλογές. 

Δημοσίευση από “ΤΑ ΝΕΑ”