Το άρθρο 16 και η αλλαγή παραδείγματος. Της Μαριζέτας Αντωνοπούλου

Η Ν.Δ. εξελέγη με ευρεία πλειοψηφία σχετικά πρόσφατα, μία από τις πιο εμβληματικές προεκλογικές υποσχέσεις της να είναι η παράκαμψη του άρθρου 16 με στόχο την ίδρυση ιδιωτικών (μη κρατικών) πανεπιστημίων. Ο Κ. Μητσοτάκης και το επικοινωνιακό του επιτελείο φρόντισαν το νομοσχέδιο να έρθει πριν από την εξεταστική, ώστε οι όποιες κινητοποιήσεις να συμπέσουν με αυτήν και να δημιουργηθεί ο απαιτούμενος κοινωνικός αυτοματισμός. Το τυράκι που επιφύλασσαν ήταν η διατήρηση της ΕΒΕ και για τα ιδιωτικά, που αν μη τι άλλο δεν διασφαλίζει τίποτα επί της ουσίας, πέρα από την πίεση που ασκεί στις ηγεσίες του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ.

Η αλλεργία της Ν.Δ. ως προς τα βασικά δημόσια αγαθά είναι πλέον παροιμιώδης, όπως και ο τρόπος διαχείρισης των ημι-ιδιωτικοποιήσεών τους. Αρχικά, απαξίωσε την παιδεία, την υγεία, την κοινωνική πολιτική, την ενέργεια (και το νερό) μέσω της σοβαρής υποχρηματοδότησής τους, μετά τα δυσφήμησε, ακολούθως αποκαθήλωσε καθετί θετικό και στο τέλος προχωρά -πανηγυρικά- στη μερική ιδιωτικοποίηση. Το «μερική» είναι θέμα τόσο στρατηγικής όσο και τακτικής, καθώς έτσι καταφέρνει να περιορίσει την κοινωνική και εκάστοτε συντεχνιακή αντίδραση ενώ παράλληλα αφήνει ανοιχτό το περιθώριο του μικρορουσφετιού με δημόσιο χρήμα, το οποίο κεφαλαιοποιεί πολιτικά στην ώρα του. Στρατηγικά, οι ημι-ιδιωτικοποιήσεις, τις οποίες φέρνουν εις πέρας πολιτικοί προϊστάμενοι -κυρίως- προερχόμενοι και από τον χώρο της Κεντροαριστεράς, δίνουν τη δυνατότητα στον Κ. Μητσοτάκη να πατήσει και στη βάρκα του Κέντρου.

Το ερώτημα, που απασχολεί όσους από εμάς συστρατευόμαστε στη μεγάλη υπόθεση της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ισότητας, του κοινωνικού κράτους και τελικά των συμφερόντων της εργαζόμενης πλειονότητας, είναι πώς απαντάμε σε αυτήν την ολιστική και καλά σχεδιασμένη πολιτική. Η απάντησή μας οφείλει να είναι αμιγώς πολιτική, οραματική και προγραμματική, χωρίς να ετεροκαθορίζεται από μικροπολιτικά συμφέροντα ή δημοσκοπικές τάσεις. Οι Αριστερές έρχονται στην κυβέρνηση -ιστορικός κανόνας- για να διαχειριστούν μια ήττα και όχι μια νίκη. Ενώ οι μεγάλες θεσμικές μεταρρυθμίσεις που κατάφεραν να φέρουν εις πέρας, όταν κυβέρνησαν από το ’82 και μετά, δεν στηρίχθηκαν σε δημοσκοπικές συμφωνίες, ούτε είχαν στόχο κάποια θολή εκλογική άνοδο. Αντίθετα, οι αλλαγές στο οικογενειακό δίκαιο, το ΕΣΥ, ο εμβληματικός νόμος-πλαίσιο του ’82 για τον εκδημοκρατισμό της παιδείας, η ένταξη στην ΟΝΕ, η θεμελίωση του κοινωνικού κράτους, η κατάργηση του θρησκεύματος στις ταυτότητες, το ΑΣΕΠ, η Διαύγεια, η Συμφωνία των Πρεσπών ήταν μεταρρυθμίσεις ταυτοτικές για την προοδευτική παράταξη, ζωογόνες για την καθημερινή ζωή της μεγάλης κοινωνικής πλειονότητας, που ενίσχυαν την κοινωνική κινητικότητα και πρόσφεραν ασφάλεια στα φτωχά λαϊκά στρώματα.

Η θέση μας για την ενίσχυση του δημόσιου, ελεύθερου πανεπιστημίου ταυτίζεται με το όραμά μας για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και τον ρόλο που τα ΑΕΙ καλούνται να έχουν σε αυτήν. Η στήριξη στις κινητοποιήσεις της ακαδημαϊκής κοινότητας, στα πανεπιστήμια του κέντρου και της περιφέρειας, δεν είναι συγκυριακή, αλλά στον πυρήνα της θέτει τον πρωταγωνιστικό -οικονομικά και κοινωνικά- ρόλο που οφείλει να διαδραματίσει ξανά η χώρα μας στην Ε.Ε. και στα Βαλκάνια. Μόνο προγραμματικά μπορούμε να απαντήσουμε στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, και αυτή είναι η επιτακτική αλλαγή παραδείγματος για τον προοδευτικό χώρο.

Δημοσιεύθηκε στην www.efsyn.gr