Συνδρομητικό και αυταρχικό Μουντιάλ. Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗ
Από καιρό ταλαντευόμουν, αν θα παρακολουθήσω ή όχι το Μουντιάλ που διοργανώνεται στο Κατάρ. Πού; Ναι, καλά διαβάσατε, στο Κατάρ. Σ’ ό,τι πιο σάπιο και αυταρχικό υπάρχει σήμερα στον κόσμο όσον αφορά τα ατομικά και ανθρώπινα δικαιώματα. Και εδώ μιλάμε πως δεν καταπιέζονται μόνο τα δικαιώματα των γυναικών, της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας ή της πλειοψηφίας της κοινωνίας που δεν είναι γηγενείς Καταριανοί, αλλά και όσων γηγενών ανδρών Καταριανών που αγαπούν τη Δύση και τις φιλελεύθερες αξίες. Αϊντε και το μεθεπόμενο Μουντιάλ να γίνει στην άλλη δημοκρατική Σαουδική Αραβία. Μέχρι τότε σίγουρα κάποιοι νέοι κατάπτυστοι Πλατινί θα την παρουσιάσουν ως Σουηδική Αραβία για να την εξαγνίσουν από το αίμα των Κασόγκι της. Τελικά η λαχτάρα μου να δω να ηττάται το Κατάρ των διεφθαρμένων σεΐχηδων, όχι των συμπαθών ποδοσφαιριστών του, υπερίσχυσε. Τώρα βεβαίως και να θέλω να δω τους υπόλοιπους αγώνες θα πρέπει ν’ αρκεστώ στο ένα τρίτο εξ αυτών. Τα υπόλοιπα δύο τρίτα θα είναι μόνο σε συνδρομητική Αντένα. Από το 1970 που η δικτατορία απαγόρευε στους μαθητές των επαρχιακών σχολείων να βλέπουν σε δημόσιο χώρο τους αγώνες του Μουντιάλ στo Mεξικό, την εποχή δηλαδή που η πολιτική απαγόρευε την απόλαυση έως σήμερα που η «οικονομία» ελέγχει την απόλαυση, πενήντα χρόνια δρόμος.
Μεγαλώνοντας σ’ ένα μικρό χωριό, μέσα στη δικτατορία, με τοποτηρητή έναν γυμνασιάρχη θεολόγο, κέρβερο του «πνεύμα και ηθική», φυσικά ήταν απαγορευμένη η παρακολούθηση τηλεόρασης στο καφενείο, αφού τότε λίγα σπίτια είχαν τηλεόραση. Βεβαίως σε συνεννόηση με τον καφετζή οι κουρτίνες του καφενείου τραβιόντουσαν, τα φώτα έσβηναν, οι πόρτες κλείδωναν για να κλείσουν απέξω τον εκπρόσωπο του ελληνικού χομεϊνισμού. Μικρά και μεγάλα παιδιά «κλείναμε» το καφενείο για «πάρτη» μας. Και η παράσταση άρχιζε. Η πρώτη μου αντίσταση κατά της δικτατορίας και κατά του ελληνικού δεξιού αλλά και αριστερού συντηρητισμού ήταν η παρακολούθηση του Πελέ το 1970 και στη συνέχεια του αέρινου Κρόιφ το 1974, 20 ημέρες πριν την πτώση της χούντας. Αναφέρομαι σ’ αριστερό συντηρητισμό, γιατί εκτός από τον ακροδεξιό, σχεδόν φασίστα, θεολόγο, οι αριστερές οικογένειές μας μάς απαγόρευαν να βλέπουμε τον μασκοφόρο καουμπόι «Λόουν Ρέιντζερ» και να διαβάζουμε Μπλεκ, γιατί δήθεν μετέφεραν τις αξίες του «σάπιου αμερικανικού τρόπου ζωής». Δράμα η κατάσταση για τους μικρούς λάτρεις του ποδοσφαίρου και των «καουμπόικων».
Το ποδόσφαιρο είναι το τρίτο πράγμα μετά την οικογένειά μου και τα βιβλία που αγαπώ. Γι’ αυτό και από τότε που βρέθηκα μόνιμα στην Αθήνα έχω εισιτήριο διαρκείας στην αγαπημένη μου ομάδα (Ολυμπιακός). Είναι όμως αυτό ένα απλό παιχνίδι όπου «22 μαντραχαλάδες κλωτσάνε ένα τόπι»; Αν ήταν μόνο κάτι τέτοιο, ποτέ δεν θα συγκινούσε τις μεγάλες μάζες. Το ποδόσφαιρο έχει μεσαιωνικές καταβολές, αλλά το δημοφιλέστερο ομαδικό άθλημα έγινε μετά τη βιομηχανική επανάσταση, την αστικοποίηση και προλεταριοποίηση των αγροτικών κοινωνιών και γενικότερα μετά την είσοδο των μαζών στην κεντρική πολιτική και κοινωνική σκηνή. Το ποδόσφαιρο είναι το θέαμα που ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις εκδημοκρατισμού των κοινωνιών. Αυτό έγινε μαζικό θέαμα, όταν άρχισε ο εκδημοκρατισμός και η είσοδος των μαζών στην πολιτική σκηνή που μέχρι τότε κατελάμβαναν μόνο οι ευγενείς και ο κλήρος. Αυτό σε αντίθεση µε τα ατομικά αθλήματα της αρχαιότητας και της εποχής της αριστοκρατίας, ανταποκρίνεται στις συλλογικές ανάγκες της νεωτερικότητας. Αλλά δεν είναι μόνο συλλογικότητα. Είναι συνδυασμός της συλλογικότητας με την για πρώτη φορά ανάδειξη της αυτοτέλειας και αυτονομίας του ατόμου ως υπέρτατης κοινωνικής αξίας (Διαφωτισμός). Οπως στην αστική κοινωνία η συλλογικότητα εξατομικεύεται και ανεξαρτητοποιείται από τη μοναρχία και την ιεραρχία, έτσι και στο ποδόσφαιρο η συλλογικότητα δεν υπάρχει χωρίς εξατομίκευση. Γι’ αυτό το λάτρευαν ο Καμύ και ο Αναγνωστάκης. Εκφραση αυτής της τελειότητας του συνδυασμού ατομικότητας και συλλογικότητας ήταν ο Γιόχαν Κρόιφ, στον οποίο αισθάνθηκα την υποχρέωση να αφιερώσω ένα από τα βιβλία μου. Αν υπάρξει επόμενο θα το αφιερώσω στον Γιώργο Δεληκάρη, αυτό το ατίθασο πνεύμα και χαρακτήρα. Στο ποδόσφαιρο του Αγιαξ και της Ολλανδίας του Κρόιφ ο καθένας οφείλει να αντιλαμβάνεται πού θα βρεθεί ο συμπαίκτης του, όχι γιατί έχει διαταχθεί, αλλά γιατί κατανοεί πως ο ίδιος αποτελεί αυτόνομο μέρος ενός συνόλου. Ηταν μήπως κάτι διαφορετικό ο καπιταλισμός, όταν από την αποικιοκρατική, τη φάση του πολεμικού καπιταλισμού και του προστατευτισμού πέρασε στη Βιομηχανική Επανάσταση; Ο συνδυασμός λογικής, πάθους, περιέργειας και φαντασίας είναι η συνταγή της καπιταλιστικής επιτυχίας. Ο ίδιος συνδυασμός διέπει και το ποδόσφαιρο. Γι’ αυτό και με θλίβει αφάνταστα που η μεγαλύτερη διοργάνωση του παγκόσμιου ποδοσφαίρου ανατέθηκε σε αιμοσταγείς και διεφθαρμένους δικτάτορες και δεν ακυρώθηκε αυτή η απόφαση, ακόμη και όταν κατηγορήθηκαν για δωροδοκία οι περισσότεροι από τους 22 εκλέκτορες που ψήφησαν υπέρ του Κατάρ, του Πλατινί συμπεριλαμβανομένου φυσικά (Δες «Αυγή», Η πιο βρώμικη ιστορία, https://www.avgi.gr/athlitika/375434_i-pio-bromiki-podosfairiki-istoria). Τώρα το ότι κανείς μπορεί να δει την πλειονότητα των αγώνων μόνο σε συνδρομητικό δίαυλο, είναι το κερασάκι στην τούρτα της επικράτησης της κοινωνίας του κέρδους επί αυτής της συλλογικής απόλαυσης και επικοινωνίας. Κακόμοιροι ΕΡΤ και Γιάννη Διακογιάννη που τόσο πολλοί σας λάτρεψαν, μετά τον Πελέ και τον Ριβέρα, το 1970.
ΥΓ.: Τελικά λόγω τεχνικής αδυναμίας οι αγώνες μεταδίδονται από κοινή πλατφόρμα αλλά αυτό δεν αλλάζει την ουσία.
Αναδημοσίευση από “ΤΟ ΒΗΜΑ”