«Συμπτώματα» αποτυχίας. Του ΚΩΣΤΑ ΠΑΝΔΗ

Η αποτυχία της κυβέρνησης στην  διαχείριση του δεύτερου κύματος της πανδημίας είναι αναντίρρητη. Το αποδεικνύουν άλλωστε και οι δημοσκοπήσεις στο σχετικό ερώτημα (οι θετικές γνώμες έχουν κατρακυλήσει από το 80% την άνοιξη στο 40% σήμερα), που αρχίζουν να κάνουν φανερές τις ρωγμές όχι μόνο στην εικόνα της πολυδιαφημισμένης «επιτελικής» διακυβέρνησης της ΝΔ αλλά και στο προσεχτικά καλλιεργημένο τεχνοκρατικό προφίλ του ίδιου του πρωθυπουργού. Εκτός όμως από την συνολικά λανθασμένη στρατηγική του κυβερνητικού επιτελείου, η ένταση της πανδημίας τους τελευταίους μήνες χαρακτηρίζεται και από την παράλληλη εμφάνιση μιας σειράς παράπλευρων κυβερνητικών «συμπτωμάτων».      

Πρώτο σύμπτωμα η αλαζονεία που κυριαρχεί πλέον στις τάξεις της κυβέρνησης. Η παρουσία του πρωθυπουργού στην Βουλή για τον προϋπολογισμό ήταν γεμάτη κομπασμό και αυταρέσκεια. Με πνεύμα αλαζονικής σιγουριάς δήλωσε σε όλους τους τόνους ότι έκανε το καλύτερο για τον ελληνικό λαό, χωρίς ίχνος αυτοκριτικής. Με το νοσηλευτικό προσωπικό και τους γιατρούς να δίνουν μάχη στα υποστελεχωμένα νοσοκομεία και στις ΜΕΘ και τους πολίτες σε μελαγχολία κλειδωμένους στα σπίτια τους να μετρούν θύματα  και οικονομικές απώλειες, η αλαζονεία της κυβέρνησης προκαλεί το κοινό αίσθημα τόσο με το άνοιξε-κλείσε των εκκλησιών που παραπέμπει περισσότερο σε υπόγειες συνεννοήσεις και σχεδιασμούς παρά σε κατά γράμμα τήρηση των υγειονομικών πρωτοκόλλων,  όσο και με την κωμικοτραγική παρέλαση των κυβερνητικών στελεχών για «εθελοντικό» εμβολιασμό.

Αλλά η κυβέρνηση εκτός από αλαζονεία πάσχει και από τρομερή ανασφάλεια. Την εθνική υπόθεση για την αντιμετώπιση της πανδημίας την έχει κάνει προσωπικό, μικροπολιτικό της στοίχημα. Αν παραμεριστούν για λίγο οι ευθύνες που προκύπτουν από τις συντηρητικές ιδεοληψίες της να μην ενισχύσει έγκυρα το ΕΣΥ αλλά και να μην αποσυμφορήσει τα ΜΜΜ που εξελιχτήκαν σε υγειονομικές βόμβες, η μη συναίνεση της σε συγκεκριμένες επεξεργασμένες προτάσεις του Κινήματος Αλλαγής  από την αρχή της πανδημίας αν μη τι άλλο φανερώνει αίσθημα έντονης πολιτικής ανασφάλειας. Δεν είχε καν την γενναιότητα να παραδεχτεί το λάθος της σχετικά με την εξάμηνη καθυστέρηση στην διατίμηση των τεστ του ιού, κάτι που από την πρώτη στιγμή είχε εισηγηθεί το Κίνημα Αλλαγής. Η κυβέρνηση όχι μόνο  κωφεύει  στην ρεαλιστική πρόταση που έχει κάνει με τόλμη το Κίνημα Αλλαγής για το σταδιακό άνοιγμα της χώρας σε νομούς με λίγα κρούσματα με παράλληλη χρήση μαζικών τεστ, αλλά την αποκρύπτει επίσης και από τον δημόσιο διάλογο.

Η ανασφάλεια αυτή μας οδηγεί στο τρίτο σύμπτωμα, αυτό του κυβερνητικού αυταρχισμού και της μονοπώλησης του χώρου των ΜΜΕ. Χαρακτηριστικά είναι  τα νούμερα που έδωσε στην δημοσιότητα το Κίνημα Αλλαγής για τις εμφανίσεις πολιτικών στελεχών στα τηλεοπτικά κανάλια (8/11- 2/12, ΝΔ 229, ΣΥΡΙΖΑ 93, Κίνημα Αλλαγής 24). Δεν είναι μόνο η καθημερινή παρέλαση των στελεχών της ΝΔ που προπαγανδίζουν την κυβερνητική γραμμή, είναι  παράλληλα και το -κατά παραγγελία- θάψιμο των προτάσεων και της ουσιαστικής κριτικής του Κινήματος Αλλαγής για την διαχείριση της πανδημίας. Απότοκο της κατάστασης αυτής είναι και μερικές περίεργες αποχωρήσεις–παραιτήσεις  δημοσιογράφων από ορισμένα ΜΜΕ εξαιτίας αποκλίσεων τους από τις κυβερνητικές  θέσεις.

Και με όλα τα παραπάνω συμπτώματα, φτάσαμε και στον πολυδιαφημισμένο ανασχηματισμό. Ο οποίος υποτίθεται ότι θα διόρθωνε αστοχίες και θα έκανε το σχήμα πιο ευέλικτο. Τίποτα από αυτά δεν έγινε στην πραγματικότητα. Ο πρωθυπουργός απλά επιχείρησε να ικανοποιήσει το δεξιό του ακροατήριο εμπλουτίζοντας το κυβερνητικό σχήμα με πρόσωπα ακόμα πιο συντηρητικά, γεγονός που επισημοποιεί το οριστικό του διαζύγιο με το μετριοπαθές μεταρρυθμιστικό προφίλ που καλλιέργησε επικοινωνιακά τα τελευταία χρόνια. Τα προσωπεία πέφτουν. Οι πραγματικοί μεταρρυθμιστές ανήκουν σε άλλο πολιτικό χώρο.

Δημοσίευση από εφημερίδα “στο Καρφί”