Πώς (να) «διαβάζουμε» την Ευρωπαϊκή Ένωση; Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΙΩΑΚΕΙΜΙΔΗ
Χωρίς να θέλω να μειώσω καθόλου τη σημασία των αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), έχω την εντύπωση ότι σχεδόν σταθερά στα συμπεράσατα των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων – διασκέψεις κορυφής των ηγετών της Ένωσης – διαβάζουμε ή ακριβέστερα ερμηνεύουμε τους ευσεβείς μας πόθους, τους μετατρέπουμε σε πραγματικότητα. Όποιος γνωρίζει το πώς συντάσσονται και συμφωνούνται τα συμπεράσματα των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων (EUCOs) μπορεί να καταλάβει τι συνιστά πραγματικότητα, αν και μερικές φορές θα πρέπει να διαβάσει ανάμεσα στις αράδες και πίσω από τις λέξεις. Και νομίζω ότι γνωρίζω δύο-τρία πράγματα από τη σύνταξη των συμπερασμάτων έχοντας συμμετάσχει σε περίπου 80 Ευρωπαϊκά Συμβούλια (τα περισσότερα νομίζω από οποιονδήποτε άλλο στην Ελλάδα) και συμπράξει στη σύνταξη/ διόρθωση/ τροποποίηση ισάριθμων κειμένων συμπερασμάτων.
Το κεντρικό μέλημα κάθε προέδρου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου είναι κατά κανόνα ένα: να πετύχει συναίνεση (consensus) πάνω σ ένα κείμενο συμπερασμάτων, έστω χαμηλού παρονομαστή (το ΕΣ αποφασίζει πάντοτε με consensus) και να διατηρήσει την ενότητα της Ένωσης. Τυπικό (formal) Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που αποτυγχάνει να εκδώσει συμπεράσματα θεωρείται κραυγαλέα αποτυχία. Γι’ αυτό και μόνο μια φορά, το Δεκέμβριο 1983, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Αθήνας επί πρώτης ελληνικής προεδρίας κατάφερε αυτό τον… άθλο – να μην εκδώσει συμπεράσματα και πέρασε στην ιστορία ως μια μεγάλη αποτυχία. Για να πετύχει όμως το consensus θα πρέπει βέβαια να ικανοποιηθούν οι χώρες που διαφωνούν με το αρχικό σχέδιο συμπερασμάτων (οι λεγόμενες veto-players) με τη συμπερίληψη σ αυτό φράσεων, λέξεων, αναφορών που τις ικανοποιούν. Έτσι η προεδρία του Συμβουλίου καταφεύγει στην άσκηση γνωστή ως instict gratification, “ικανοποίηση των ενστίκτων” των διαφωνούντων – των veto-makers. Γνωστή τακτική. Διαφορετικά δεν υπάρχουν συμπεράσματα. Και αυτό επιτυγχάνεται με δύο κυρίως τρόπους: πρώτον, με την παρεμβολή των αναγκαίων φράσεων εάν αυτές δεν έχουν άμεσες πρακτικές συνέπειες για την Ένωση και τις χώρες μέλη και, δεύτερον, με την παραπομπή στο μέλλον οποιασδήποτε συγκεκριμένης απόφασης με την πεποίθηση ότι στο μέλλον δεν πρόκειται να υπάρξει κανένα consensus για τη λήψη οποιασδήποτε συγκεκριμένης απόφασης. Οποιαδήποτε πρόταση, φράση, λέξη, κλπ. που δεν παράγει άμεσες συνέπειες μπορεί να γίνει αποδεκτή στο κείμενο των συμπερασμάτων. Και τις περισσότερες φορές η μόνη χώρα που καταλαβαίνει “περί τίνος πρόκειται”, τη σημασία δηλαδή της πρότασης/ φράσης/ λέξης είναι η χώρα που την πρότεινε. Οι υπόλοιπες “αγρόν ηγόρασαν”. Συμφωνούν χωρίς να καταλαβαίνουν εφ’ όσον δεν κοστίζει τίποτα στην πράξη. Αλλά αποτελεί μέγιστο λάθος να πιστεύει κάποιος ότι επειδή μια φράση μπήκε στα συμπεράσματα αποτελεί και ρητή δέσμευση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Όλα αυτά συνιστούν την “εποικοδομητική αμφισημία” (constructive ambiguity) ή το περίφημο fudge (δήθεν λύση) που επιτρέπει στην Ένωση γενικά και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ειδικότερα να φθάνει σε συμβιβασμούς, να επιτυγχάνει το αναγκαίο consensus και να διατηρεί την ενότητα του συστήματος. Και τελικά να προχωρεί. Το πιο εύχρηστο ρήμα για το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είναι το ρήμα καλώ (call). Καλεί τη μια ή την άλλη χώρα να πράξουν κάτι ή να συμμορφωθούν με κάτι. Τώρα εάν οι χώρες θα ακούσουν τα καλέσματα αυτά είναι μια άλλη υπόθεση. Κατά κανόνα δεν τα ακούνε, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχουν τη σημασία τους για την πολιτική της Ένωσης και τις ενδιαφερόμενες χώρες μέλη.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τα συμπεράσματα του τελευταίου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ιδιαίτερα το τμήμα τους που αφορά την Τουρκία. Η παράγραφος λ.χ. για τις κυρώσεις είναι χαρακτηριστική της μεθόδου fudge, “παραπέμπω το θέμα στο μέλλον”, με τη βεβαιότητα ότι δεν πρόκειται να γίνει τίποτα. Γιατί, αντίθετα με αυτό που επιδιώκουν Ελλάδα και Κύπρος, η Ένωση (η πλειοψηφία των κρατών μελών) δεν θέλει να επιβάλει κυρώσεις στην Τουρκία. Έτσι η σχετική παράγραφος λέει ότι “σε περίπτωση που η Τουρκία καταφύγει σε νέες μονομερείς ενέργειες και προκλήσεις σε παραβίαση του διεθνούς δικαίου, θα χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα (instruments) και επιλογές που έχει στη διάθεσή της σύμφωνα και με τα άρθρα 29 της ΣΕΕ (Συνθήκη ΕΕ) και 215 της ΣΛΕΕ (Συνθήκη Λειτουργίας της ΕΕ) για την προστασία των συμφερόντων της και των συμφερόντων των κρατών μελών της”. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα παρακολουθεί τις εξελίξεις και θα πάρει τις ανάλογες αποφάσεις το Δεκέμβριο. Η ελληνική πλευρά πανηγυρίζει. “Η Τουρκία υπό παρακολούθηση”, “κυρώσεις το Δεκέμβριο”, είναι το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγουμε. Κι όμως κυρώσεις που να “δαγκώνουν” δεν πρόκειται να επιβληθούν, όχι απλά γιατί δεν χρησιμοποιείται καν η λέξη στο κείμενο συμπερασμάτων ούτε καν η φράση “περιοριστικά μέτρα” (που αναφέρεται στο άρθρο 215) αλλά γιατί η διατύπωση της παραγράφου το αποκλείει λίγο-πολύ. Η παράγραφος παραπέμπει μεταξύ άλλων στο άρθρο 29 ΣΕΕ για τις κυρώσεις. Αλλά το άρθρο αυτό απαιτεί ομοφωνία για τη λήψη απόφασης (το 215 ειδική πλειοψηφία). Τώρα εάν κάποιος πιστεύει ότι πρόκειται να υπάρξει ομοφωνία για την επιβολή αυστηρών κυρώσεων στην Τουρκία μάλλον είναι εκτός πραγματικότητας Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις τα συμπεράσματα “καλούν” την Τουρκία (call on Turkey)να κάνει το ένα ή το άλλο. Στη μόνη περίπτωση που το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο χρησιμοποιεί το ρήμα “συμφώνησε” (agreed) είναι όταν αναφέρεται στη “δρομολόγηση της θετικής πολιτικής agenda ΕΕ – Τουρκίας” με τον εκσυγχρονισμό της τελωνειακής ένωσης, κλπ.
Όλα τα παραπάνω δεν αποβλέπουν να μειώσουν τη σημασία των συμπερασμάτων για την Ελλάδα. Είναι σημαντικά όχι τόσο γιατί υιοθετούν το ελληνικό και κυπριακό αφήγημα, αλλά γιατί στηρίζουν τρεις επιλογές στις οποίες αποδίδει υψηλή σημασία η Ένωση: το διερευνητικό διάλογο, την επίλυση του κυπριακού προβλήματος, την επαναπροσέγγιση ΕΕ – Τουρκίας. Αποβλέπουν στο να κατανοηθεί το τι ακριβώς θέλει η Ένωση (πλειοψηφία κρατών μελών) για την Τουρκία και μέχρι ποιού σημείου μπορεί να φθάσει την πολιτική της. Ποιά είναι τα όριά της όπως λίγο-πολύ τα ορίζουν τα κράτη μέλη της. Να διαβάζουμε δηλαδή σωστά την Ευρωπαϊκή Ένωση. Να μη καταλήγουμε σε απαξιωτικές θεωρήσεις για την πολιτική της αλλά ούτε και να έχουμε ψευδαισθήσεις για τα όριά της.
Δημοσίευση από “ΤΟ ΒΗΜΑ”