Οι δυσκολίες και αδιέξοδα μιάς διαπραγμάτευσης… Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΙΩΑΚΕΙΜΙΔΗ
Η διαπραγμάτευση για το πακέτο της «Ευρώπης της Νεας Γενιάς»- το Ταμείο Ανάκαμψης και νέος πολυετής προυπολογισμός ( Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο/ΠΔΠ, 2021-2027) της ΕΕ αποδείχτηκε τελικά πολύ πιο δύσκολη άσκηση απ’ ότι περίμεναν πάρα πολλοί. Οι τεράστιες συνέπειες της πανδημίας δεν οδήγησαν στις συγκλίσεις απόψεων που θα έκαναν τη διαπραγμάτευση πιο εύκολη. Το ερώτημα είναι γιατί τόσες δυσκολίες ; Γιατί κατά κανόνα οι διαπραγματεύσεις γύρω από χρήματα στην Ενωση είναι πάντοτε βασανιστικές, πολύ περισσότερο τώρα που τα «χρήματα είναι πάρα πολλά», 1, 850 τρις ευρώ. Αλλά και για τρείς άλλους κύριους λόγους :
Πρώτον γιατί η Ένωση είναι κατακερματισμένη σε τρεις μορφοποιημένες ομάδες κρατών μελών με σημαντικά αποκλίνουσες απόψεις. Ουδέποτε υπήρξαν τόσο βαθείες διαιρέσεις στη Ένωση τονίζει ο πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου Xavier Bettel. Η πρώτη ομάδα, αποτελούμενη από τις χώρες μέλη του Ευρωπαϊκού Νότου (Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία, Ελλάδα, Πορτογαλία, Κύπρος, κ.α.) έχει αναδειχθεί στην κεντρική ενοποιητική δύναμη. Πλειοδοτεί για βαθύτερη ενοποίηση με πολιτικές συνοχής, αλληλεγγύης, δημοσιονομική ενοποίηση, κλπ. Άτυπη χώρα επικεφαλής της ομάδας είναι η Γαλλία. Η δεύτερη ομάδα με τις φειδωλές χώρες του Βορρά (Ολλανδία, Δανία, Σουηδία, Φινλανδία καθώς και Αυστρία και Ιρλανδία) και με επικεφαλής την Ολλανδία έχει ουσιαστικά εξελιχθεί στην τροχοπέδη για κάθε ουσιαστική προσπάθεια εμβάθυνσης της ενοποίησης. Αντιτίθενται κυρίως στη θέσπιση πολιτικών που συνεπάγονται τη “μεταφορά πόρων” προς τις λιγότερο γενικά αναπτυγμένες χώρες μέλη. Ενώ στο θεσμικό τομέα εμμένουν στην τήρηση του κανόνα της ομοφωνίας. Η τρίτη ομάδα συγκροτείται από τις χώρες Βίσενγκραντ (Πολωνία, Ουγγαρία, Τσεχία, Σλοβακία) οι οποίες έχοντας υιοθετήσει αυταρχικές πολιτικές ανελεύθερης δημοκρατίας σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, μπλοκάρουν επίσης αποφάσεις για βαθύτερη ενοποίηση είτε πρόκειται για το μεταναστευτικό είτε την εξωτερική πολιτική, κλπ. Έτσι η διατήρηση της ενότητας της Ένωσης και η ανάπτυξή της έχει καταστεί μια ιδιαίτερα δύσκολη άσκηση την οποία συνήθως επιχειρεί να λύσει η Γερμανία (ιδιαίτερα τώρα ως προεδρία του Συμβουλίου Υπουργών).
Δεύτερον, γιατί η υιοθέτηση της «Ευρώπης της Νέας Γενιάς» συνεπάγεται και την αποδοχή νέων αρχών και καινοτομιών για μια νέα ιστορική φάση στην πορεία της Ευρωπαϊκής ενοποίησης. Μπορεί να μην είναι ακριβώς η “ώρα Χάμιλτον” (Hamiltonean moment) με την Ένωση να περνά στη δημοσιονομική ομοσπονδία (fiscal federalism). Είναι όμως μια σημαντική κίνηση προς την κατεύθυνση αυτή. Εγκαινιάζει τη διαδικασία με πρακτικά βήματα για κάτι τέτοιο, όπως με την προσφυγή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις χρηματαγορές με την έκδοση ομολόγου. Οι (φειδωλές κυρίως) χώρες μέλη γνωρίζουν ότι δεν εγκρίνουν απλώς ποσά. Αποδέχονται ταυτόχρονα αρχές για τη μελλοντική διαμόρφωση της Ένωσης σε λογική που δεν ενστερνίζονται ιδιαίτερα.
Τρίτον, γιατί αν και η αποχώρηση της «δύσκολης Βρετανίας» είχε δημιουργήσει την ελπίδα ότι οι διαπραγματεύσεις αυτού του τύπου θα ήταν σχετικά πιο εύκολες και σύντομες, ωστόσο αυτό δεν επαληθεύτηκε. Και τούτο γιατί η Βρετανία έχει τελικά άξιο διάδοχο στην Ένωση, την Ολλανδία. Με άκαμπτες θέσεις θεολογικής αδιαλλαξίας, με εμμονή για ομοφωνία στη λήψη των αποφάσεων, με διάθεση να αναλάβει το ρόλο του “χωροφύλακα της οικονομικής και πολιτικής ορθότητας στην Ευρώπη”, ο πρωθυπουργός της Ολλανδίας Μαρκ Ρούτε θυμίζει εποχές Μάργκαρετ Θάτσερ προκαλώντας εμπλοκές και αδιέξοδα στην διαπραγμάτευση, κρατώντας όμηρο την ίδια την ΄Ενωση.
Δημοσίευση από “ΤΑ ΝΕΑ”