Οι αγορές δείχνουν και πάλι να μη μας εμπιστεύονται. Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΠΡΩΤΟΠΑΠΑ

1]Πληθαίνουν το τελευταίο διάστημα οι φωνές θεσμικών-και μη-παραγόντων της Οικονομίας, που εκφράζουν ανησυχία για τις οικονομικές εξελίξεις και πιέζουν για πολιτικές «δημοσιονομικής  εξυγίανσης».

Τα στοιχεία που επικαλούνται βέβαια ανατρέπουν την ειδυλλιακή εικόνα για την πορεία της Ελληνικής Οικονομίας, που συστηματικά επιχειρεί να καλλιεργεί ο κ. Μητσοτάκης. Αναδεικνύουν μια επικίνδυνη πραγματικότητα.

Το δημόσιο χρέος έχει ξεφύγει. Φθάνει τα 357 δις ευρώ στο Γ’ τρίμηνο του 2021, με προβλέψεις για εκτίναξη του στα 391 δις ευρώ το 2022.

Το εμπορικό έλλειμμα φθάνει τα 24,2 δις ευρώ, και το πρωτογενές έλλειμμα του 2021 περίπου το 7% του ΑΕΠ.

Το αποτέλεσμα της δυσμενούς εικόνας, καταγράφεται ήδη στο κόστος δανεισμού της χώρας μας, με τις αποδόσεις των 10ετών ομολόγων να πενταπλασιάζονται (!!) μέσα στη χρονιά.

Οι αγορές δείχνουν και πάλι να μη μας εμπιστεύονται, να μας δανείζουν όλο και πιο ακριβά. Όσο και αν προσωρινά οι αποφάσεις της ΕΚΤ για την κατ’ εξαίρεση αγορά ελληνικών ομολόγων μας «καλύπτουν», το πρόβλημα παραμένει. Με άμεσες επιπτώσεις στην αξιοπιστία της Οικονομίας μας.

2]Ανήκει μήπως αποκλειστικά η ευθύνη για την κατάσταση, στην πανδημία και στις οικονομικές συνέπειές της;

Η απάντηση είναι ΟΧΙ. Ανήκει σε μεγάλο βαθμό στην πολιτική, στις επιλογές της Κυβέρνησης τα τελευταία δύο χρόνια.

Για δύο λόγους:

Α) Γιατί δόθηκαν 43,3 δις ευρώ με την μορφή οικονομικών ενισχύσεων, αλλά χωρίς κριτήρια.
Δυστυχώς τα χρήματα κατευθύνθηκαν -σε μεγάλο βαθμό- σε αυτούς που δεν τα είχαν μεγάλη ανάγκη. Δεν κάλυψαν τις ανισότητες που ενέτεινε η κρίση.
Αποτέλεσμα 12,5 δις από αυτά πήγαν σε καταθέσεις στις Τράπεζες, ενώ όλως περιέργως 210.000 επιχειρήσεις που βρίσκονταν σε «αναστολή», εμφάνισαν αυξημένα έσοδα κατά 33,6% (!!) έναντι του 2020.

Β) Δεν καταβλήθηκε το ίδιο διάστημα κάποια ουσιαστική προσπάθεια για την αλλαγή του παραγωγικού μας μοντέλου, ώστε να ενισχυθεί η δυναμική και η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι παρά τις διακηρύξεις της Κυβέρνησης για την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης μέσα στο 2021, προχώρησαν μόνο ελάχιστα έργα που αφορούσαν κυρίως οδικούς άξονες, ενώ δεν υπήρξε ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής. Ακόμη και η αμυντική μας βιομηχανία βρέθηκε «αποκλεισμένη» από τις συμφωνίες για τα μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα των 7 δις ευρώ.

3] Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι απαραίτητη η συγκράτηση των αλόγιστων δαπανών.

Η χώρα δεν πρέπει να διακινδυνεύσει μια επανάληψη των πολιτικών που οδήγησαν στην κρίση του 2009 και στα Μνημόνια.

Όμως από αυτό το σημείο μέχρι τις ανεπαρκείς και εμβαλωματικές παρεμβάσεις της Κυβέρνησης στα προβλήματα που δημιουργεί η κρίση της ενέργειας (και η ακρίβεια) υπάρχει μεγάλη διαφορά.

Ιδιαίτερα όταν οι ανισότητες διευρύνθηκαν μέσα στην κρίση (κυρίως στην εργασία και παιδεία), ενώ η ακρίβεια πλήττει καθοριστικά τους οικονομικά ασθενέστερους. (πληθωρισμός 6,2% ήδη)

Η τυχόν εγκατάλειψη στοχευμένων μέτρων ανακούφισης και ταυτόχρονα η επαναφορά υψηλών στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα από το 2023( που σύμφωνα με το μεσοπρόθεσμο θα εξελιχθούν ως 3,7% του ΑΕΠ το 2025), μόνο θα εντείνει τα προβλήματα. Γιατί η λιτότητα γεννά ύφεση και τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα οδηγούν στην αφαίρεση πόρων από την οικονομία και το κοινωνικό κράτος.
Ιδιαίτερα όταν έχεις να πληρώσεις και επιπλέον 3,5 δις ευρώ τα έτη 2021-2022 για τα αναγκαία εξοπλιστικά προγράμματα.

Τι θα μπορούσε λοιπόν να γίνει;

Πρώτον:

Επιτάχυνση της αξιοποίησης των 72 δις ευρώ των ευρωπαϊκών πόρων (Ταμ. Ανάκαμψης, ΕΣΠΑ, ΚΑΠ) για την ΑΝΑΠΤΥΞΗ και την επιτυχή δημιουργία του νέου ανταγωνιστικού παραγωγικού μοντέλου. Με βάρος στην εγχώρια παραγωγή και με συμμετοχή των υγιών και μικρών μεσαίων επιχειρήσεων. Αυτό θα φέρει αυξημένα έσοδα που θα επιτρέψουν και την μείωση των ελλειμμάτων, αλλά και την αντιμετώπιση των διευρυμένων ανισοτήτων.

Δεύτερον:

  • Στοχευμένες παρεμβάσεις στήριξης των οικονομικά ασθενέστερων που κυρίως πλήττονται σήμερα. Όπως έχει προτείνει το Κίνημα Αλλαγής.
  • Όχι με προσωρινά επιδόματα «Πάσχα», αλλά με μόνιμα μέτρα που αποκαθιστούν την κοινωνική συνοχή.
  • Στήριξη νοικοκυριών με κριτήριο την οικονομική ανάγκη, για να μην εμφανίζονται φαινόμενα όμως αυτά στο Lidl.
  • Μείωση του ΦΠΑ στα βασικά τρόφιμα στο 6%, για όσο διαρκεί η κρίση.
  • Χορήγηση «νέου ΕΚΑΣ» σε 350.000 χαμηλοσυνταξιούχους που σήμερα δοκιμάζονται.
  • Άμεση αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ και εν συνεχεία καθορισμός από τους κοινωνικούς εταίρους.

Και επιτέλους ας υποχρεωθούν οι πάροχοι της ενέργειας να απορροφήσουν ένα μέρος των αυξήσεων, όπως συμβαίνει σε όλη την Ευρώπη. Δεν μπορεί να αυξάνουν τα κέρδη τους μέσα στην κρίση.

Τρίτον:

Στον διάλογο για το νέο «Σύμφωνο Σταθερότητας» που ανοίγει στην Ε.Ε., η Κυβέρνηση δεν μπορεί να προσέλθει με λογικές φτωχού συγγενή. Τόσο οι σοσιαλδημοκράτες, όσο και οι χώρες του Νότου διεκδικούν συνέχιση της στήριξης για να περιφρουρηθούν οι Οικονομίες και οι κοινωνίες και τα επόμενα χρόνια.

Δεν επιτρέπεται να συζητάμε ούτε για επαναφορά της λιτότητας, ούτε για στόχους υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων.

Η μονιμοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης, η ένταση της αναπτυξιακής προσπάθειας είναι ο πιο σίγουρος δρόμος για το μέλλον της Ευρώπης και των πολιτών της.

Δημοσίευση από “ieidiseis.gr”