Να μιλήσουμε ξανά για το καπιταλισμό. Του ΘΟΔΩΡΟΥ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ

Το γράφω καθαρά από την αρχή. Η κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» ήταν τόσο παταγώδης που ο θρίαμβος του καπιταλισμού μάς συμπαρέσυρε όλους. Από τον  ανανεωτικό κομμουνισμό έως την σοσιαλδημοκρατία και το προοδευτικό Κέντρο. Η επικράτηση της αγοράς, η ταύτιση της με την Δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα έγιναν οι κοινές παραδοχές όλων. Μέχρι που γράφτηκε και το περίφημο «τέλος της ιστορίας». Η πορεία της παγκοσμιοποίησης όμως και η  έκρηξη των κοινωνικών ανισοτήτων τα τελευταία χρόνια τείνουν να αλλάξουν την αίσθηση του καπιταλιστικού θριάμβου. Ο πλούτος κινείται προς τους ελάχιστους, η ανεξέλεγκτη αγορά των offshore δραστηριοτήτων και οι μεταναστευτικές ροές των φτωχών βάζουν φωτιά στα θεμέλια της «κανονικότητας». Και μαζί με τις σκληρές πια ταξικές αντιθέσεις που θυμίζουν 19οαιώνα και το άλλο αγαθό της ελεύθερης αγοράς έχει τεθεί σε κίνδυνο. Η Δημοκρατία δοκιμάζεται από τους περιορισμούς και τους ελέγχους.

Μπροστά μας είναι το φαινόμενο για τον “εκλογικό δρόμο προς τον Αυταρχισμό” όπως μάς προειδοποιούν σοβαροί διανοούμενοι. Ο κίνδυνος πού εύστοχα ονομάστηκε “Μετά-δημοκρατία”. Δημοκρατία χωρίς λαό, ασφυκτικός έλεγχος στα ΜΜΕ, παρεμβάσεις στην Δικαιοσύνη, περιορισμός των κοινοβουλευτικών αρχών, ακραία καταστολή κάθε διαμαρτυρίας, συνιστούν τις όψεις του προβλήματος. Η άνοδος μίας νέας Ριζοσπαστικής Δεξιάς που αυτή την φορά με γραβάτες και χωρίς στρατιωτικές στολές απεργάζεται διακρίσεις και απαγορεύσεις αποκτά δύναμη. Μπορεί στο βάθος να υπάρχει και το τούνελ νέων ολοκληρωτισμών. Ένα, είναι σίγουρο ότι όσο υπερασπιζόμαστε τον Κοινοβουλευτισμό, τον πλουραλισμό, την Ανοιχτή κοινωνία και τα δικαιώματα των μειοψηφιών από οποία ιδεολογική αφετηρία και αν κινείται ο καθένας θα κλείνουν οι δρόμοι στα σκοτεινά μονοπάτια της Ανελευθερίας. Η σύμπραξη όμως των παραδοσιακών συντηρητικών κομμάτων με την Εναλλακτική Δεξιά- όπου γίνεται-θέτει σε αμφισβήτηση την μεγαλύτερη κατάκτηση: την Ευρωπαϊκή Δημοκρατία. Ας ελπίσουμε να μην το δούμε και στη χώρα μας στο προσεχές μέλλον. Πάντως, σε αυτή την αρνητική πορεία των πράγματων ο καθοριστικός παράγοντας είναι η δυσφορία των λαϊκών τάξεων. Οι χαμένοι της παγκοσμιοποίησης αναζητούν διαμαρτυρία προς το οικονομικό και πολιτικό κατεστημένο. Και η αγανάκτηση αυτή στέφεται προς τα άκρα. Ως αυταπάτη ανατροπής των ελίτ. Παράλληλα ένα άλλο κομμάτι της μεσαίας τάξης που σταδιακά διαλύεται καταφεύγει στον ατομισμό της επιβίωσης και στον πολιτικό Μιθριδατισμό. Το βιώνουμε και εδώ. Είναι μία πλευρά από το εκλογικό αποτέλεσμα.

Οι εικόνες αυτές έχουν έναν κοινό παρονομαστή. Την ανάγκη να τεθεί ξανά με έμφαση στον δημόσιο διάλογο η κριτική στον Καπιταλισμό.  Να μιλήσουμε για τους μη προνομιούχους. Να ξαναμπούν στο τραπέζι απαγορευμένες λέξεις και έννοιες. Η πλουτοκρατία, η αναδιανομή εισοδήματος, η προοδευτική φορολογία, οι κοινωνικές τάξεις, ο συνδικαλισμός, το κανονικό 8ωρο και ορισμένα αλλά που η νεογλώσσα έχει ορίσει ως ξεπερασμένα. Για να τα αποδυναμώσει. Η Σοσιαλδημοκρατία πρέπει να επικεντρώσει εκεί την προσοχή τους. Ας μην μείνουμε μόνο στην μάχη των ταυτοτήτων, στα λεγόμενα μετά-υλιστικά αιτήματα. Έχουν και αυτά την σημασία τους. Αλλά όπως ευφυώς έχει γράψει ο Ραφαέλ Γλυκσμάν όταν ασκούσε κριτική στο Γαλλικό Σοσιαλιστικό κόμμα : έχω κουραστεί να συζητώ για ώρες τα περί παρένθετης μητέρας και ελάχιστα για τον κατώτατο μισθό και για τους άστεγους.

Αναδημοσίευση από “ΤΑ ΝΕΑ”