Να μη θυσιάσουμε τη μεταναστευτική πολιτική στον παλαιοκομματισμό. Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΜΙΝΗ

Προσπαθώ, τις τελευταίες εβδομάδες, να καταλάβω πώς ακριβώς στελεχώνει το νεοσυσταθέν υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής και Ασύλου ο κ. Μηταράκης. Πριν από την απροσδόκητη έλευση του κορονοϊού στη ζωή μας, η διαχείριση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών αλλά και των ήδη διαβιούντων στη χώρα προσφύγων και μεταναστών αποτελούσε το πλέον σημαντικό ζήτημα συζήτησης στη δημόσια σφαίρα, με σαφείς γεωπολιτικές προεκτάσεις, όπως φάνηκε και από την κρίση στον Εβρο.

Η κυβέρνηση είχε ήδη εμμέσως παραδεχτεί την ανετοιμότητά της να αντιμετωπίσει το πολύπλοκο πρόβλημα, επανασυστήνοντας άρον άρον το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολτικής, έπειτα από σχεδόν 7 μήνες παλινωδιών και αλλοπρόσαλλων επιλογών.

Είχε ήδη δεχτεί ένα πρώτο, σοβαρό πλήγμα αξιοπιστίας, λόγω της αδιέξοδης επιμονής της στη δημιουργία κλειστών κέντρων «μαμούθ» στα νησιά, αντί της πιο λογικής επιλογής διασποράς μικρού αριθμού προσφύγων σε όλη την επικράτεια. Η άφρων αποστολή των ΜΑΤ στη Χίο και τη Λέσβο, οι εκτεταμένες συγκρούσεις με τους κατοίκους και τα στιγμιότυπα αποθράσυνσης των δυνάμεων των ΜΑΤ επισφράγιζαν αυτή την εικόνα.

Θα περίμενε λοιπόν κανείς να υπάρξει ειδική μέριμνα στη στελέχωση του νέου υπουργείου, θέληση να αποφευχθούν λάθη του παρελθόντος στον σχεδιασμό, μια σχετική ταπεινοφροσύνη. Αντιθέτως τι είδαμε; Δημιουργήθηκε πρόσφατα μια «φρέσκια» Τεχνική Υπηρεσία στο υπουργείο, η οποία στελεχώνεται σχεδόν αποκλειστικά με μετακλητούς υπαλλήλους, γεγονός προσβλητικό για τους ήδη υπάρχοντες δημοσίους υπαλλήλους της διοίκησης – και που επιπλέον κοστίζει περισσότερο. Διευθυντής, μάλιστα, τοποθετείται και πάλι μετακλητός, σαν να μην υπάρχουν άξια ανώτερα στελέχη στο Δημόσιο για να επιβλέψουν μια τόσο κρίσιμη υπηρεσία.

Προκηρύσσεται, προσφάτως, διαγωνισμός ύψους 4,5 εκατ. ευρώ για τη δομή στη Μαλακάσα, με απευθείας ανάθεση σε μία και μόνο εταιρεία, χωρίς δημοσίευση. Φαίνεται μάλιστα πως ο νέος διευθυντής της Τεχνικής Υπηρεσίας είχε σημαντικό ρόλο στην εταιρεία αυτή πριν από την πρόσληψή του στο υπουργείο.

Για τα θέματα αυτά αναμένω απάντηση από το υπουργείο σε κοινοβουλευτική ερώτηση που κατέθεσα στις 21 Απριλίου. Τους επόμενους μήνες, η χώρα οφείλει να αναβαθμίσει ουσιαστικά τις εγκαταστάσεις για φιλοξενία των προσφύγων και μεταναστών στα νησιά και την ηπειρωτική χώρα. Η Τεχνική Υπηρεσία του υπουργείου θα έχει κομβικό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία και δεν επιτρέπεται αμφιβολίες να σκιάζουν τη λειτουργία της.

Μαθαίνουμε, επίσης, ότι πρόκειται να ανανεωθούν 629 συμβάσεις εργαζομένων στην Υπηρεσία Ασύλου, όχι όμως και 16 υπαλλήλων που συγκαταλέγονται στα πλέον έμπειρα στελέχη της Υπηρεσίας. Ποιο είναι το κοινό στοιχείο που έχουν μεταξύ τους αυτά τα 16 άτομα; Δραστηριοποιούνται συνδικαλιστικά. Διαμαρτυρόμενοι για αυτή την εξέλιξη, συνάδελφοί τους απεργούν και έτσι μια, εξαιρετικά κρίσιμη για την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος εξέτασης και απονομής ασύλου, υπηρεσία, παραμένει ανενεργή.

Στην προ μηνών συνάντηση που είχαμε από κοινού με τον Τομέα Μετανάστευσης του Κινήματος Αλλαγής με εκπροσώπους των εργαζομένων της κεντρικής υπηρεσίας, η αβεβαιότητα και η απογοήτευση ήταν διάχυτες: ένα υπουργείο υποστελεχωμένο, που στηρίζεται κυρίως σε εργαζόμενους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, με καμία άρα δυνατότητα δημιουργίας θεσμικής μνήμης.

Η εμπειρία που έχει συσσωρευτεί χάνεται από τη μια στιγμή στην άλλη, είτε με μια σύμβαση που δεν ανανεώνεται, είτε με έναν υπάλληλο που, αντιμέτωπος με την ανασφάλεια, επιλέγει να συνεχίσει την καριέρα του στον ιδιωτικό τομέα ή σε κάποιον διεθνή οργανισμό.

Και τα πράγματα δεν μοιάζουν να βελτιώνονται στο μέλλον: στο καινούργιο νομοσχέδιο του Υπουργείου, η διαβούλευση του οποίου ολοκληρώθηκε πρόσφατα, προβλέπεται επίσης πλήθος θέσεων μετακλητών και ειδικών συμβούλων. Με το νομοσχέδιο σχηματίζεται στην ουσία ένας «υπερυπουργός», ο οποίος δημιουργεί με αποφάσεις του, που καθορίζουν όλες τις διαδικασίες, μητρώο εισηγητών και εκτός ωραρίου αμειβόμενες ομάδες εργασίας.

Το ίδιο μοντέλο διοίκησης μέσω μετακλητού, που χρησιμοποιήθηκε στην Τεχνική Υπηρεσία, φαίνεται να επαναλαμβάνεται και στην κρίσιμη Νομική Υπηρεσία του υπουργείου, υπεύθυνη για τις νομικές κατευθύνσεις που θα εφαρμοστούν σε χιλιάδες εκκρεμούσες και νέες αιτήσεις ασύλου. Μια διαδικασία κυριολεκτικά ζωής ή θανάτου για πολλούς αιτούντες άσυλο οφείλει να περιβάλλεται με ύψιστη σοβαρότητα από το κράτος και όχι να αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια του «εκλεκτού» τού υπουργού.

Στο Κίνημα Αλλαγής ήδη επεξεργαζόμαστε το νομοσχέδιο και ελπίζουμε να μας δώσει την ευκαιρία η κυβέρνηση να καταθέσουμε τις απόψεις μας μέσα από την τακτική νομοθετική διαδικασία, χωρίς τους περιορισμούς που επιβάλλει ο κορονοϊός στη λειτουργία της Βουλής.

Ολα τα παραπάνω αποκαλύπτουν πάντως μια σαφή νομοθετική επιλογή: με τη χρήση ειδικών-εξαιρετικών διατάξεων, υπηρεσίες του Δημοσίου μπορεί να απαρτίζονται σχεδόν αποκλειστικά από μετακλητούς υπαλλήλους, επιλογή που εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για τις αρχές της αξιοκρατίας, της ισότητας αλλά και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου.

Ανεξάρτητα από τα πρόσωπα, οι έκτακτες αυτές δομές είναι καταδικασμένες να ξηλώνονται με την έλευση κάθε νέου υπουργού. Δεν προσθέτουν τίποτα στη μακροπρόθεσμη λειτουργία του κράτους, δεν αποτελούν εχέγγυα χρηστής διοίκησης: πρόκειται για μια αενάως κατά παρέκκλιση λειτουργούσα διοίκηση.

Το προσφυγικό-μεταναστευτικό αποτελεί κορυφαία πρόκληση για το ελληνικό κράτος και την ελληνική κοινωνία: δεν επιτρέπεται να το σπρώχνουμε βιαστικά κάτω από το χαλάκι, ώστε να το ξεχνάμε. Για να ανταποκριθούμε στην πρόκληση αυτή στις επόμενες δεκαετίες, χρειάζεται ένα εύρωστο, καλά διοικούμενο υπουργείο, ικανό να χαράσσει μακρόπνοη πολιτική που θα συμβαδίζει με τις διεθνείς εξελίξεις και θα σέβεται τη διεθνή νομιμότητα. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να το θυσιάσουμε στον βωμό του παλαιοκομματισμού.

Δημοσίευση από την “Εφημερίδα των Συντακτών”