Μονιμο-κρίση και μονιμο-επαγρύπνηση. Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΚΑΡΚΑΤΣΟΥΛΗ
«permacrisis» (η «μονιμοκρίση», κατά τον Γ. Παγουλάτο) θεωρείται ως η λέξη της χρονιάς που πέρασε. Κι όχι άδικα. Αλλεπάλληλες κρίσεις δοκιμάζουν τις αντοχές τόσο της γηραιάς ηπείρου όσο και του υπόλοιπου κόσμου. Μάλιστα, ένα χαρακτηριστικό των κρίσεων αυτών (π.χ. κλιματική), είναι ότι η επίλυσή τους φαίνεται να υπερβαίνει τις δυνατότητες όχι μόνον των χωρών που πλήττονται με ιδιαίτερη ένταση, όπως οι χώρες της Μεσογείου, αλλά και του συνόλου των δυνάμεων που μπορεί να διαθέτουν διαθέτουν φίλιες χώρες.
Η συζήτηση για τα χαρακτηριστικά της κρίσης θα μπορούσε να είναι, απλώς, η συνέχεια μιας ατέρμονης συζήτησης μεταξύ των κοινωνικών επιστημόνων για την φύση, τις μορφές εκδήλωσης και την καταπολέμηση της κρίσης. Μεταξύ εκείνων που θεωρούν την κρίση ευκαιρία για αλλαγή και πρόοδο κι εκείνων που την θεωρούν σύμπτωμα παρακμής, διεξάγεται, εδώ και χρόνια, μια ζωηρή συζήτηση με πολλές ενδιάμεσες παραλλαγές.
Σήμερα, όμως, η συζήτηση για την διαρκή κρίση συμπαρασύρει μια άλλη συζήτηση για το μέλλον των θεσμών της Δημοκρατίας και του κράτους δικαίου. Η συζήτηση αυτή επικεντρώνεται περισσότερο στα συμπτώματα της κρίσης διακυβέρνησης (π.χ. αυταρχικές προσωπικότητες, altright κινήματα, κλπ) και λιγότερο στις λύσεις. Καταγράφουμε, καταλεπτώς, τις αποκλίσεις από το πλαίσιο και τους κανόνες της δημοκρατικής διακυβέρνησης, χωρίς όμως να φαίνεται ότι αναπτύσσονται ικανά αντίβαρα στην κρίση. Τα κομματικά σχήματα του παρελθόντος δοκιμάζονται και, στην πλειοψηφία τους, αποδεικνύονται ανεπαρκή, ενώ τα κοινωνικά κινήματα φαίνονται να περιορίζονται σε μια δυναμική που δεν υπερβαίνει τα όρια εκείνων που συμμετέχουν σ’ αυτά.
Στη χώρα μας, η εικόνα δεν αλλάζει ουσιαστικά σε σχέση με τη μεγάλη εικόνα. Κι εδώ, οι μεταρρυθμίσεις και οι αλλαγές που θα έδιναν προοπτική και διατηρησιμότητα στη δημοκρατική διακυβέρνηση, έχουν παγώσει. Θα έλεγε, κανείς, χωρίς να λάβει υπ’ όψη του, την περιρρέουσα ευρωπαϊκή και παγκόσμια ατμόσφαιρα, ότι η κρίση συμπαρασύρει κι αυτές τις ίδιες τις μεταρρυθμίσεις, υπό την έννοια, ότι φαίνεται να μην είναι ικανές να ανακόψουν την επέλασή της.
Πρέπει, λοιπόν, να επανεξετάσουμε την μεταρρυθμιστική ατζέντα και να δούμε για ποιους λόγους δεν πείθει. Πρέπει να δούμε, εκ νέου, γιατί η διαρκής διολίσθηση κι, εν τέλει, η υποκατάσταση του κοινοβουλίου από την εκτελεστική εξουσία, δεν συγκινεί παρά ελάχιστους.
Πρέπει να διερωτηθούμε γιατί οι προσχηματικές αλλαγές και τα φτιασιδώματα πείθουν περισσότερο από τις οριζόντιες, μεγάλες μεταρρυθμίσεις τόσο σε επίπεδο δημόσιας διοίκησης, συνολικά, όσο και στο επίπεδο των επιμέρους δημόσιων πολιτικών. Πρέπει να ξαναδούμε γιατί η διαφάνεια και ο έλεγχος μονίμως υπολείπονται των ευφάνταστων πρακτικών εκείνων που ιδιοποιούνται το δημόσιο χρήμα.
Αρκούν, όμως, αυτά; Μπορούν να συγκροτήσουν μια σύγχρονη κατηγορική προσταγή που να μπορέσει να ανακόψει την διολίσθηση προς μια διαρκή κατάσταση ανάγκης (η εξαίρεσης;) που θέτει το κράτος δικαίου στο περιθώριο, αυξάνοντας τον χώρο της ανομίας και της παρανομίας;
Οι επισημάνσεις, όσο εμβριθείς κι αν είναι, δεν κατάφεραν, σε περιόδους κρίσης, να ανακόψουν μια δυναμική που αναπτυσσόταν στην αντίστροφη κατεύθυνση της προόδου και της δημοκρατίας. Μόνον οι πράξεις αντίστασης, κατά μόνας είτε συλλογικές, σε πράξεις και παραλείψεις που πλήττουν τις ευρωπαϊκές κατακτήσεις διακυβέρνησης, μπορούν να ανασχέσουν την ανεμπόδιστη εξάπλωση της κρίσης.
Εάν η καινούργια χρονιά σηματοδοτήσει την ενδυνάμωση του μετώπου άμυνας σε πρακτικές κοινωνικής και πολιτικής οπισθοχώρησης, σε πρακτικές, άμεσες ή έμμεσες, υπονόμευσης της δημοκρατίας, τότε θα μπορούμε απέναντι στην μονιμο-κρίση να αντιπραβάλλουμε την μονιμο-επαγρύπνηση. Ας είναι αυτή μια ευχή που δεν απευθύνεται μόνον στους γρηγορούντες αλλά σε πολλούς περισσότερους.
Αναδημοσίευση από “ieidiseis.gr”