Μερικές σκέψεις για το μνημείο της Μακρονήσου. Του ΓΑΒΡΙΛΗ ΛΑΜΠΑΤΟΥ

Το μνημείο στη Μακρόνησο που θα εγκαινιάσει την Κυριακή ο γραμματέας του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας είναι ένα έργο που προκαλεί συγκίνηση σε όλους εμάς που οι γονείς μας πέρασαν στα χρόνια του εμφυλίου πολέμου από το Μακρονήσι. Ο γλύπτης Μάρκος Γεωργιλάκης καθηγητής της ΑΣΚΤ με το σύμπλεγμα των πέντε μορφών ανέδειξε την αγωνία και τις δοκιμασίες κάθε Μακρονησιώτη. Το αίσχος της Μακρονήσου αποκάλυψε η εφημερίδα «Μάχη» που εξέδιδαν οι σοσιαλιστές Αλέξανδρος Σβώλος  και Ηλίας Τσιριμώκος που είχαν αποχωρήσει από το ΕΑΜ μετά τα Δεκεμβριανά.

Η σθεναρή στάση της εφημερίδας και τα αποκαλυπτικά της δημοσιεύματα συνέβαλαν στο κλείσιμο του στρατοπέδου. Για το πώς πρέπει σήμερα να βλέπουμε την ιστορία της Μακρονήσου συμφωνώ απόλυτα με τις επισημάνσεις του Βασίλη Μπογιατζή στο θαυμάσιο δοκίμιο που έγραψε για την έκδοση του ανολοκλήρωτου βιβλίου του πατέρα του Απόστολου για τη Μακρόνησο.

Γράφει ο Μπογιατζής: «Κι είναι ένα τέτοιο ήθος, θεωρώ, που υποχρεώνει τον Judt να συνεξετάσει τη Μακρόνησο με τις  κομμουνιστικές ρουμάνικες φυλακές του Πιτέστι την ίδια περίοδο, με ένα τρόπο που τουλάχιστον σε μένα, και συγγνώμη αν φαντάζει υπερβολικό, προκαλεί ανατριχίλα και μου επιβάλει μια μεθολογική και ηθική επιταγή: όταν μιλώ για την διαβόητη Μακρόνησο, πρέπει να έχω στο νου μου κάθε θύμα –από του Ολοκαυτώματος έως τους διωκόμενους σταλινικούς από τους τιτοϊκούς στη Γιουγκοσλαβία μετά την ρήξη Τίτο-Στάλιν – που έχει υποστεί ή υφίσταται τέτοιες πρακτικές, λέγοντας σε όλες τις περιπτώσεις τα πράγματα με το όνομα τους έτσι, αυτή η μαρτυρία και η δημοσίευσή της λειτουργεί ως φόρος τιμής σε όλα τα θύματα. Κι αυτό δεν έχει να κάνει με συμψηφισμούς, με θεωρήσεις περί σύμπτωσης των ολοκληρωτισμών, με δοσολογίες επιλεκτικών και σκόπιμων υπερτονισμών και αφωνιών, αλλά απλώς με την υπενθύμιση του συνόλου του ευρωπαϊκού παρελθόντος, της υπενθύμισης ότι διανοούμενοι και καθημερινοί άνθρωποι όλων των πολιτικών κατευθύνσεων ανέχθηκαν ή και υποστήριξαν τις απεχθείς όψεις του στρατοπέδου συγκέντρωσης και ότι χωρίς αυτή την παραδοχή η διαμόρφωση μιας παραδειγματικής ιστορίας που δεν θα επιτρέψει μια τέτοια μεταχείριση του πολιτικού αντιπάλου και διαφωνούντα θα είναι αδύνατη.»

(Απόστολος Μπογιατζής, Μακρονήσι, Το βιβλίο που ήθελα ν’ αφήσω, Μεταγραφή-Επιστημονική επιμέλεια- Επιλεγόμενα: Βασίλης Μπογιατζής, Πληθώρα,2019,244-245)