Μαζί με την Ελένη. Της ΕΦΗΣ ΣΤΕΦΟΠΟΥΛΟΥ
Ο πρώτος που θρασύτατα κατηγόρησε την καταγγέλλουσα ήταν ο ίδιος ο κατηγορούμενος. Άφησε υπονοούμενα για κομματικές και εκλογικές σκοπιμότητες. Το γαϊτανάκι έπιασαν πολλά μέσα και σελίδες, που δημοσιοποίησαν τα στοιχεία της και ανέσυραν από τα social media φωτογραφίες της, τις οποίες με εύσχημο τρόπο κολλούσαν δίπλα σε φωτογραφίες του Γεωργούλη. Μετά άρχισε το παραμύθι περί ομορφονιού που «δεν έχει ανάγκη να βιάσει» – και κάπως έτσι δικαιολογούνται οι βιαστές, λες κι έχουν «ανάγκη» να βιάσουν… Η λάσπη πάντως, έδειχνε να μην κολλάει στην καταγγέλλουσα, η οποία δεν είχε μιλήσει δημόσια ακόμα. Κι όταν το έκανε, ήταν με όρους ξεχωριστής αξιοπρέπειας και με μια φράση – κλειδί στο τέλος της ανάρτησής της: «Έχει έρθει ο καιρός το αίσθημα ντροπής και ενοχής να μη βαραίνει τα θύματα, αλλά τους δράστες ανάλογων περιστατικών και όσους τους ανέχονται».
Ναι, φαίνεται πως το κίνημα #metoo και η ευαισθητοποίηση της κοινωνίας – όλοι εμείς δηλαδή – έχουν παράξει αποτελέσματα. Μαζί, δεν θα επιτρέψουμε σε κανέναν να διαπομπεύσει και να ενοχοποιήσει το θύμα. Μαζί θα ενισχύσουμε την εσωτερική δύναμη όλων αυτών των γυναικών που έχουν υπάρξει θύματα και φοβούνται να μιλήσουν. Μαζί θα αφήσουμε τη Δικαιοσύνη να κάνει τη δουλειά της, μακριά από χυδαία κατηγορώ μεγαλοδικηγόρων εναντίων των θυμάτων.
Όσοι αναρωτιούνται «μήπως πήγαινε γυρεύοντας;», μπορεί να το κάνουν από σκοπιμότητα, άγνοια, κακία ή μια αυτάρεσκη αίσθηση ανωτερότητας. Όποιο κι αν είναι το κίνητρο, ένα είναι το αντίδοτο: η ενσυναίσθηση: Πως θα ένοιωθα αν συνέβαινε σε μένα; Γιατί η προσπάθεια ενοχοποίησης του θύματος υποβαθμίζει την εγκληματική πράξη και κάνει τους ανθρώπους λιγότερο πιθανό να εμφανιστούν και να καταγγείλουν αυτό που τους έχει συμβεί.