Καραμανλής, ολετήρας τότε, τιμητής τώρα. Του ΤΑΚΗ ΜΠΑΤΖΕΛΗ

Την 1η Ιουνίου, από το βήμα του Μεγάρου Μουσικής, ο κ. Κώστας Καραμανλής έκανε την τιμή στον ελληνικό λαό να παρουσιάσει τις απόψεις του και να απευθύνει υποθήκες προς πάσα κατεύθυνση. Φορώντας γαλάζια γραβάτα, διάστικτη με ελληνικές σημαίες (πόσο ακόμη κιτς και προσποίηση;), έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για τις «πανταχόθεν απειλές» που υφίσταται η χώρα.

Φυσικά, ο κάθε Ελληνας πολίτης έχει δικαίωμα να διατυπώνει τις απόψεις του. Πολύ περισσότερο όταν αυτός είναι πρώην πρωθυπουργός. Ωστόσο, εμείς οι υπόλοιποι, τουλάχιστον μερικοί από εμάς, έχουμε δικαίωμα να θυμόμαστε. Ο Κώστας Καραμανλής εξελέγη πρωθυπουργός τον Μάρτιο 2004, με ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία και άνετη λαϊκή ανοχή. Μέσω ενός νεοσυντηρητικού ηθικολογικού πολιτικού λόγου, οικοδόμησε προφίλ άτεγκτου πολιτικού, πολέμιου της διαπλοκής και της διαφθοράς. Υποσχέθηκε ριζικές μεταρρυθμίσεις και την «επανίδρυση του κράτους» σε υγιείς βάσεις.

Πολύ γρήγορα, όμως, φάνηκε η πολιτική προχειρότητα, η έλλειψη προετοιμασίας, το κομματικό δόγμα και η επιδίωξη του διασυρμού των προκατόχων του. Η κυβέρνησή του, αγκυλωμένη στα στερεότυπα και με σοβαρότατο έλλειμμα κατανόησης της χώρας και της λειτουργίας της, τελικά αποδύθηκε σε μια αλλοπρόσαλλη δημοσιονομική πολιτική και σε ένα όργιο διορισμών στο Δημόσιο και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, που οδήγησε στον εκτροχιασμό των δημοσίων οικονομικών.

Ετσι, ύστερα από 5,5 χρόνια πρωθυπουργίας του, οι πρωτογενείς δημόσιες δαπάνες του κράτους, από 30,46 δισ. ευρώ το 2003, έφτασαν τα 57,98 δισ. το 2009. Το δημόσιο χρέος, από 184,50 δισ. ευρώ τον Μάρτιο 2004, έφτασε τα 297,92 δισ. το Σεπτέμβριο 2009. Αύξηση 61,5% μέσα σε πεντέμισι χρόνια. Από αυτήν τη διαφορά της αύξησης, 85 δισ. ευρώ διοχετεύθηκαν στην κάλυψη του αυξημένου κόστους του κράτους σε περιττό προσωπικό, πλασματικές υπερωρίες, ελλειμματικούς δημόσιους οργανισμούς κ.λπ. Τελικά, παρέδωσε έλλειμμα προϋπολογισμού 15,5%!

Στην εξωτερική πολιτική, τα ίδια. Στα ελληνοτουρκικά, ενώ η προηγούμενη κυβέρνηση του Σημίτη είχε προχωρήσει σημαντικά τις συνομιλίες με την Τουρκία, τότε που ο Ερντογάν δεν ήταν αυτός που είναι σήμερα και είχαν φτάσει πολύ κοντά στη σύνταξη του συνυποσχετικού για την προσφυγή στο Δ.Δ. της Χάγης, ο Καραμανλής έπειτα από συμβουλές των «γερόντων» του κόμματος, πάγωσε τις διαδικασίες στη λογική ότι η απόφαση του Δ.Δ. της Χάγης δεν θα ήταν αυτή του μαξιμαλισμού που έχουμε προϊδεάσει την ελληνική κοινωνία. Αρα δεν πρέπει να αναλάβουμε το σοβαρό πολιτικό κόστος.

Στο «Μακεδονικό», πλήρης αδράνεια και αδιαφορία επίλυσης του θέματος της ονομασίας.

Στο Κυπριακό, όπου τότε συζητείτο η τελευταία φάση του σχεδίου Ανάν, πήγε στη Λουκέρνη, όπου κλείστηκε στο δωμάτιό του και άφησε τον Τάσσο Παπαδόπουλο να κάνει ό,τι ήθελε. Εκτοτε, σταδιακά και σταθερά, η Κύπρος οδηγείται στην οριστική διχοτόμηση.

Αν για κάτι πρέπει να θυμόμαστε την πρωθυπουργία του είναι ότι παρέδωσε χρεοκοπημένη τη χώρα.

Αν για κάτι χαρακτηριζόταν η κυβέρνησή του, είναι η οκνηρία (σε αυτό ήταν ο ίδιος πρωτοπόρος) και η ανικανότητα, μα πάνω απ’ όλα το δόγμα της ακινησίας. Ο Τίμος Χριστοδούλου, ένας από τους «σοφούς» γέροντες της παράταξής του, υποστήριζε ότι η ελληνική οικονομία είναι μια λεπτή φλούδα και, αν επιχειρήσεις να τη σκάψεις, την πληγώνεις (Αντώνης Καρακούσης, «Μετέωρη Χώρα», Εστία, 2006). Αυτή τη νιρβάνα της απραξίας ο Κώστας Καραμανλής την εφάρμοσε συνολικά στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική.

Υστερα από όλα αυτά, υπέστη οδυνηρή ήττα στις εκλογές του Νοεμβρίου 2009 και αποφάσισε να αποσυρθεί στη σιωπή. Ηταν το μόνο που μπορούσε να κάνει. Τι να υποστηρίξει; Η επιχείρηση αγιογράφησής του διεκπεραιώνεται από διάφορους παρατρεχάμενους δημοσιογράφους, πολιτικούς κ.λπ. Ομως, από καιρού εις καιρόν, εμφανίζεται επιλεκτικά, για να μας «νουθετήσει» και καθοδηγήσει στις σωστές συμπεριφορές. Ετσι, αυτή τη φορά, έψεξε τους οπαδούς του «κατευνασμού» της Τουρκίας, όπως αποκαλούνται εκείνοι που θεωρούν ότι η αέναη αντιπαράθεση με την Τουρκία οξύνει περισσότερο τα προβλήματα.

Ενώ την ίδια στιγμή «συμβούλευσε» εμμέσως τους Ουκρανούς να υποχωρήσουν για «χάρη της ειρήνης». Δοξολόγησε την αγέρωχη απορριπτική πολιτική στο Κυπριακό, που οδηγεί αντικειμενικά πλέον στη διχοτόμηση. Εριξε και μια πρέζα αντιαμερικανισμού και μερικές νουθεσίες στην Ε.Ε. και έτοιμο το πιάτο. Οπως πάντα, καμία πρωτοτυπία σκέψης, καμία τολμηρή, ευφάνταστη πρόταση. Καμία διδαχή από τις απόψεις του θείου του, οι οποίες επ’ αυτών ήταν ρεαλιστικές και τολμηρές. Απλώς, ό,τι θέλει να ακούσει ο εθνικόφρων λαϊκισμός. Ομιλία γυμνασιάρχου δεκαετίας του ’50.

Ομως, παρ’ όλα αυτά, τι είναι εκείνο που του επιτρέπει ακόμη και σήμερα να διαθέτει κάποιο ακροατήριο; Οι κοτζαμπάσηδες, ως κοινωνική τάξη, δεν υπάρχουν πλέον. Ομως, ο πολιτικός κοτζαμπασισμός ακόμα διαθέτει δυνάμεις. Αυτή η συμπλεγματική στάση του μέσου Ελληνα είναι που δίνει σε αυτόν και σε μερικούς άλλους ακροατήριο. Ευελπιστούμε όχι για πολύ.

Αναδημοσίευση από “Η ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ”