Η πρόκληση των περιφερειακών εκλογών. Του ΜΑΡΙΝΟΥ ΣΚΑΝΔΑΜΗ

Στις εκλογές της 25ης Ιουνίου τα ακροδεξιά κόμματα που μπήκαν στη Βουλή συγκέντρωσαν το 12, 76% των ψήφων του εκλογικού σώματος, που αποτελεί το μεγαλύτερο ποσοστό ακροδεξιών ψήφων μεταπολιτευτικά, ενώ η ΝΔ πέτυχε το ισχυρό ποσοστό του 40,56%.
Έτσι, η νέα σύνθεση της Βουλής προεικάζει πιθανότητες μετακίνησης του πεδίου της πολιτικής αντιπαράθεσης από την όποια σύγκρουση (κεντρο)αριστεράς- δεξιάς σε αυτήν της δεξιάς – ακροδεξιάς.

Σε αυτό μπορεί να συμβάλλει εξάλλου και ο εμφανής λαϊκισμός κάποιων ΜΜΕ που προτιμούν να προβάλλουν την ακροδεξιά πρόκληση χάριν της θεαματικότητας, παρά τον όποιο κριτικά υπεύθυνο πολιτικό λόγο, όπως εξάλλου συμβαίνει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Στη Γαλλία λ.χ. η αντιπαράθεση έχει πια μετατοπιστεί μεταξύ του κεντροδεξιού Μακρόν και της ακροδεξιάς-εθνικίστριας Λεπέν, με τον σοσιαλιστικό κόσμο της Γαλλίας να περιορίζεται στον ρόλο του ουδέτερου τρίτου.

Αυτές τις μέρες επίσης, στη Γερμανία το ακροδεξιό AfD ξεπερνά σε δημοσκοπήσεις τους σοσιαλδημοκράτες του Σολτς.

Η νέα αντιπαράθεση λοιπόν, μπορεί και στη χώρα μας να λάβει τέτοια χαρακτηριστικά, όπου καμία σημασία δεν θα έχει ο υπεύθυνος λόγος του ΠΑΣΟΚ, που μπορεί να (παρ)ερμηνεύεται και ως άτολμος ή οι όποιες αντιφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ ή και οι πέραν των κομμάτων αυτών κεντρώες, αριστερές ή οικολογικές στάσεις.

Η μακρονοποίηση της πολιτικής στη χώρα μας όπου ο «υπεύθυνος» Μητσοτάκης (βλ. Μακρόν) θα αντιπαρατίθεται κυρίως με τα ακροδεξιά κόμματα (βλ. Λεπέν), με τον ρόλο των προοδευτικών δυνάμεων στο πολιτικό περιθώριο, δεν φαίνεται να είναι πια ένα φαντασιακό σενάριο.

Μέχρι την απευκταία επιβεβαίωση του όμως, η ούτως ή άλλως ηγεμονία της δεξιάς σκέψης που αναπαράγεται από τεχνοκράτες, μίντια και επηρεαζόμενους από αυτά απλούς πολίτες, θα συνεχίζει να απαγορεύει κάθε σοσιαλδημοκρατικό ή αριστερό πολιτικό αντίλογο στις συντηρητικές βεβαιότητες είτε κανείς λ.χ. ζητά την φορολόγηση των μερισμάτων είτε υπερασπίζεται την δημόσια υγεία.

Γι’ αυτό και οι επερχόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές είναι μια ευκαιρία του ευρύτερου δημοκρατικού χώρου να ξανασυστηθεί. Δεν προσφέρεται τόσο ο α’ βαθμός αυτοδιοίκησης, ιδίως στους μικρούς δήμους, διότι οι προσωπικές σχέσεις, αντιπάθειες, εξαρτήσεις κ.λπ. ξεπερνούν τις κομματικές ταυτότητες, ωστόσο προσφέρονται οι περιφερειακές εκλογές με τον καθαρό πολιτικό χαρακτήρα τους.

Και κυρίως προσφέρονται για συμμαχίες στην κατεύθυνση υπεράσπισης του δημόσιου συμφέροντος και της κοινωνίας, αλλά και στην δημιουργία ενός συνολικού αναχώματος στην επέλαση της συντήρησης, που τείνει όλο και περισσότερο να αφομοιώνει στελέχη του ΠΑΣΟΚ σε διάφορα γαλάζια περιφερειακά ψηφοδέλτια.

Διότι κ. Λοβέρδος αποχώρησε από το κόμμα, όχι όμως και αυτοί, που με κεντρική ανοχή (;) ή αμέριμνη χαλαρότητα, χρησιμοποιούν τοπικά τις ίδιες πολιτικές πρακτικές, δηλαδή δηλώνοντας ΠΑΣΟΚ και συνεργαζόμενοι με τη ΝΔ, χωρίς καμία απολύτως κύρωση.
Βέβαια, η αντίληψη ότι το ΠΑΣΟΚ του 11,84% ή ο ΣΥΡΙΖΑ του 17,83% ή οι λοιπές κεντρώες, αριστερές ή οικολογικές δυνάμεις με τα μικρά ποσοστά τους θα «κατεβάσουν» τους δικούς τους υποψηφίους στις περιφερειακές εκλογές έχει ένα ενδιαφέρον.

Το πολιτικό διακύβευμα όμως δεν είναι μόνο η καταγραφή ενός ικανοποιητικού ποσοστού, αλλά αν ο αυτοδιοικητικός χάρτης το βράδυ της 8ης ή 15ης Οκτωβρίου θα ξαναβαφτεί γαλάζιος.
Αν συμβεί αυτό, το σενάριο μακρονοποίησης της χώρας γίνεται πιο ισχυρό. Και οι μελλοντικές δημοκρατικές δυνατότητες πολύ πιο ασθενείς.

Από την απάντηση που θα δώσουμε στο διακύβευμα θα κριθεί η προοπτική μας και κυρίως, αν όλοι σωστά έχουμε αντιληφθεί ότι οι αυτοδιοικητικές εκλογές ενσωματώνουν ευρύτερες προκλήσεις.

Αναδημοσίευση από “ieidiseis.gr”