Η ιστορία παρακολουθεί – Προϋποθέσεις επιτυχίας. Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΙΩΑΚΕΙΜΙΔΗ

Ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης και ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν θα έχουν την Τετάρτη στο Βίλνιους/Λιθουανία την πρώτη συνάντησή τους μετά τις εκλογές με κύριο στόχο την επίτευξη ενός οδικού χάρτη για την εξομάλυνση/επαναπροσδιορισμό των διμερών σχέσεων( αποκατάσταση επικοινωνίας, θετική ατζέντα, ΜΟΕ, διερευνητικές συνομιλίες σε πρώτη φάση). Για να έχει η διαδικασία εξομάλυνσης προοπτικές επιτυχίας και οι δύο πλευρές θα πρέπει να εγκαταλείψουν παρωχημένες νοοτροπίες, ρητορικές, φοβίες, σύνδρομα, ακραίες θέσεις και οπωσδήποτε διεκδικήσεις (Τουρκία). Είναι σημαντικό ότι ο πρωθυπουργός πηγαίνει στη συνάντηση επικαλούμενος το δόγμα Κέννεντυ σύμφωνα με το οποίο «δεν διαπραγματευόμαστε από φόβο αλλά και δεν αποφεύγουμε τη διαπραγμάτευση επίσης από φόβο». Και ως συνολική ιδεολογική κατεύθυνση προβάλλει τον «πολυδύναμο εκσυχρονισμό»(του Κ. Σημίτη) . Η Ελλάδα είναι επομένως αρκετά ώριμη χώρα για να κατανοεί:

Πρώτον, η αναφορά ότι το μόνο θέμα που έχουμε να επιλύσουμε είναι η οριοθέτηση υφαλοκριπίδας/ΑΟΖ μπορεί να είναι χρήσιμη πολιτικά αλλά από μόνη της δεν εξομαλύνει τις Ελληνοτουρκικές σχέσεις σε βάθος. Το θέμα – κλειδί για την εξομάλυνση είναι το ζήτημα του εύρους των χωρικών υδάτων όπως σταθερά (μου) έλεγε και ο αείμνηστος Β. Θεοδωρόπουλος (μοναδικό θέμα άλλωστε των διερευνητικών συνομιλιών μέχρι το 2013) . Επομένως αυτό θα πρέπει με τον ένα ή άλλο τρόπο, άμεσο ή έμμεσο να επιλυθεί (με διαπραγμάτευση ή διεθνή δικαιοσύνη και ας το έχουμε αφαιρέσει από τη δικαιοδοσία ΔΔΧ).Υπάρχει βέβαια η ( αμφισβητούμενη) άποψη ότι άπαξ και έχουμε οριοθετήσει υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ δεν μπορεί να ακολουθήσει επέκταση χωρικών υδάτων και επομένως κλείνει με τον τρόπο αυτό το όλο θέμα. Κλείνει όμως ; Προφανώς δεν μπαίνουμε σε διαπραγμάτευση γύρω από ζητήματα ελληνικής κυριαρχίας – έκνομες διεκδικήσεις της Τουρκίας (γκρίζες ζώνες, αποστρατιωτικοποίηση νησιών/κυριαρχία). Αλλά η θέση ότι υπάρχει μόνο «ένα θέμα για επίλυση» που σήμερα έχει κυριαρχήσει δεν ήταν ούτε η θέση του Κ. Καραμανλή (πρεσβύτερου) ούτε και πάντοτε του Ανδρέα Παπανδρέου. Ο Παπανδρέου είναι αυτός όντως που εισήγαγε τη θεωρία του «ενός νομικού θέματος προς διευθέτηση». Αλλά την εγκατέλειψε μετά το 1987 και την τότε μεγάλη κρίση και παρ’ ολίγον πόλεμο με την Τουρκία.

Δεύτερον, το σύνδρομο της στενής νομικιστικής, λεγκαλιστικής φοβικής προσέγγισης αυτοπαγιδεύει . Σχεδόν όλα τα εξωτερικά, διμερή ή διεθνή προβλήματα, είναι στην αφετηρία τους νομικά. Αλλά πάνω απ’ όλα είναι προβλήματα πολιτικά. Η Ελλάδα ως status quo «χώρα διεθνούς δικαίου» τείνει να υπερτονίζει τη νομική διάσταση των προβλημάτων και το ρόλο του δικαίου εις βάρος της πολιτικής διάστασης. Το διεθνές δίκαιο είναι οπωσδήποτε η βάση μιας διαπραγμάτευσης. Αλλά το διεθνές δίκαιο (όπως και κάθε σύστημα δικαίου) έχει πολλές «καλή τη πίστει» αναγνώσεις και ερμηνείες και εφαρμόζεται με πολλούς τρόπους με τη δικαιοσύνη να έχει τον τελευταίο λόγο. Όπως λ.χ. το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οποίο η Ελλάδα έχει καταδικασθεί πλειστάκις για εσφαλμένη εφαρμογή του από το Δικαστήριο ΕΕ. Ή από το Δικαστήριο του Στρασβούργου και το ΔΔΧ για άλλες πτυχές του δικαίου. Τα προβλήματα λύνονται τελικά εντός μεν δικαίου αλλά με πολιτική βούληση και αυτή χρειάζεται .

Η συνάντηση γίνεται ακριβώς δώδεκα μέρες πριν την εκατοστή επέτειο από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης (24/7/1923). Η ιστορία παρακολουθεί…

Αναδημοσίευση από “ΤΑ ΝΕΑ”