Η Αριστερά και η ιδέα της προόδου. Του ΘΑΝΑΣΗ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗ
Στις σχέσεις της Αριστεράς με την ιδέα της προόδου αναφερόταν ένα πρόσφατο δημοσίευμα του γαλλικού περιοδικού «Marianne». Από το δημοσίευμα αυτό παρουσιάζουμε στη συνέχεια ορισμένα αποσπάσματα.
Η έννοια της προόδου συνδέθηκε από την αρχή με το σχέδιο της κυριαρχίας του ανθρώπου πάνω στη φύση. Στον 17ο αιώνα ο Φράνσις Μπέικον στο έργο του «Η νέα Ατλαντίδα» φαντάζεται μια επιστημονική ουτοπία, στην οποία ο άνθρωπος κακομεταχειρίζεται τη φύση προκειμένου να αναπτύξει τη γνώση του. Ο Ρενέ Ντεκάρτ στον «Λόγο περί της μεθόδου» διατυπώνει το σχέδιο με το οποίο οι άνθρωποι θα γίνουν «κύριοι και κάτοχοι της φύσης» χάρη στη γνώση και την επιστήμη.
«Στον 18ο αιώνα υπάρχουν τα στοιχεία μιας φιλοσοφίας της προόδου, αλλά αυτή δεν είναι ακόμα δογματική, δεν χαρακτηρίζεται από επιστημονισμό και τεχνοφιλία» σημειώνει ο φιλόσοφος Σερζ Οντιέ. «Στη διάρκεια του Διαφωτισμού συναντάμε την έννοια της προόδου στον πληθυντικό: ηθική πρόοδος, πρόοδος της γνώσης, τεχνική πρόοδος…» εξηγεί ο ιστορικός Αντουάν Λιλτί. Παρά το γεγονός όμως ότι η τεχνική πρόοδος και οι καινοτομίες της σαγηνεύουν συνολικά τον 18ο αιώνα, ο Διαφωτισμός δεν παύει να διερωτάται για την αξία των επιτευγμάτων της νεωτερικότητας.
«Το μεγάλο ερώτημα του Διαφωτισμού -προσθέτει ο Λιλτί- είναι το αν οι πρόοδοι στα διάφορα πεδία μπορεί να συγκλίνουν ή αν το γεγονός ότι υπάρχει πρόοδος στην οικονομία ή την επιστήμη μπορεί να συνεπάγεται οπισθοδρόμηση της ηθικότητας ή της κοινωνικής ζωής». Τα ιδεώδη της Αριστεράς -το ιδεώδες της ισότητας, η κριτική στον απολυταρχισμό και στις παραδοσιακές ιεραρχίες- άρχισαν να διαμορφώνονται στη διάρκεια του Διαφωτισμού. Επομένως η Αριστερά συνδέθηκε από την αρχή, ήδη από τον 18ο αιώνα, με την ιδέα της προόδου.
Σύμφωνα με τον Σερζ Οντιέ, συναντάμε τότε δύο πνευματικές πηγές της Αριστεράς: «Υπάρχει ένας πόλος που ενσαρκώνεται από τον Βολταίρο, τους εγκυκλοπαιδιστές και τον Κοντορσέ, ο οποίος επαγγέλλεται την ιδέα της προόδου για να υπηρετήσει ένα σχέδιο χειραφέτησης και (σχετικής!) ισότητας. Ο δεύτερος πόλος ενσαρκώνεται από τον ρεπουμπλικανισμό και από το εξισωτικό ιδεώδες του Ρουσό. Ο Ρουσό μιλάει για τη δυνατότητα τελειοποίησης του ανθρώπου, αλλά δεν είναι προοδευτικός. Αντίθετα, θεωρεί ότι οι πρόοδοι των επιστημών και των τεχνών συνεπάγονται μάλλον μια ηθική και πολιτική οπισθοδρόμηση. Κι ωστόσο είναι αληθινά ένας από τους πνευματικούς πατέρες της Αριστεράς».
Στους κόλπους της γεννώμενης Αριστεράς αναπτύσσονται διαιρέσεις, τις οποίες φωτίζει τότε η «διαμάχη για την πολυτέλεια», κατά την οποία ρουσοϊκοί και φιλελεύθεροι συγκρούονται για το αν η πολυτέλεια αντιπροσωπεύει ή όχι μια πρόοδο του πολιτισμού. Εξάλλου η προοδευτική οικογένεια διαπερνιέται από την αρχή από αμφισημίες αναφορικά με τη σχέση της με την πρόοδο. Ο Λιλτί σημειώνει: «Ο Ντιντερό στο “Συμπλήρωμα στο ταξίδι του Μπουγκενβίλ” συγκρίνει τη φυσική αρετή των κατοίκων της Ταϊτής, που ζουν σε επαφή με τη φύση, με την ηθική διαφθορά που συνδέεται με τις καταχρήσεις του πολιτισμού. Αυτή την ανησυχία του Διαφωτισμού τη βρίσκουμε και στον Βολταίρο: το συμπέρασμα του Καντίντ “πρέπει να καλλιεργούμε τον κήπο μας” είναι μάλλον μια συνηγορία υπέρ της οικολογίας και όχι της τεχνικής προόδου».
Κατά τον 19ο αιώνα επικρατεί σταδιακά μια πιο δογματική και μηχανιστική αντίληψη περί προόδου. Η ιδέα της προόδου παραπέμπει σε μια διαρκή δυνατότητα βελτίωσης των ανθρώπινων κοινωνιών, σύμφωνα με μια γραμμική, μη αντιστρέψιμη και αναπόφευκτη διαδικασία. Μια τέτοια πίστη στην πρόοδο πηγάζει και από τη νέα φιλοσοφία της Ιστορίας που διατύπωνε στη Γερμανία ο Χέγκελ. Ακολουθώντας τους νόμους της Ιστορίας και διανύοντας τα διάφορα αναγκαία ιστορικά στάδια, ο άνθρωπος αναπτύσσει παράλληλα τον Λόγο του. Στη Γαλλία ο Σεν Σιμόν υποστηρίζει ότι υπάρχει ένας στενός δεσμός ανάμεσα σε εκβιομηχάνιση και κοινωνική πρόοδο. Εγκωμιάζει τους επιστήμονες και τους μηχανικούς και θεωρεί ότι αυτοί πρέπει να διευθύνουν την κοινωνία, γιατί γνωρίζουν πώς να υπηρετούν το γενικό συμφέρον.
Στενός συνεργάτης του Σεν Σιμόν, ο Ογκίστ Κοντ αντιλαμβάνεται την ιστορική διαδικασία ως μια αναπόδραστη κίνηση προς περισσότερη επιστημονική ορθολογικότητα: το επιστημονικό πνεύμα προορίζεται να αντικαταστήσει τις θεολογικές πεποιθήσεις, που κρίνονται ανεπιβεβαίωτες, και τα μεταφυσικά ζητήματα, που κρίνονται υπερβολικά αφηρημένα. Ο σενσιμονισμός (ένας από τους κλάδους του πρωτοεμφανιζόμενου σοσιαλισμού) και ο επιστημονικός θετικισμός του Κοντ θα ασκήσουν μεγάλη επίδραση και θα εδραιώσουν στην Αριστερά την ιδέα ότι η βιομηχανία είναι παράγοντας προόδου για την ανθρωπότητα (επομένως και για τις καταπιεζόμενες τάξεις). Η Αριστερά βέβαια δεν κατέχει το μονοπώλιο του εγκωμιασμού της προόδου. Με εξαίρεση ορισμένες σημαντικές μορφές, όπως ο Βρετανός ρομαντικός σοσιαλιστής Ουίλιαμ Μόρις, όλος ο κόσμος -και η Δεξιά και οι φιλελεύθεροι- αναφέρεται στην πρόοδο. Και ενώ η ιδεολογία της προόδου γινόταν ευρέως αποδεκτή, κινήματα εργατών και τεχνιτών ή οι λουδίτες αντιτάχθηκαν στην εξάπλωση του εργοστασιακού συστήματος που βασιζόταν στις μηχανές.
Στην περίοδο της γέννησής του ο βιομηχανισμός υποβάθμιζε βίαια τις συνθήκες ζωής τους και ο λόγος περί προόδου χρησίμευε στο να δικαιολογεί αυτές τις θυσίες στο όνομα μιας επερχόμενης κοινωνίας της αφθονίας. Οι μαρξιστές εγκωμιάζουν την πρόοδο με βάση έναν απλό συλλογισμό: η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων (που καθίσταται δυνατή χάρη στην πρόοδο των επιστημών και της τεχνικής) θα απαλλάξει τους εργαζόμενους από την εκμετάλλευση. «Η Αριστερά -σημειώνει ο Σερζ Οντιέ- ευθυγραμμίστηκε με τις αστικές ιδέες περί βιομηχανικής προόδου. Ακόμα και ο σοσιαλισμός αποδέχτηκε την ηγεμονία τους, συμβάλλοντας στην καθιέρωση αυτής της κεντρικής θέσης της βιομηχανικής ανάπτυξης που θεωρήθηκε το άλφα και το ωμέγα της κοινωνικής προόδου».
Το ίδιο έγινε και στον 20ό αιώνα. Μολονότι ασκούσαν κριτική στην ηγεμονία του φορντισμού και του τεϊλορισμού, οι δυνάμεις της χειραφέτησης εσωτερίκευσαν ορισμένες ιδέες των κυρίαρχων δυνάμεων, υποστηρίζοντας ότι η ανάπτυξη του καπιταλισμού γεννάει κέρδη παραγωγικότητας επιτρέποντας τελικά μια δικαιότερη διανομή του παραγόμενου πλούτου. Αυτή η πίστη στον παραγωγισμό θα μετατραπεί σε αληθινή παρωπίδα, όταν η Αριστερά θα χρειαστεί να αναμετρηθεί με την κλιματική καταστροφή. «Οταν (το 1972) η Λέσχη της Ρώμης δημοσίευσε την έκθεσή της για τα όρια της ανάπτυξης, το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα εξηγούσε ότι όλα τα στοιχεία της έκθεσης ήταν εσφαλμένα και ότι επρόκειτο για μια πανουργία των ελίτ με σκοπό να φτωχύνουν τις μάζες» συμπληρώνει ο Σερζ Οντιέ.
Υπήρξαν ωστόσο και πολλές προσωπικότητες της Αριστεράς, οι οποίες διέβλεψαν τις ζημιές που προκαλεί ο παραγωγισμός στο περιβάλλον. Ο αναρχικός γεωγράφος Ελιζέ Ρεκλί (1830-1905), θαυμαστής της τεχνικής προόδου, τεκμηριώνει επιστημονικά τις ζημιές που προξενεί ο άνθρωπος στο περιβάλλον, επικαλούμενος ταυτόχρονα τον δυτικό κριτικό ορθολογισμό και μια ρομαντική ευαισθησία για τη φύση. Στον Φουριέ η επιδίωξη μιας λύσης στο «κοινωνικό ζήτημα» συνοδεύεται από την αναζήτηση ενός άλλου κόσμου, αισθητικά πλούσιου και συμφιλιωμένου με τη φύση. «Υπήρξε μια κριτική του βιομηχανικού και τεχνολογικού καπιταλισμού που συμβάδιζε με μια εξύμνηση της κοινωνικής προόδου» συμπληρώνει ο Σερζ Οντιέ. Σήμερα ωστόσο η Αριστερά καλείται να επανεξετάσει την έννοια της προόδου, προκειμένου να ενσωματώσει στον στοχασμό και στη στρατηγική της το οικολογικό ζήτημα.
Δημοσίευση από ‘Η ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ”