Εργασία με δικαιώματα και αξιοπρέπεια. Της Μαριζέτας Αντωνοπούλου
Το εργασιακό νομοσχέδιο των κ. Μητσοτάκη-Γεωργιάδη είναι ένα ταυτοτικό νομοσχέδιο, που αφορά την ουσία της οικονομική στρατηγικής της κυβέρνησης. Κρυπτόμενη πίσω από την ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής κοινοτικής οδηγίας (2019/1152), για τους διαφανείς και προβλέψιμους όρους στην αγορά εργασίας της ΕΕ, η κυβέρνηση επιχειρεί να καταργήσει ακόμα και θεμελιώδεις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας, αφήνοντας την αγορά εργασίας στην ασυδοσία και την απόλυτη επισφάλεια.
Το νομοσχέδιο δεν χωράει βελτίωσης, ούτε μπορεί η μερική τροποποίηση βασικών του διατάξεων να αλλάξει την λογική που το διέπει. Η κυβέρνηση της ΝΔ αντιλαμβάνεται την ανάπτυξη και την παραγωγική ανασυγκρότηση (;) της χώρας με όρους περαιτέρω βαλκανιοποίησης των εργασιακών σχέσεων και όχι με όρους εκσυγχρονισμού και ασφάλειας που απαιτεί η εποχή της ψηφιακής επανάστασης.
Συγκεκριμένα, έρχεται να ολοκληρώσει την μεγάλη αλλαγή που ξεκίνησε με το νομοσχέδιο Χατζηδάκη, ελαστικοποιώντας περαιτέρω τον χρόνο εργασίας χωρίς δικλείδες ασφαλείας (παράλληλη απασχόληση), μειώνει περαιτέρω την διαπραγματευτική δύναμη των εργαζομένων (η διευθέτηση του χρόνου εργασίας πλέον θα είναι απόφαση μόνο του εργοδότη), δημιουργεί εργαζόμενους με μηδενικά δικαιώματα σε διαρκή κατάσταση stand by, ανοίγοντας τον δρόμο για σύνδεση του επιδόματος ανεργίας με τα συμβόλαια μηδενικών ωρών, ποινικοποιεί την απεργία και την συνδικαλιστική δράση σε ακραίο βαθμό εντάσσοντας τον όρο της «ψυχολογικής βίας», καταργεί την κυριακάτικη αργία σε δυο ακόμα κλάδους, ενώ με διάταξη που κλείνει το μάτι στις ανάγκες επιχειρηματιών στην βαριά βιομηχανία, επιτρέπει πλέον και την 6ημερη εργασία.
Η κυβέρνηση είναι σαφής ως προς την πολιτική της, η μέριμνα της αφορά συγκεκριμένα μεγάλα συμφέροντα στην βιομηχανία, στις τράπεζες, τις κατασκευές και την εστίαση. Ενώ, η επίκληση στην αριστεία και την επιστήμη είναι μόνο επικοινωνία. Πως αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί η εμμονή στην αύξηση του χρόνου εργασίας και στην περαιτέρω απελευθέρωση της αγοράς εργασίας την ώρα που όλα τα δεδομένα -ποσοτικά και ποιοτικά- δείχνουν ότι μια εκ των μεγάλων παθογενειών του παραγωγικού μοντέλου της χώρας είναι το γεγονός ότι βασίζεται στην ένταση εργασίας.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή από το 2019 και ειδικά μετά την πανδημική κρίση, με σειρά παρεμβάσεων της ζητά ολοένα και πιο επιτακτικά την επιστροφή στην προστασία των εργαζομένων, την ενδυνάμωση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και του ρόλου των συνδικάτων. Οι κοινωνικές έρευνες καταδεικνύουν άλλωστε ότι συστατικό στοιχείο της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας ήταν η ακραία απελευθέρωση της αγοράς εργασίας και η πλήρης αποδυνάμωση του κοινωνικού διαλόγου.
Η κυβέρνηση νομοθετεί αντίθετα ακόμα και στα λεγόμενα σκληρά δεδομένα, στα οποία η χώρα μας καταγράφει τις χειρότερες θέσεις στην ΕΕ συγκεκριμένα: ώρες εργασίας, ανεργία υψηλών προσόντων, ποσοστό απασχόλησης πτυχιούχων, χαμηλότερη απασχόληση πτυχιούχων ΑΕΙ, ανεργία νέων. Ενώ, κωφεύει στα δεδομένα της οικονομικής επιστήμης που σαφώς καταδεικνύει πλέον ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης (και όχι μεγέθυνσης) είναι πιο υψηλοί και σταθεροί στις οικονομίες εντάσεως τεχνολογίας με αυξημένους μέσους μισθούς και δικαιώματα.
Στον αντίποδα της διαιώνισης χρόνιων παθογενειών της ελληνικής οικονομίας και των ιδεοληψιών της Δεξιάς πολυκατοικίας, ο κόσμος της εργασίας και της μικρής και μεσαίας επιχειρηματικότητας ξέρει ότι ο δρόμος προς την πρόοδο και την ανάπτυξη έχει στον πυρήνα της, την εργασία με αξιοπρέπεια και ασφάλεια.
Είναι τώρα η ώρα που οφείλουμε να ανοίξουμε οργανωμένα και με την απαιτούμενη θεσμικότητα την συζήτηση για την μείωση του χρόνου εργασίας με τον ίδιο μισθό, την ενσωμάτωση της επιμόρφωσης σε όλους τους κλάδους και κυρίως τους πλέον ευάλωτους, την ενδυνάμωση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας μέσω της διασύνδεσής τους με μισθολογικές πρόνοιες, την προστασία των θέσεων εργασίας με αλλαγή του πλαισίου των απολύσεων, την βελτίωση της καθημερινότητας των εργαζομένων (άδειες/ παιδικοί σταθμοί στην εργασία/μείωση αυτοαπασχόλησης).
(Η Δρ. Μαριζέτα Αντωνοπούλου είναι Διδάσκουσα Οικονομικής και Κοινωνικής Πολιτικής, Πανεπιστήμιο Αθηνών- Αν. Τομέα Εργασίας, ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ)