ΕΔΕ και διοικητική μεταρρύθμιση. Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΚΑΡΚΑΤΣΟΥΛΗ

Για να ακολουθήσουμε την προτροπή του Αντισθένη «αρχή σοφίας των ονομάτων επίσκεψις» πρέπει να οριοθετήσουμε τι είναι και τι δεν είναι η ΕΔΕ.

Η ΕΔΕ δεν είναι ένα εργαλείο τιμώρησης. Ούτε συνιστά μηχανισμό απονομής της ποινικής δικαιοσύνης. Η ΕΔΕ δεν είναι, επίσης, μια πειθαρχική δίωξη. Είναι μια διοικητική διαδικασία που στόχο έχει την συλλογή στοιχείων για να διακριβωθεί εάν έχει τελεστεί κάποιο πειθαρχικό παράπτωμα.

Πειθαρχικά παραπτώματα συνιστούν 26 διαφορετικά αδικήματα και συμπεριφορές. Η εννοιολόγησή τους είναι τόσο ευρεία ώστε, πρακτικά, μια EΔΕ μπορεί να διαταχτεί για οιαδήποτε πράξη ή παράλειψη. Τα πειθαρχικά παραπτώματα εκκινούν από «πράξεις με τις οποίες εκδηλώνεται άρνηση αναγνώρισης του Συντάγματος η έλλειψη αφοσίωσης στην Πατρίδα και τη Δημοκρατία» και καταλήγουν στην «αναξιοπρεπή ή ανάρμοστη ή ανάξια για υπάλληλο συμπεριφορά εντός η εκτός υπηρεσίας».

Περαιτέρω, η ΕΔΕ μπορεί να διαστέλλεται στο χρόνο, αφού μπορεί να κρατήσει από ένα εικοσιτετράωρο μέχρι μήνες ολόκληρους.

Τα στοιχεία που θα συλλεχθούν προκειμένου να στοιχειοθετήσουν την ύπαρξη παραπτώματος δεν συναρτώνται, όμως, με μια μετρήσιμη/ελέγξιμη διοικητική δραστηριότητα (πχ στοχοθεσία, παραγωγικότητα, συγκεκριμένες δεξιότητες), οπότε το τι θα συλλεχθεί ως αποδεικτικό υλικό επαφίεται στην κρίση του οργάνου που διενεργεί την ΕΔΕ και την ακολουθούμενη διοικητική πρακτική.

Εξ αυτού και η αναγκαιότητα αλλαγής του υφιστάμενου ρυθμιστικού πλαισίου: Επείγει η λειτουργία των μονάδων εσωτερικού ελέγχου, οι οποίες θα θέσουν συγκεκριμένα κριτήρια και δείκτες αξιολόγησης των αποτελεσμάτων ομάδων και προσώπων δια των οποίων θα αποτιμώνται πράξεις, παραλείψεις και συμπεριφορές.

Υποσημείωση: Δύο χρόνια μετά την ψήφιση του ν. 4795/2021 (ΦΕΚ 62/Α/17-4-2021) σε πολλές δημόσιες υπηρεσίες δεν έχει ξεκινήσει, καν, η εφαρμογή του.

Η έλλειψη ενός οριοθετημένου πεδίου δράσεων και συμπεριφορών οδηγεί, μοιραία, σε αντιφάσεις και έντονο υποκειμενισμό. Σ΄αυτόν συντείνει το γεγονός ότι εκείνοι που διενεργούν μια ΕΔΕ είναι οι εκάστοτε βαθμολογικά/ιεραρχικά προϊστάμενοι του κατηγορούμενου υπαλλήλου. Αυτοί ελέγχονται τόσο ως προς την επάρκεια των γνώσεών τους όσο και ως προς την αντικειμενικότητά τους. Λαμβανομένου δε υπόψιν του βαθμού κομματικοποίησης της διοικητικής ιεραρχίας, ο διενεργών μια ΕΔΕ μπορεί να γίνει, εύκολα, υποκείμενο πιέσεων και, εν τέλει, αντί να συμβάλλει στην αποκάλυψη της αλήθειας και την αποκατάσταση της τάξης να καταλήγει στη συγκάλυψη και την διαιώνιση απαράδεκτων πράξεων και στάσεων. Ο επαγγελματισμός και η κατοχύρωση της ανεξαρτησίας όσων μετέχουν στην ελεγκτική διαδικασία είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την αναβάθμιση της ποιότητάς της.

Η ΕΔΕ πρέπει να εκσυγχρονιστεί, κι αυτό μπορεί να συμβεί μόνον στο πλαίσιο μιας ευρύτερης διοικητικής μεταρρύθμισης η οποία προϋποθέτει στρατηγικό σχέδιο και επιχειρησιακή ωριμότητα. Εμβαλωματικές λύσεις και εντυπωσιασμοί δεν οδηγούν στο επιθυμητό αποτέλεσμα.

Αναδημοσίευση από “ΤΟ ΒΗΜΑ”