Δυο όψεις ενός νομίσματος. Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗ
Τα μαζικά και ειρηνικά, από την πλειοψηφία, συλλαλητήρια της Τετάρτης αποτυπώνουν ένα διαφορετικό κλίμα από τις κάποιες άλλες αντιδράσεις των προηγούμενων ημερών. Χιλιάδες άνθρωποι διαδήλωσαν την απογοήτευσή τους από ένα αυτοαναφορικό κομματικό σύστημα που ενδιαφέρεται για τη πάση θυσία αναπαραγωγή του. Αυτό το κίνημα προς το παρόν διαφέρει απ’ αυτό των «αγανακτισμένων». Οι «αγανακτισμένοι» είχαν εναλλακτική πολιτική επιλογή. Τώρα και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μέρος της αμφισβήτησης του κομματικού συστήματος. Αυτό μπορεί να είναι μια θετική εξέλιξη, γιατί θα θέσει όλους επί τάπητος την υποχρέωση επιτέλους να κάνουν πολιτική και όχι μικροπολιτική.
Υπάρχει όμως και ο κίνδυνος, αν τα τρία πρώτα δημοσκοπικά κόμματα δεν πάρουν το μήνυμα να ανοίξουν οι κερκόπορτες για την είσοδο της αντιπολιτικής. Και αυτό δεν θα είναι κάτι το ξαφνικό. Το προηγούμενο διάστημα ακόμα και πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, για λίγα παραπάνω likes, παρουσίαζαν την πολιτική μόνο ως σύστημα διαφθοράς, όλα τα ΜΜΕ ως κρατικοδίαιτα παραφερνάλια και δεν άκουγαν τα συνθήματα, όπως «π…ανας γιοι, πολιτικοί». Πολύ φοβάμαι πως η θλίψη για τα θύματα του φοβερού δυστυχήματος και η δίκαιη οργή των μαζικών συλλαλητηρίων, μπορεί να έχει και άλλη όψη, αυτή των τεράτων της αντιπολιτικής. Στις ράγες και στο αντίθετο ρεύμα ανάμεσα στο «τι άλλο εκτός από τον σταθμάρχη φταίει» και στο «δεν φταίει ο σταθμάρχης, μόνο οι πολιτικοί είναι οι ένοχοι», παρεισφρέουν Κασιδιάριδες. Η καλοδεχούμενη, έστω και με καθυστέρηση, αυτοκριτική του πρωθυπουργού, φοβάμαι πως σε συνδυασμό με τις ανόητες αντιδράσεις της αξιωματικής και λοιπής αντιπολίτευσης του τύπου «να μας πει ποιος του τα έγραψε», δεν συμβάλλουν στην ήττα της αντιπολιτικής.
Η μόνη απάντηση θα ήταν ένας λόγος υπέρ της Πολιτικής. Αλλά υπέρ ποιας πολιτικής; Υπέρ μιας πολιτικής που θα θέτει επιτακτικά το ζήτημα της δημιουργίας ενός κράτους πρόνοιας και παροχής κοινωνικών υπηρεσιών και μιας πολιτικής που θα συγκρουστεί με την κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα. Μόνο στην περίοδο Κώστα Σημίτη είχαμε μια κυβέρνηση που ενδιαφέρθηκε να πείσει για την αξία των δημόσιων υπηρεσιών (βοήθεια στο σπίτι, ενισχυτική διδασκαλία, ολοήμερο κλπ.). Τα δημόσια αγαθά, όταν λειτουργούν σωστά, δεν φαίνονται. Έτσι δεν φέρνουν ψήφους, όπως τα επιδόματα. Η απουσία του κράτους παροχής κοινωνικών υπηρεσιών φαίνεται μόνο όταν το έχουμε ανάγκη ή στην περίπτωση δυστυχήματος, όπως αυτό στα Τέμπη.
Όλοι όσοι πιστεύουν πως η πολιτική παρά τα «κουσούρια» της εξακολουθεί να είναι ο μοναδικός τρόπος για την έκφραση και αποτύπωση του «δημόσιου συμφέροντος», πρέπει όχι να σβήσουν τις διαφορές τους, τη διαφορά μεταξύ Αριστεράς (σοσιαλδημοκρατίας δηλαδή)- Δεξιάς, αλλά αντιθέτως να την αναδείξουν με μεγαλύτερη ένταση. Το κίνημα της αντιπολιτικής φύεται εκεί που οι ταξικές και κοινωνικές αντιθέσεις σβήνονται για χάρη «αντιθέσεων» όπως «ανοικτό-κλειστό» ή «φίλοι- εχθροί της δημοκρατίας» και εκεί όπου όλοι είτε έχουν τα ίδια προγράμματα είτε διακινούν τοξικότητα αντί διαφορετικών ιδεολογικών αφηγήσεων. Αν όμως ακόμη και άνθρωποι του Λόγου μιμούνται τον Πολάκη, τότε δεν φτάνουν τα ειρηνικά συλλαλητήρια για να ανακάμψει η χώρα.
Αναδημοσίευση από “ΤΑ ΝΕΑ”