Διδάγματα από τη θητεία Παυλόπουλου για τη νέα ΠτΔ. Του ΜΑΝΟΛΗ Ι. ΒΕΛΕΓΡΑΚΗ*

Η νέα Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα πρέπει να αφιερώσει λίγο χρόνο για να μελετήσει τους λόγους της μη ανανέωσης της θητείας του προκατόχου της

Η θητεία του απερχόμενου ΠτΔ δεν έπρεπε να ανανεωθεί, όχι επειδή κάποιοι θυμήθηκαν γεγονότα πριν το 2015. Αυτά ήταν γνωστά και δεν απέτρεψαν το σχηματισμό συντριπτικής πλειοψηφίας γύρω από το πρόσωπό του. Ούτε διότι προτάθηκε τότε και ξαναπροτάθηκετώρα από το ΣΥΡΙΖΑ. Οι προϋποθέσεις για την μη πρότασή του από την πλειοψηφία διαμορφώθηκαν σε επίπεδο κοινωνίας εξαιτίας της δική του πολιτείας.

 Ο απερχόμενος ΠτΔ ενδεχομένως θέλησε να διευρύνει την πολιτική παρέμβαση του φορέα του αξιώματος, είτε επειδή συμμεριζόταν την πολιτική γραμμή της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ήθελε ειλικρινώς να συνδράμει είτε διότι ήθελε να αναθεωρηθούν εν τοις πράγμασιοι αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας. Με τον τρόπο αυτό έδωσε λαβή για βάσιμη κριτική ως προς την άσκηση των καθηκόντων του και ιδίως των ρυθμιστικών αρμοδιοτήτων. Το πρόβλημα με την άσκηση των ρυθμιστικών αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι ότι αυτές ασκούνται σπάνια κατά τη διάρκεια μιας θητείας, οφείλουν δε να ασκούνται άψογα, διαφορετικά δημιουργείται και πολιτικό και πολιτειακό πρόβλημα.

 Κατ’ αρχάς, η αποτίμηση της θητείας του, όπως άλλωστε και του ΣΥΡΙΖΑ, στιγματίστηκε ανεξίτηλα από τα γεγονότα του 2015. Στις 4.4.2015, λιγότερο από ένα μήνα από την ανάληψη των καθηκόντων του, παρέστη στην έναρξη των εργασιών της Επιτροπής για το Λογιστικό Έλεγχο του Δημοσίου Χρέους, της Ζωής Κωνσταντοπούλου. Σύσσωμη η αντιπολίτευση απείχε από τη συνεδρίαση και τις εργασίες της Επιτροπής, καταγγέλλοντας ως ανεύθυνη και επικίνδυνη τη συγκεκριμένη μεθόδευση. Εφόσον ο Π. Παυλόπουλος ενεργούσε ως εγγυητής της θέσης της χώρας στην Ευρωζώνη, όπως inextremis αυτοανακηρύχθηκε αργότερα, θα είχε ασφαλώς αποφύγει την πρόσκληση, επικαλούμενος το μη συναινετικό χαρακτήρα της διαδικασίας. Αντ’ αυτού όχι μόνον προσήλθε, αλλά επιπλέον δήλωσε ότι στο πλαίσιο της Ευρωζώνης «η Ελλάδα… έχει και δικαιώματα που προκύπτουν απ’ την εθνική κυριαρχία…… Μεταξύ αυτών, είναι και η δυνατότητα να ελέγχει τους όρους υπό τους οποίους δημιουργήθηκε το χρέος…».

 Κορυφαία όμως εκδήλωση της εφεκτικότητας προς το ΣΥΡΙΖΑ, είναι το δημοψήφισμα του 2015. Το δημοψήφισμα προκηρύχθηκε με Προεδρικό Διάταγμα χωρίς να έχουν δημοσιευτεί ούτε καν μεταφραστεί τα κείμενα που τέθηκαν στην κρίση του Ελληνικού Λαού. Το διάταγμα εξάλλου εκδόθηκε χωρίς τη δημοσίευση των ονομάτων των Υπουργών που προσυπογράφουν το διάταγμα ή την Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου.Και όλα αυτά γιατί; Για να διενεργηθεί ένα δημοψήφισμα κατά παράβαση του άρθρου 52 του Συντάγματος που προβλέπει ότι η ελεύθερη και ανόθευτη εκδήλωση της λαϊκής θέλησης, ως έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας, τελεί υπό την εγγύηση όλων των λειτουργών της Πολιτείας που έχουν την υποχρέωση να τη διασφαλίζουν σε κάθε περίπτωση. Η υποβολή ασαφούς ερωτήματος και η διενέργεια δημοψηφίσματος με την επίσημα μεν πενθήμερη νόθευε ευθέως την εκδήλωση της λαϊκής θέλησης. Πολύ περισσότερο που η Κυβέρνηση επέβαλε με πράξη νομοθετικού περιεχομένου της 28-6-2015 τραπεζική αργία, με αποτέλεσμα τη ουσιώδη διατάραξη της οικονομικής και κατ’ επέκταση κοινωνικής ζωής και την παρακώλυση του προεκλογικού διαλόγου. Η εκτροπή αυτή, που διακύβευσε τον ιστορικό άξονα της χώρας, δεν θα ήταν δυνατή χωρίς τη σύμπραξη του Πρ. Παυλόπουλου. Και ναι μεν ο ΠτΔ είναι κατά το σύνταγμά μας νομικά ανεύθυνος για τις πράξεις του, περαιτέρω είναι και εν στενή εννοία πολιτικά ανεύθυνος με την έννοια ότι δεν μπορεί να καθαιρεθεί. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι πέραν κριτικής ή αποτίμησης των πεπραγμένων του. Και η απόφαση για ανανέωση ή όχι της θητείας του αποτελεί κομβικό σημείο αποτίμησης. Πολλοί υποστηρικτές του Π. Παυλόπουλου προβάλλουν την εθνικής σημασίας συνεισφορά του στις ημέρες μετά το δημοψήφισμα,οπότε με προσωπικές παρεμβάσεις του συνεισέφερε στην αποτροπή της καταστροφής που το τετράδυμο Τσίπρα-Κωνσταντοπούλου-Βαρουφάκη-Λαφαζάνη είχε δρομολογήσει. Δεν μας ενδιαφέρει νομίζω ένας Πρόεδρος που κάνει τη δουλειά Πρωθυπουργού, επειδή ο φορέας του τελευταίου αυτού αξιώματος τα έχει κάνει θάλασσα. Μας ενδιαφέρει ο Πρόεδρος να κάνει, στο πλαίσιο και κατά την άσκηση των δικών του καθηκόντων, ό,τι πρέπει, όταν πρέπει, ώστε να αποτρέπονται τέτοιοι κίνδυνοι. Δεν πρέπει εξάλλου να μας διαφεύγει ότι παρά την υψηλή φιλοπατρία που τέτοιες πρωτοβουλίες του ΠτΔ μαρτυρούν, ο Π. Παυλόπουλος προφύλασσε τον εαυτό του και την υστεροφημία του από ανήκεστο βλάβη, ύστερα από όσα είχαν προηγηθεί.

 Τον Αύγουστο του 2015 επέτρεψε τη διεξαγωγή εκλογών εξπρές την 20.9.2015, εξυπηρετώντας αντικειμενικά το ΣΥΡΙΖΑ που δεν ήθελε η εξ αριστερών αντιπολίτευση να προλάβει να οργανωθεί. Παρέκαμψε τη διαδικασία της σύσκεψης πολιτικών αρχηγών, για να διερευνηθεί η δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης εθνικής ενότητας, αν και 15 ημέρες προηγούμενα το Τρίτο Μνημόνιο είχε ψηφιστεί από 250 βουλευτές, αν και στη βάση αυτής της εθνικής συνεννόησης έκανε τις επαφές με το εξωτερικό τον Ιούλιο του 2015.


Στο πλαίσιο αυτού του περιέργου προεδρικού ακτιβισμού του προέβαινε κατά καιρούς σε πολιτικά χρωματισμένες χειρονομίες και δηλώσεις. Απομακρυνόμενος από το παράδειγμα των δύο προκατόχων του, έδιδε την εντύπωση του πολιτευόμενου Προέδρου και μάλιστα του μεροληπτικά τοποθετούμενου Προέδρου. Θα ρωτήσει κάποιος ότι απαγορεύεται να μιλάει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας για τα δημόσια πράγματα; Θα περιφέρεται από χωρίου εις χωρίον και θα μικρολογεί; Ασφαλώς όχι πρέπει, όμως όταν μιλάει, να παίρνει υπόψη την ανάγκη να εμφανίζεται ουδέτερος πολιτικά, ώστε να μπορεί να ασκεί αποτελεσματικά τον πυρήνα των καθηκόντων του, που είναι αυτός του ρυθμιστή του πολιτεύματος. Προϋπόθεση για να είναι ουδέτερος πολιτικά είναι να απέχει από δηλώσεις και κινήσεις που τον απομακρύνουν από τις πεποιθήσεις υπολογίσιμου τμήματος του λαού. Ανθολογώ τέτοια παραδείγματα για αποφυγή από τη νέα Πρόεδρο της Δημοκρατίας:

 Το Σεπτέμβριο 2016 σε πατριαρχικό συλλείτουργο με αφορμή την Πανορθόδοξη Σύνοδο, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, ο Αρχηγός του Κράτους, εντός της ελληνικής επικράτειας, γονατίζει μπροστά στους ιερουργούντες Πατριάρχες και μητροπολίτες, σε μια ένδειξη ακρας και ενδεχομένως πηγαίας, αλλά οπωσδήποτε παρωχημένης και υπερσυντηρητικής θρησκευτικότητας. Το πόσο εκτός τόπου και χρόνου εκδήλωση ήταν αυτή, φαίνεται και από το γεγονός ότι κανείς από τους υπόλοιπους εκκλησιαζόμενους, ούτε καν οι υπασπιστές του ΠτΔ δεν επιδόθηκε σε γονυκλισίες. Πως να μην υποψιαστεί κάποιος ότι αυτή η αχρείαστη ταπεινότητα δεν υπηρετούσε την προσπάθεια να φιλοτεχνηθεί σε πιο θρησκευόμενα τμήματα του πληθυσμού η εικόνα μιας Πολιτείας, ομοίως θρησκευόμενης; Πως να μην προκληθεί αντίστροφα μια μερίδα του ελληνικού λαού που είτε δεν συμμετέχει στη χριστιανική λατρεία είτε δεν θρησκεύεται καν. Αργότερα το Μάιο του 2018, ο Π. Παυλόπουλος ανέφερε σε ομιλία του ότι «τα ακραίως νεοφιλελεύθερα πρότυπα ευνοούν ένα είδος επικυριαρχίας του οικονομικού επί του θεσμικού, η οποία υποσκάπτει τα θεμέλια της δημοκρατικής αρχής και, συνακόλουθα, της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας». Ο Π. Παυλόπουλος ως επιστήμονας κα πολίτης μπορεί να έχει την ανωτέρω άποψη και ομολογουμένως την είχε διαμορφώσει πολύ πριν την ανάληψη των καθηκόντων του, καθώς αποτελούσε από τους βασικούς εκπροσώπους του ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού. Ωστόσο, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας σφάλλει, όταν ανοικτά συμμερίζεται έναν βασικό ψόγο που απευθύνει ένας πολιτικός αρχηγός σε έναν άλλο. Πως θα ασκήσει με τρόπο αμερόληπτο τα καθήκοντά του, όταν προσέρχεται με ιδεολογική προδιάθεση που γεννά υποψία πολιτικήςεύνοιας; Πως μπορεί να αγνοεί ότι κάποιο, όχι αμελητέο και όχι περιθωριακό τμήμα του ελληνικού λαού, μπορεί να ασπάζεται το νεοφιλελευθερισμό ή επιμέρους εκφάνσεις του;

Αυτά πρέπει να αποφύγει η νέα Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Παρά το γεγονός ότι προέρχεται από ένα κλάδο εξ επαγγέλματος ουδέτερο, κάποιες από τις προσωπικές απόψεις της μπορεί να αποτελούν ακόμη αντικείμενο συζήτησης και αμφισβήτησης ως δικυβεύματα. Όσο λάθος ήταν οι γονυκλισίες Παυλόπουλου, άλλο τόσο θα ήταν μια δήλωση της νέας ΠτΔ οτι «είναι καιρός να προχωρήσει ο χωρισμός Κράτους και Εκκλησίας», παρά το γεγονός ότι ενδεχομένως να το πιστεύει. Αυτά αποτελούν θέματα που λύνονται στο πεδίο της πολιτικής και δημοκρατικής αντιπαράθεσης. Όσα ανέφερε για την προσωπικότητά της και τους λόγους της επιλογής της ο πρωθυπουργός που την πρότεινε δεναποτελούν πολιτικό πρόγραμμα για εκείνην Αντιθέτως, θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτική στην τήρηση των συνταγματικών τύπων,την τήρηση των οποίων εγγυάται, και να επιφυλάξει τον όποιο ακτιβισμό της σε αυτό. Θα σκεφτόμουν για παράδειγμα μια συζήτηση με την Κυβέρνηση σχετικά με την έκταση της χρήσης των πράξεων νομοθετικού περιεχομένου, η κατάχρηση των οποίων πλήττει την ορθή λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος.

 Πιστεύω ότι η νέα Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα έχει μια ευδόκιμη θητεία και θα γίνει γρήγορα αγαπητή στον ελληνικό λαό. Εύχομαι να σταθεί τυχερή ώστε εσωτερικές και διεθνείς εξελίξεις να μην της επιφυλάξουν δοκιμασίες, που άλλωστε θα ήταν προβλήματα και δοκιμασίες για όλους μας.

*Δικηγόρος, Διδάκτωρ Νομικής ΕΚΠΑ

Δημοσίευση από το “thecaller.gr”