Γ. ΓΕΩΡΓΑΤΟΣ (στην ananeotikiaristera.gr): «ΕΝΑ ΚΡΑΤΟΣ ΓΙΑ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΔΕΝ ΑΡΚΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΤΕΛΙΚΟ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΚΥΡΙΩΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΝΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ ΜΕ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΔΟΣΙΑ ΩΣΤΕ ΝΑ ΚΕΡΔΙΖΕΙ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ ΤΗΝ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ.».

Του Κώστα Πανδή

Ο φιλόλογος, Αναπληρωτής Γραμματέας Ευρωπαϊκής Πολιτικής του Κινήματος Αλλαγής και μέλος της Γραμματείας της πολιτικής κίνησης «Ανανεωτική Αριστερά» Γεράσιμος Γεωργάτος μιλά στην «ananeotikiaristera.gr» και αναφέρεται στην πετυχημένη διατύπωση της Ναόμι Κλάιν ότι  «η υγειονομική κρίση συγκέντρωσε όλες τις κρίσεις σε μία», θεωρώντας ως γεγονότα, και την απειλή οντολογικά της ανθρωπότητας από την δραματική  μείωση βιοποικιλότητας και της κλιματικής αλλαγής, αλλά και την αδυναμία της  παγκοσμιοποίησης που με τους  ανεπαρκείς κανόνες διεθνούς συντονισμού και συνεργασίας, επέτρεψε  την ανεξέλεγκτη μετάδοση του ιού σε όλο τον κόσμο. Σημειώνει ότι η πανδημία οδήγησε  ένα μεγάλο μέρος του πολιτικού προσωπικού και της κοινωνίας να συνειδητοποιήσει και να αναγνωρίσει το πρωτείο της πολιτικής, της δημόσιας παρέμβασης και των δημόσιων αγαθών, τονίζοντας ότι στην μετα-κορωνοϊό εποχή χρειάζεται ένας Ευρωπαϊκός και παγκόσμιος κεϋνσιανισμός.

Εκτιμά ότι η «αρχή» για μια σύγχρονη μεταρρυθμιστική σοσιαλδημοκρατία βρίσκεται στο  σύνθημα «Σκέψου παγκόσμια και δράσε τοπικά» όπου ως τοπικότητα  εννοείται ο Ενιαίος Ευρωπαϊκός χώρος. Θεωρεί ότι η Σοσιαλδημοκρατία με την συγκρότηση του αφηγήματός της για την εμβάθυνση και  ομοσπονδιακή  ολοκλήρωση  της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να ηγεμονεύσει ιδεολογικά και να συμπαρασύρει  μαζί της και τη συντηρητική κεντροδεξιά, αναφέροντας ως παράδειγμα την μεταστροφή της κας Μέρκελ και την πρόταση Μέρκελ-Μακρόν που έγινε και πρόταση της Κομισιόν. Αναφέρει την οικονομική ενίσχυση από την Ε.Ε ως μια τεράστια και ίσως τελευταία ευκαιρία για την χρηματοδότηση ενός σχεδίου ανασυγκρότησης  της χώρας, αρκεί το σχέδιο αυτό να μην είναι υπόθεση του μονοκομματικού και του επιτελικού κράτους των συμβούλων του πρωθυπουργού, αλλά να προκύψει μέσα  από έναν ευρύτατο θεσμικό δημόσιο διάλογο με τα υπόλοιπα πολιτικά κόμματα,  τους κοινωνικούς φορείς, και τους φορείς της κοινωνίας των πολιτών.

Η συνέντευξη

Ποιες οι ιδεολογικές και πολιτικές προεκτάσεις από την υγειονομική κρίση στη νέα εποχή;

Όπως το διατύπωσε πετυχημένα η Ναόμι Κλάιν, «η υγειονομική κρίση συγκέντρωσε όλες τις κρίσεις σε μία». Όλες οι ανεπάρκειες και τα κενά του παγκόσμιου αλλά και των εθνικών συστημάτων παροξύνθηκαν.  Ο ίδιος ο covid 19 μας υπενθύμισε βάναυσα το επείγον της αναθεώρησης στη σχέση ανθρώπου φύσης. Η δραματική μείωση της βιοποικιλότητας και η κλιματική αλλαγή απειλούν οντολογικά την ανθρωπότητα. Η ανεξέλεγκτη και χωρίς επαρκείς κανόνες διεθνούς συντονισμού και συνεργασίας παγκοσμιοποίηση, επέτρεψε στον ιό αρχικά να μετακινηθεί εξίσου ανεξέλεγκτα, όπως τα κεφάλαια στη χρηματοπιστωτική σφαίρα. Την ίδια στιγμή συνέχισαν να επιτείνονται οι περιφερειακές και ενδοεθνικές ανισότητες και οι αντίστοιχες εντάσεις, με θερμά επεισόδια και κοινωνικές αναταραχές σε διάφορες περιοχές του πλανήτη. Κίνδυνοι που αφορούν και την περιοχή μας. Εν ολίγοις, όλες οι βασικές αντιθέσεις της ιστορικά μεταβατικής εποχής μας, παγκόσμιο – εθνικό, ανοιχτό – κλειστό, δημοκρατία – αυταρχισμός, ρασιοναλισμός – ιρασιοναλισμός, κορυφώθηκαν. Υπ` αυτή την έννοια είναι πετυχημένη η διατύπωση της Ναόμι Κλάιν. 

Οι αναγκαιότητα για την αντιμετώπιση των οικονομικών και κοινωνικών συνεπειών της πανδημίας οδήγησε, διεθνώς και εγχωρίως, ένα μέρος του πολιτικού προσωπικού και της κοινωνίας – ακόμα και συντηρητικών αποχρώσεων – να συνειδητοποιήσει και να αναγνωρίσει το πρωτείο της πολιτικής, της δημόσιας παρέμβασης, των δημόσιων αγαθών, του σχεδιασμού και των ρυθμίσεων. «Το αόρατο χέρι της αγοράς» ακρωτηριάστηκε. Το δόγμα της οικονομικής και κοινωνικής αυτορρύθμισης με τις υποκείμενες ασθένειες προσβλήθηκε σοβαρά από τον κορονοϊό. Διασωληνώθηκε αλλά δεν πέθανε. Συνοπτικά εκφράστηκε ως η εκδίκηση του Κέυνς απέναντι στον Άνταμ Σμιθ. Όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Όχι μόνο γιατί συνεχίζουν να υπάρχουν αυταρχικοί ηγέτες που επιμένουν, όχι μόνο γιατί συνεχίζουν να μαίνονται εμπορικοί και θερμοί πόλεμοι στον πολυπολικό μας κόσμο, όχι μόνο γιατί  συνεχίζουν να υπάρχουν αυτοί που προκρίνουν το εθνικό και το κλειστό, αλλά και ο εθνικός κεϋνσιανισμός έχει πλέον οριακές και ελάχιστες δυνατότητες επιτυχίας. Σε όλους αυτούς θα απαντούσα όπως ο μαφιόζος αρχηγός της συμμορίας που ελέγχει τη μαύρη αγορά της Καζαμπλάνκα (στην ομώνυμη ταινία με τον Χάμφρεϋ Μπόγκαρτ, 1942), «Αγαπητέ μου Ρικ, πότε θα αντιληφθείς ότι σε αυτό τον κόσμο ο απομονωτισμός δεν είναι πια εφαρμόσιμη πολιτική;». Χρειαζόμαστε πλέον έναν ευρωπαϊκό και παγκόσμιο κεϋνσιανισμό.       

Ο ρόλος της σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη και στην Ελλάδα στις νέες συνθήκες;

Την εποχή που ήταν πολύ «της μόδας» τα κινήματα, περίπου στο γύρισμα του αιώνα, και το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Πόρτο Αλέγκρε φάνταζε ως ο αντίποδας του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ του Νταβός, κυκλοφορούσε ένα πολύ πετυχημένο σύνθημα, «Σκέψου παγκόσμια και δράσε τοπικά». Νομίζω ότι αυτός πρέπει να είναι ο κατευθυντήριος μίτος μιας σύγχρονης μεταρρυθμιστικής σοσιαλδημοκρατίας στις σημερινές συνθήκες. Όπου όμως ως «τοπικότητα» για μας πρέπει να εννοείται πρώτα «ο ενιαίος ευρωπαϊκός χώρος». Γιατί η εμβάθυνση και η ομοσπονδιακή ολοκλήρωση της Ευρώπης είναι το μεγάλο βήμα προς την πολιτική διεύθυνση της παγκοσμιοποίησης, αλλά και της αντιμετώπισης των επιμέρους εθνικών οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων. Όχι αντιπαγκοσμιοποίηση, αλλά εναλλακτική παγκοσμιοποίηση. Σε αυτό το εναλλακτικό αφήγημα, εφόσον το συγκροτήσουμε και ηγεμονεύσουμε ιδεολογικά, εμείς οι σοσιαλδημοκράτες μπορούμε να συμπαρασύρουμε και τη συντηρητική κεντροδεξιά. Η μεταστροφή της κας Μέρκελ και η πρόταση Μέρκελ – Μακρόν με έντονο το σοσιαλδημοκρατικό άρωμα, που έγινε και πρόταση της Κομισιόν,  είναι επ` αυτού χαρακτηριστική. Δεν είναι εύκολο. Χρειάζονται επεξεργασίες και επίπονες διεργασίες για ένα κοινό πρόγραμμα – μανιφέστο από ένα συνέδριο όλων των ευρωπαίων σοσιαλιστών και δημοκρατών. Η αριστερά, παραδοσιακή και ριζοσπαστική, δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτό το ρόλο. Είναι ιστορικά εγκλωβισμένη στην υπόθεση του σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα και αντιμετωπίζει διαρκώς με καχυποψία το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Να θυμηθούμε μόνο τη στάση της και τις ευθύνες της για τη μεγάλη χαμένη ευκαιρία του ευρωσυντάγματος το 2004.

Η Ευρώπη, αν όλα πάνε καλά στη Σύνοδο του Ιουλίου, επιχειρεί ένα άλμα. Και σωστά ο Πρωθυπουργός τοποθετήθηκε υπέρ της πρότασης της Κομισιόν. Εάν αυτή επικρατήσει, στη χώρα μας θα μεταβιβαστούν πόροι συνολικού ύψους περίπου 50 δις ευρώ. 32 δις από το Ταμείο Ανάκαμψης και τα υπόλοιπα από τον προϋπολογισμό 2021 -2027 της Ε.Ε με τη μορφή των ΕΣΠΑ.   Πρόκειται για μια τεράστια και ίσως τελευταία ευκαιρία για  τη χρηματοδότηση ενός σχεδίου ανασυγκρότησης της χώρας, με χάραξη προτεραιοτήτων για την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, για μεταρρυθμίσεις και εκσυγχρονισμό του κράτους, των δημοσίων αγαθών και των υπηρεσιών, με προσαρμογή τους στις απαιτήσεις του 21ου αιώνα.

Μόνο που ένα τέτοιο σχέδιο και οι αντίστοιχοι πόροι δεν μπορούν να αφεθούν στην αποκλειστικότητα του μονοκομματικού και του «επιτελικού κράτους» των συμβούλων του Πρωθυπουργού. Τα μέχρι σήμερα δείγματα γραφής δεν εγγυώνται ούτε τη διαφάνεια, ούτε τον αποκλεισμό πελατειακών πρακτικών, ούτε την αποτελεσματικότητα.  Μόνο οι ανοιχτές διαδικασίες και ο δημοκρατικός προγραμματισμός μπορούν να παρέχουν τέτοιες εγγυήσεις. 

Γι` αυτό, θεωρώ ότι το ΚΙΝΗΜΑ ΑΛΛΑΓΗΣ θα πρέπει να καλέσει  την κυβέρνηση και προσωπικά τον Πρωθυπουργό να ανοίξει άμεσα έναν ευρύτατο θεσμικό δημόσιο διάλογο με τα άλλα πολιτικά κόμματα, με τους παραγωγικούς φορείς και τους φορείς της κοινωνίας των πολιτών, για τη διαμόρφωση ενός σχεδίου εθνικής ανασυγκρότησης. Το ΚΙΝΗΜΑ ΑΛΛΑΓΗΣ διαθέτει και ιδέες και εμπειρία και υπευθυνότητα, όπως έχει αποδείξει μέχρι σήμερα και ιδίως σε όλη τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης. Γιατί ένα κράτος για να είναι σύγχρονο δεν αρκεί να είναι επιτελικό, πρέπει να είναι κυρίως δημοκρατικό και να λειτουργεί με ουσιαστική διαφάνεια και λογοδοσία ώστε να κερδίζει καθημερινά την εμπιστοσύνη των πολιτών. Μόνο έτσι θα αποκατασταθεί και η σχέση των πολιτών με την πολιτική και τους πολιτικούς. Εξάλλου, οι ανοιχτοί οικονομικοί και πολιτικοί θεσμοί, η διαφάνεια και η δημοκρατία είναι που εγγυώνται τη μακροπρόθεσμη και βιώσιμη ανάπτυξη, όπως τεκμηριώνεται εξαιρετικά από τους D. Acemoglou και J. A. Robinson στο έργο τους «Γιατί Αποτυγχάνουν τα Έθνη». Σας το συνιστώ.