Γιατί δεν υπάρχουν διεφθαρμένοι χώροι και ηθικά πλεονεκτήματα – Το Qatargate και η εμπλοκή της Εύας Καϊλή. Του ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
Η δυσώδης ιστορία με την Εύα Καϊλή ανέσυρε μνήμες και ξαναέφερε το ΠΑΣΟΚ μετά από πάρα πολλά χρόνια στο επίκεντρο της αρνητικής δημοσιότητας. Η υπόθεση, ωστόσο, δεν έχει την παραμικρή σχέση με παλαιότερες που ταλάνισαν τον ευρύτερο χώρο και έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στην πτώση των ποσοστών του, με αποκορύφωμα τα όσα είχαν γίνει με τον Άκη Τσοχατζόπουλο, παραμονές των εκλογών του Μαΐου του 2012. Εν προκειμένω δεν μιλάμε για διασπάθιση δημοσίου χρήματος, αλλά ούτε και για διαφθορά που έχει να κάνει με όρους κυβερνητικής εξουσίας. Μιλάμε για μια απολύτως προσωπική πρακτική της κυρίας Καϊλή, η οποία στο τέλος της ημέρας θα κριθεί είτε από τα βελγικά είτε από τα ελληνικά δικαστήρια.
Η ιστορία αυτή, εκτός από ερεβώδης, είναι και πάρα πολύ άδικη για τον ίδιο τον κ.Ανδρουλάκη και την προσπάθεια που έχει κάνει εδώ και ένα χρόνο για να ανανεώσει το κόμμα του. Ο ίδιος, όπως και τα νέα στελέχη που τον πλαισιώνουν, δεν βαρύνονται με το παραμικρό. Το ίδιο φυσικά ισχύει και για μεγαλύτερα σε ηλικία στελέχη του κόμματος, που και σήμερα, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, παραμένουν ενεργά ή στηρίζουν το κόμμα που τους ανέδειξε. Προσωπικότητες που είναι 20, 30 ή και 40 χρόνια στο δημόσιο βίο και κανείς δεν έχει να τους προσάψει το παραμικρό. Αντιθέτως! Επιπλέον από την πρώτη ημέρα που ο Ανδρουλάκης εκλέχτηκε πρόεδρος, συμπτωματικά ακριβώς σαν σήμερα πριν από έναν χρόνο, έχει εξαντλήσει όλες τις δυνατότητες προκειμένου το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ να είναι συνεπές με τις (τεράστιες) δανειακές του υποχρεώσεις. Το τελευταίο δείχνει πολλά για το πώς αντιμετωπίζει το δημόσιο χρήμα.
Παρότι η πολιτική δεν είναι ευαγές σπορ, η διαφαινόμενη εμπλοκή της Εύας Καϊλή στο Qatargate έγινε αφορμή για να δεχτεί το ΠΑΣΟΚ χτυπήματα κάτω από τη ζώνη, τόσο από τα αριστερά όσο και από τα δεξιά του. Όχι προσωπικά ο κ. Ανδρουλάκης, αλλά συνολικά ο χώρος που ηγείται. Αυτό είναι φθηνό και άδικο. Διότι οι γενικεύσεις είναι μια φασιστική πρακτική, όπως και η ενοχοποίηση πολιτικών χώρων.
Η ιστορία μας έχει διδάξει πως η έννοια του ηθικού πλεονεκτήματος δεν έχει να κάνει με χώρους αλλά με πρόσωπα. Οι εμβληματικές προσωπικότητες της αριστεράς ήταν αυτές που συνέβαλλαν με τη στάση ζωής τους για να δημιουργηθεί ο μύθος της ηθικής ανωτερότητας (σ.σ.: Γνωρίζουμε όλοι πόσο κατέπεσε στη συνείδηση της κοινής γνώμης η αξιακή ανωτερότητα της αριστεράς μετά τη διακυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου). Το ίδιο ισχύει με κορυφαίες προσωπικότητες του Κέντρου ή της κεντροαριστεράς, από τον Γιώργο Καρτάλη, τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου, τον Αλέξανδρο Σβώλο έως τον Γεώργιο Αλέξανδρο Μαγκάκη, τον Δημήτρη Τσάτσο, τον Γιώργο Γεννηματά, τον Αναστάσιο Πεπονή κ.α. Φυσικά και η δεξιά παράταξη έχει στο πάνθεόν της αντίστοιχες προσωπικότητες, που διακρίθηκαν, εκτός των άλλων, για το λιτό βίο τους. Κοινώς δεν υπάρχει κόμμα κλεφτών ούτε και κόμμα ηθικών ανθρώπων. Πρώτος από όλους το είχε παραδεχτεί ο Χαρίλαος Φλωράκης όταν μιλούσε για το δάκτυλο και το μέλι.
Για αυτό και είναι καφενειακού επιπέδου όλη αυτή η συζήτηση που καταγράφεται στα τηλεοπτικά παράθυρα αλλά και στο διαδίκτυο για το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ. Η οποία μόνο αυθόρμητη δεν είναι, καθώς κρύβει πίσω της μια προσπάθεια της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ να περιορίσουν τη δυναμική του κόμματος. Διότι και οι δυο βλέπουν ότι έχουν διαρροές προς το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, αλλά και ότι πλέον η εκλογική αναμέτρηση δεν θα είναι για δυο αλλά για τρεις. Έτσι εξηγείται η πρεμούρα τους. Προσοχή, όχι να «σηκώσουν» το θέμα που είναι εξαιρετικά σοβαρό, αλλά να ταυτίσουν και πάλι το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ με θέματα διαφθοράς. Και κάτω από την σκόνη του Qatargate να κρύψουν η μεν ΝΔ όσα συνεχώς βλέπουν το φως της δημοσιότητας, ο δε ΣΥΡΙΖΑ την προγραμματική του ένδεια και την αδυναμία του να ασκήσει σοβαρή αντιπολίτευση.
Αναδημοσίευση από “athensvoice.gr”