Ασυνόδευτα ανήλικα – Θα δίναμε μάθημα πολιτισμού στην Ευρώπη! Του ΒΑΣΙΛΗ ΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟΥ
Την επόμενη εβδομάδα θα συζητηθεί στη Βουλή σχέδιο νόμου της κυβέρνησης που αφορά την επιτροπεία και το πλαίσιο φιλοξενίας των ασυνόδευτων ανήλικων.
Η επιτροπεία είναι το απαραίτητο εργαλείο για την εκκίνηση ενός αποτελεσματικού συστήματος φροντίδας των ασυνόδευτων ανηλίκων. Ο επίτροπος είναι το πρόσωπο αναφοράς που έχουν τα παιδιά που μεγαλώνουν χωρίς τους γονείς τους. Ο ΣΥΡΙΖΑ νομοθέτησε το δικό του μοντέλο επιτροπείας για τα ασυνόδευτα ανήλικα τον Ιούλιο του 2018, στον τρίτο χρόνο της διακυβέρνησης του. Δεν λειτούργησε και μέχρι σήμερα είμαστε σε μια «μεταβατική» κατάσταση. Ας ελπίσουμε πως τώρα τα πράγματα θα είναι καλύτερα.
Πριν μερικά χρόνια, στην αρχή της διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, ο πρωθυπουργός όρισε την Ειρήνη Αγαπηδάκη εθνική συντονίστρια για τα ασυνόδευτα ανήλικα. Ήταν μια, μάλλον, καινοτόμα προσέγγιση αφού η εκλεκτή του πρωθυπουργού, σε συνεργασία με τον Άκη Σκέρτσο, θα συντόνιζε από το Μαξίμου τα συναρμόδια υπουργεία σε συνεργασία με την Κοινωνία των Πολιτών και τους Διεθνείς Οργανισμούς.
ερισσότερο από τα τυπικά προσόντα, αυτό που μέτρησε για την επιλογή της κ.Αγαπηδάκη ήταν η εθελοντική της διάθεση και το γνήσιο ενδιαφέρον της για το ζήτημα.
Ο Απόστολος Δοξιάδης, που παραβρέθηκε στη συνάντηση του πρωθυπουργού με την κυρία Αγαπηδάκη, ήταν ιδιαίτερα αισιόδοξος για την ευόδωση του εγχειρήματος. Δήλωσε μεταξύ άλλων:
«Όσο κι αν δεν είναι αυτονόητο, με την ολοκλήρωση του προγράμματος «Κανένα παιδί μόνο» η Ελλάδα θα δώσει ένα μάθημα πολιτισμού στην Ευρώπη, γιατί πιστεύω ότι καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα δεν έχει συνολικά αντιμετωπίσει το πρόβλημα των ασυνόδευτων με τον τρόπο που θα γίνει».
Παρά τις όποιες βελτιώσεις στη διαχείριση των θεμάτων που αφορούν τα ασυνόδευτα ανήλικα η Ελλάδα δεν έδωσε τελικά «μάθημα πολιτισμού» στην Ευρώπη. Τα «δίδακτρα», για όποιο μάθημα δόθηκε τελικά, πληρώθηκαν, όπως συνήθως από την ΕΕ.
Η θέση της εθνικής συντονίστριας για τα ασυνόδευτα ανήλικα καταργήθηκε σιωπηρά. Η κ. Αγαπηδάκη υποβιβάσθηκε σε ειδική γραμματέα του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου από το οποίο αποχώρησε πέρσι για να αναλάβει άλλη σημαντική θέση στην κυβέρνηση.
Η μείζονα οργανωτική-διοικητική αλλαγή αυτών των χρόνων ήταν η μεταφορά της αρμοδιότητας στο Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου. Η παιδική προστασία, ως δημόσια πολιτική, μοιράζεται πλέον σε δυο Υπουργεία δημιουργώντας το εύλογο ερώτημα αν η ιδιότητα του αλλοδαπού είναι το μείζον χαρακτηριστικό αυτών των παιδιών.
Πάντως η καθυστέρηση της νομοθέτησης της επιτροπείας δείχνει πως κάτι πήγε πολύ στραβά. Προτεραιότητα που αποδείχτηκε πως δεν ήταν προτεραιότητα.
Το παρακάτω απόσπασμα από την έκθεση συνεπειών του σχεδίου νόμου για την επιτροπεία εξηγεί το λόγο που η κυβέρνηση νομοθετεί:
«Η απουσία ενός οργανωμένου και ενιαίου συστήματος επιτροπείας και ανάθεσης φροντίδας για τους ασυνόδευτους ανηλίκους και η διαρκής αναμονή για μια οριστική, ομοιογενή και αποτελεσματική λύση, έχει οδηγήσει σε ελλιπή συμμόρφωση της χώρας μας προς τις διεθνείς και ευρωπαϊκές υποχρεώσεις της».
Τελικά δεν δώσαμε μάθημα πολιτισμού στην Ευρώπη. Αντίθετα, διεθνείς οργανισμοί παρακολουθούν έκθαμβοι την αδυναμία ενός κράτους μέλους της ΕΕ, που χρηματοδοτείται γενναιόδωρα για 6 τουλάχιστον χρόνια, να κάνει τα πρώτα αυτονόητα οργανωτικά βήματα σε κάτι που είναι διακηρυγμένη προτεραιότητα του πρωθυπουργού του.
Σήμερα, περίπου 2.000 ασυνόδευτα ανήλικα διαμένουν σε δομές φιλοξενίας. Συγκριτικά με άλλες περιόδους είναι πολύ λίγα αυτά που στεγάζονται σε ΚΥΤ και Ανοικτά Κέντρα Φιλοξενίας ενώ καταργήθηκε η πρακτική της προστατευτικής φύλαξης. Πλέον τα ασυνόδευτα δεν κρατούνται σε αστυνομικά τμήματα. Αυτό είναι μια πρόοδος για τη χώρα. Μόνο που δεν είναι λόγος για να είμαστε περήφανοι αλλά, απλώς για να μη ντρεπόμαστε τόσο πολύ.
Παρά τις όποιες βελτιώσεις, η διαχείριση των θεμάτων των ασυνόδευτων ανηλίκων δεν δείχνει πως είναι ένα ζήτημα που έχει τεθεί υπό την αιγίδα του πρωθυπουργού. Σε απλά πράγματα.
Το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, για παράδειγμα, έχει αποδειχτεί κακοπληρωτής των οργανώσεων που συντηρούν ξενώνες φιλοξενίας, οι υπηρεσίες μοιραία υποβαθμίζονται ενώ οι εργαζόμενοι μένουν απλήρωτοι για μήνες.
Έχει πολύ ενδιαφέρον πώς το σύστημα φιλοξενίας συνεχίζει να λειτουργεί με ετήσια και διετή, μερικές φορές ακόμα και με εξάμηνα, προγράμματα φιλοξενίας. Με απλά λόγια, δεν υπάρχει καμία διασφάλιση πως ένα παιδί που τοποθετείται σε έναν ξενώνα θα συνεχίσει να ζει σε αυτόν μέχρι την ενηλικίωση του. Δομές που έχουν δημιουργηθεί για να προσφέρουν ασφάλεια λειτουργούν σε καθεστώς ανασφάλειας και προσωρινότητας.
Πρόσφατα, με την περίπτωση Σαϊντού, αναδείχθηκε ένα ακόμα παράδοξο. Όριο στην, όποια, προστασία παρέχεται είναι η ενηλικίωση. Τα παιδιά που το σύστημα ασύλου κρίνει πως δεν χρήζουν διεθνούς προστασίας αντιμετωπίζουν την απειλή της απέλασης. Μια αρνητική απόφαση ασύλου σβήνει μονοκοντυλιά τις προσπάθειες που έκαναν οι φορείς φροντίδας και οι ίδιοι οι ανήλικοι. Στα 18 τους καθίστανται «παράνομοι» και απροστάτευτοι. Τι νόημα έχει μια προστασία υπό «δαμόκλεια σπάθη»;
43 οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών δημοσίευσαν πρόσφατα κείμενο για να ζητήσουν να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα. Προτείνουν την θέσπιση ειδικής άδειας διαμονής, στα πρότυπα άλλων χωρών, μέχρι την συμπλήρωση του 21ου έτος της ηλικίας τους – παράλληλα με το δικαίωμα για διεθνή προστασία- για τα ασυνόδευτα παιδιά, καθώς και για όσα από αυτά ενηλικιώνονται.
Οι οργανώσεις επισημαίνουν πως, «σε κάθε περίπτωση, τα παιδιά αυτά αποτελούν σημαντικό κοινωνικό κεφάλαιο για την χώρα, αφού συμμετέχουν στην εκπαιδευτική διαδικασία και έχουν αναπτύξει δεσμούς με την κοινωνία. Ο κίνδυνος περιθωριοποίησης και απομάκρυνσής τους ελλείψει νομιμοποιητικών εγγράφων ακυρώνει τις παραπάνω θετικές ενέργειες του ελληνικού κράτους».
Την Τρίτη, 12 Ιουλίου, η υφυπουργός Σοφία Βούλτεψη δεσμεύτηκε για λύση τον Σεπτέμβριο. «Πρέπει να βρούμε τρόπο να υπάρχει ένα νομικό καθεστώς που θα ισχύει για όλα τα ασυνόδευτα παιδιά και να σχετίζεται με κάποιο τρόπο με την πορεία τους στο σχολείο και τη διάθεσή τους για ένταξη», είπε.
Το σύστημα προστασίας και φροντίδας των ασυνόδευτων ανηλίκων δεν έχει αξιολογηθεί ποτέ στην ουσία του. Μια αντικειμενική αξιολόγηση, μεταξύ άλλων, θα περιέγραφε το θεσμικό και κοινωνικό περιβάλλον λειτουργίας του συστήματος, θα μετρούσε την ποιότητα και τη συνέχεια των παρεχόμενων υπηρεσιών, θα έθετε στόχους εξατομικευμένους για κάθε παιδί, θα μετρούσε τις επιτυχίες και τις αποτυχίες, όχι μόνο των παιδιών αλλά και του ίδιου του συστήματος. Δεν έχει γίνει τίποτα από όλα αυτά.
Το βασικότερο έλλειμμα στη συζήτηση για τα ασυνόδευτα παιδιά στη χώρα μας είναι πως, σε μια περίεργη συνομωσία σιωπής, δεν αναφερόμαστε στα παιδιά που εγκαταλείπουν τις δομές φιλοξενίας, δεν αναφερόμαστε στα παιδιά που εργάζονται στους ελληνικούς αγρούς ούτε σε αυτά που συνεχίζουν το ταξίδι τους προς άλλες χώρες. Έχουμε στοιχεία για αυτά που κάνουμε και όχι γι αυτά που δεν κάνουμε.
Τα ασυνόδευτα ανήλικα είναι στα χέρια της πολιτείας. Όχι εν κενώ. Το καθένα από αυτά έχει μια προσωπική ιστορία, κάποιο, έστω και πρόχειρο, σχέδιο και μια τεχνική επιβίωσης που έχει φτιαχτεί με σκληρό τρόπο για να ανταπεξέλθει στους κινδύνους του ταξιδιού και να προχωρήσει. Τα περισσότερα από αυτά δεν θέλουν να μείνουν στην Ελλάδα. Δεν ξεκίνησαν για εδώ. Γι αυτό είναι ακόμη πιο δύσκολο να ενταχθούν στους σχεδιασμούς μας. Πρέπει να νιώσουν ασφάλεια, να ελπίσουν, να ονειρευτούν, να οργανώσουν τη ζωή τους, να σχεδιάσουν. Αυτό δεν είναι απλό πρόβλημα. Η Ελλάδα δεν μπορεί να προσφέρει ότι προσφέρουν πιο ανεπτυγμένα και οργανωμένα κράτη.
Τι είναι, όμως, το σύστημα προστασίας ασυνόδευτων; Αφορά παιδιά ή «μετανάστες»; Αφορά δικαιώματα παιδιών ή είναι ένας εύσχημος τρόπος ανάσχεσης των δευτερογενών ροών; Μας πληρώνουν για να τα κρατήσουμε μερικά χρόνια και να μην προχωρήσουν; Μετά την ενηλικίωση, τι;
Η ελληνική κοινωνία έχει εκπαιδευτεί ώστε να ξαφνιάζεται όταν κάποιος μετανάστης ή πρόσφυγας «πετυχαίνει». Η εικόνα μοιάζει σαν ένα ριάλιτι επιβίωσης. Τα εμπόδια που συναντούν οι μετανάστες και οι πρόσφυγες, παρουσιάζονται ως φυσικό μειονέκτημα, ακόμα και ως φυσική τιμωρία για ανθρώπους που απλώς έχουν διαφορετική καταγωγή. Στο τέλος, στην ώρα της επιτυχίας, όσοι συμφωνούν με τα εμπόδια αλλά και όσοι τα έθεσαν, οικειοποιούνται τα επιτεύγματα του νικητή. «Τέτοιους μετανάστες θέλουμε», που να έχουν βούληση να ενταχθούν, που μπορούν να συμμετάσχουν στην «ημετέρα παιδεία», που είναι σαν εμάς. Δηλαδή, όχι τους άλλους. Που δεν μπορούν, δεν θέλουν, δεν τα καταφέρνουν, δεν είναι σαν εμάς. Θυμίζω πως μιλάμε για παιδιά.
Η πρόσφατη ιστορία του Κουρός Μπαϊγκί Νουρμοχαμαντί είναι μια ακόμη ιστορία που προσπαθήσαμε να φέρουμε στα μέτρα μας. Έφτασε, και αυτή, μέχρι το γραφείο του πρωθυπουργού. «Είναι μία πολύ ωραία ιστορία η οποία αποδεικνύει ότι η Ελλάδα είναι πάντα μία χώρα ανοιχτή σε όσους θέλουν να ενσωματωθούν σε αυτή» είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Αυτή η «ωραία ιστορία» όμως δεν θα είχε καταγραφεί αν η οικογένεια του Κουρός δεν είχε πάρει άσυλο.
Η ειρωνεία είναι πως ο Κουρός μπορεί να μην είχε καταφέρει να επιτύχει στις εξετάσεις ακόμη και αν είχε πάρει άσυλο νωρίτερα. «Όποιος παίρνει άσυλο μετά είναι υπεύθυνος για τον εαυτό του» είχε πει ο υπουργός Μηταράκης όταν αποφάσισε τον Μάρτιο του 2020, με μια νυκτερινή τροπολογία, την fasttrack διακοπή της παροχής στέγης και παροχών για όσους έχουν λάβει άσυλο. Για να μην υπάρξει αμφιβολία για τις προθέσεις συνέχισε: «Στόχος μας είναι να δίνουμε άσυλο σε αυτούς που δικαιούνται σε 2-3 μήνες και από εκεί και πέρα κόβουμε επιδόματα και φιλοξενία γιατί όλα αυτά λειτουργούσαν θελκτικά για να έρθουν στην χώρα μας και να εκμεταλλευτούν όλες αυτές τις παροχές».
Αν λοιπόν η οικογένεια του Κουρός είχε πάρει άσυλο θα βρισκόταν, άγνωστη μεταξύ αγνώστων, στις πλατείες της Αθήνας όπως τόσες άλλες οικογένειες προσφύγων. Η φοίτηση του Κουρός θα διακοπτόταν, τουλάχιστον για κάποιο χρονικό διάστημα, και έπειτα θα ξεκινούσε από την αρχή. Δεν μπορώ να βρω κάτι ωραίο σε αυτή την ιστορία εκτός από τη συμβολή όσων ,δίπλα στο σύστημα που φτιάχτηκε «για να μην έρθουν κι άλλοι», βοήθησαν τον Κουρός.
Πλέον, ο μικρός είναι άλλη μια περίπτωση άλλοθι που κατασκευάζει η κυβέρνηση για τις περιπτώσεις που θα χρειαστεί να παρουσιάσει ένα πιο ανθρώπινο πρόσωπο. Φωτογραφήθηκε, του βρήκαν και δουλειά, να γίνει μέντορας των ασυνόδευτων (αν και συνοδευμένος) παιδιών, αφού για τα συνοδευμένα δεν υπάρχει καμία τέτοιου είδους δράση. Το ενδιαφέρον είναι πως σε αυτή την «ωραία ιστορία» δεν χώρεσαν οι γονείς του…
Η ιστορία του Κουρός έγινε γνωστή από τη μια έως την άλλη άκρη της χώρας. Λίγες μέρες μετά, τα ΜΜΕ έγραψαν, σε «μονόστηλο», πως στο λιμάνι της Ηγουμενίτσας «ανήλικος μετανάστης» εντοπίστηκε νεκρός σε φορτηγό. Η λέξη ασυνόδευτος δεν χρησιμοποιήθηκε, η αρμόδια Ειδική Γραμματεία δεν έβγαλε κάποια ανακοίνωση, δεν υπάρχει ρεπορτάζ followup. Ποιο ήταν το όνομα του, πέρασε από κάποια κρατική δομή, ποια η ιστορία του, τι πήγαινε να συναντήσει; Έχει γονείς, μάνα κάπου που περιμένει να ακούσει νέα του; Γνωρίζουμε μόνο πως έχασε τη ζωή του, πιθανόν από τη ζέστη, μέσα σε ένα φορτηγό με ποδήλατα. Ποδήλατα που ίσως, σαν κάθε παιδί, θα ήθελε να αποκτήσει.
Αναδημοσίευση από “ieidiseis.gr”