Ας μην προσποιηθούμε ότι δεν ακούσαμε. Του ΚΩΣΤΑ ΚΑΛΛΙΤΣΗ
Λέγεται συχνά ότι σημασία δεν έχει τόσο τι λες, αλλά πώς το λες. Στην περίπτωση του Γιάννη Στουρνάρα νομίζω ότι ισχύει το αντίστροφο: Σημασία έχουν αυτά που λέει, όχι ο κομψός και μετρημένος τρόπος με τον οποίο (οφείλει να) τα λέει ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας. Και αυτά που είπε συνιστούν ισχυρό σήμα κινδύνου.
Όταν στην Ευρωζώνη προβλεπόταν μεγέθυνση 4,2% για φέτος, η πρόβλεψη για την Ελλάδα ήταν 4,8%. Τώρα, που η πρόβλεψη για την Ευρωζώνη περιορίστηκε στο 3,7%, η πρόβλεψη για την Ελλάδα περιορίζεται πολύ περισσότερο: από το 4,8% πέφτει στο 3,8% – στο βασικό, πάντα, σενάριο. Κάτι δεν πάει καλά; Ναι. Το ελληνικό οικονομικό μοντέλο, της αδύναμης παραγωγικής βάσης, της χαμηλής παραγωγικότητας, της εξάρτησης από παραδοσιακές υπηρεσίες, και με μονοκαλλιέργεια τον τουρισμό, είναι πολύ πιο ευάλωτο σε κάθε κρίση.
Και παρά τις ρητορείες περί αλλαγής παραγωγικού μοντέλου, αυτό διατηρείται μια χαρά – αμετάβλητο.
Ο Γιάννης Στουρνάρας έθεσε τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων, όταν τόνισε την εθνική σημασία που έχει ο στόχος ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας. Οι κίνδυνοι σωρευτικών αρνητικών συνεπειών που ενέχει αυτή η χαμηλή αξιολόγηση σε ταραγμένους καιρούς, όπως αυτοί στους οποίους μπαίνει ο κόσμος και ειδικά η Ευρώπη, είναι σημαντικοί. Και τώρα, πλέον, θα πρέπει να μαζέψουμε τα σπασμένα και της «χαλαρής» διαχείρισης της 2ετίας, η οποία διέπρεψε σε πελατειακού χαρακτήρα οριζόντιες δράσεις – αντί για στοχευμένες σε όσους είχαν ανάγκη.
Με σαφή τρόπο παρουσίασε και την κατάσταση του πιστωτικού συστήματος. Το πρόβλημα των κόκκινων δανείων δεν λύθηκε, είπε. Τα δάνεια που έφυγαν από τους ισολογισμούς των τραπεζών δεν εξαφανίστηκαν, κυρίως μεταφέρθηκαν σε ειδικά funds, όπου διατηρούνται και εξακολουθούν να επιβαρύνουν την πραγματική οικονομία.
Και στάθηκε σε ορισμένες νέες προκλήσεις που βρίσκονται ενώπιον των ελληνικών τραπεζών: Τα κόκκινα δάνεια της πανδημίας (μετά την απόσυρση των μέτρων στήριξης), τις αυξημένες ανάγκες άντλησης κεφαλαίων και ενίσχυσης της κεφαλαιακής τους βάσης σε ένα δύσκολο διεθνές περιβάλλον αυξημένων επιτοκίων και αναζήτησης από τους διεθνείς επενδυτές ασφάλειας, καθώς αποστρέφονται τους φορείς κινδύνων.
Και το πιο εντυπωσιακό: Ενώ πριν από μία 10ετία, όταν ξέσπαγε η κρίση, η έκθεση των ελληνικών τραπεζών στο ελληνικό Δημόσιο ήταν περίπου στο 18% του ΑΕΠ, τώρα έχει εκτοξευθεί στο 32%. Της προχθεσινής παρουσίασης της ετήσιας έκθεσης του διοικητή της ΤτΕ είχε προηγηθεί, πριν από δέκα ημέρες, η έκθεση του ΔΝΤ για τη χώρα μας.
Βεβαίως, το ΔΝΤ δεν μετέχει στους «θεσμούς» που εποπτεύουν και ελέγχουν την ελληνική οικονομία. Ωστόσο, έχει μια πολύ σημαντική ιδιότητα: Το ακούνε οι αγορές και, είτε μας αρέσει είτε όχι, παίρνουν πολύ σοβαρά υπόψη αυτά που λέει.
Αυτή τη φορά, λοιπόν, το ΔΝΤ έδειξε πολύ ανήσυχο για την πορεία των δημοσίων οικονομικών και του χρέους. Τόσο ώστε κάλεσε την κυβέρνηση να ακυρώσει ή να αναστείλει μέτρα που τη χειροκροτούσε όταν τα λάμβανε (μείωση ασφαλιστικών εισφορών, κατάργηση εισφοράς αλληλεγγύης) ή να τα αντικαταστήσει με άλλα, ισοδύναμα.
Διότι, υπό συνθήκες ακραίου σοκ, η εξυπηρέτηση του ελληνικού χρέους «εξαρτάται από τη συνεχιζόμενη περιφερειακή υποστήριξη», είπε. Και έδειξε τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM). Ο νοών νοείτω…
Δημοσίευση από “Η ΚΘΗΜΕΡΙΝΗ”